Καλώς ορίσατε στην …Ισπανία αλλά πως;
Του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου
Η El Pais σχολίασε εύστοχα και ολίγον πικρόχολα τα αποτελέσματα των ισπανικών εκλογών της Κυριακής με τον τίτλο «Καλώς ορίσατε στην Ιταλία». Ο λόγος προφανής: μετά από περίπου τέσσερις δεκαετίες, κατά τις οποίες Δεξιά και Σοσιαλιστές συγκέντρωναν αθροιστικά ποσοστό της τάξης του 80% (84% το 2008), οι φυγόκεντρες τάσεις στην ταλαιπωρημένη από τη λιτότητα και τις κατασχέσεις κατοικιών ισπανική κοινωνία οδηγούν τη χώρα στην τροχιά των κυβερνήσεων συνεργασίας και στην αναγκαστική απεμπόληση των μνημονιακών πολιτικών.
Τα δύο άλλοτε μεγάλα κόμματα εξουσίας (PP και PSOE) συγκεντρώνουν μόλις 51% και τα εκλογικά νεοπαγή σχήματα του «ισπανικού ΣΥΡΙΖΑ» (Podemos) και του «ισπανικού Ποταμιού) (Giudadanos) συγκέντρωσαν το μεν πρώτο κάτι πάνω από 20%, το δε δεύτερο περίπου 15%. Μπορεί η El Pais να παραπέμπει στην ιταλική παράδοση των κυβερνήσεων συνεργασίας, ωστόσο αρκετοί είναι αυτοί που είδαν πίσω από το αποτέλεσμα των ισπανικών εκλογών εκείνο των ελληνικών εκλογών του 2012, το οποίο έβαλε και τη δική μας χώρα –οριστικά- στον κύκλο των αναγκαστικών κυβερνητικών συγκατοικήσεων.
Οι ισπανικές εκλογές είναι πιθανό να δράσουν ως καταλύτης στις ευρωπαϊκές πολιτικές ισορροπίες. Η Πορτογαλία δοκιμάζει ήδη μια κυβέρνηση συνεργασίας Σοσιαλιστών και Αριστεράς με πρόσημο την σταδιακή άρση των πολιτικών λιτότητας, στην Ελλάδα ο Αλέξης Τσίπρας υλοποιεί αναγκαστικά ένα τρίτο μνημόνιο με μια κοινωνία, ωστόσο, που αναζητά εναγωνίως διέξοδο από την μακρά περίοδο της ύφεσης και της εσωτερικής υποτίμησης και πλήρους κοινωνικής απορρύθμισης, ο δε Ματέο Ρέντσι στην Ιταλία ασπάζεται μια νέα προσέγγιση έναντι της Γερμανίας και επιδιώκει τον απεγκλωβισμό της χώρας του από τα σκληρά κριτήρια της «γραμμής Σόϊμπλε».
Εάν λάβει κανείς υπόψη του τις εξελίξεις στη Γαλλία με την άνοδο του Εθνικού Μετώπου της Μαρί Λεπέν, τη δυναμική που αποκτούν ευρωφοβικά ή ευρωσκεπτικιστικά κόμματα στην Ανατολική Ευρώπη αλλά και στον σκληρό ευρωζωνικό πυρήνα -όπως στη Γερμανία το Afd, στην Ολλανδία και αλλού-, καθώς και την ενίσχυση του «Σιν Φέϊν» στην Ιρλανδία, καταλήγει στο συμπέρασμα πως τα μνημόνια σκοτώνουν τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις (Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες) που υπηρέτησαν τη σημερινή αδιέξοδη αρχιτεκτονική της οικονομικής (και μόνο) ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Μπορεί αυτό να σημαίνει κάτι καλό για την Ελλάδα;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Θεωρητικά, η ελληνική κυβέρνηση εισέρχεται σε ένα ευνοϊκότερο ευρωπαϊκό πολιτικό περιβάλλον με ευκολότερες συμμαχίες και έντονο προβληματισμό για την υπέρβαση της «ορθοδοξίας» των μνημονίων. Πρακτικά, όμως, καμία συμμαχία δεν προσφέρεται εάν δεν είσαι καλά προετοιμασμένος να την αξιοποιήσεις.
Οι συμμαχίες δεν οικοδομούνται στα λόγια και τις πολιτικές θεωρίες. Απαιτείται, πρωτίστως, προσαρμογή σε έναν ευρωπαϊκό κοινό τόπο που θέλει –όσα κι αν αλλάξουν- και δημοσιονομική προσαρμογή αλλά και εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και μεταρρυθμίσεων.
Εν κατακλείδι, για να μπορέσει ο Αλέξης Τσίπρας να γίνει ισότιμο μέλος της διαμορφούμενης συμμαχίας αμφισβήτησης της μνημονιακής ορθοδοξίας οφείλει να καταθέσει άμεσα το ζητούμενο σχέδιο. Μέχρις ώρας δεν το έχει πράξει. Κινείται στις ράγες υλοποίησης των απαιτήσεων του μνημονίου δίχως να το υπερβαίνει εποικοδομητικά με την ανασύνθεση του κράτους και την ενίσχυση της ανάπτυξης.
Οι λύσεις δεν θα έρθουν ούτε από την Πορτογαλία, ούτε από την Ισπανία, ούτε από την Ιταλία. Η κυβέρνηση Τσίπρα πρέπει να σπεύσει να συναντήσει την ευρωπαϊκή πολιτική κινητικότητα στον κοινό τόπο που έχουν διαμορφώσει οι ανάγκες. Τρία πράγματα χρειάζονται: μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις…