Το να ρωτάμε κάποιον για ποιον λόγο είναι «ακόμα» ελεύθερος και να τον διαβεβαιώνουμε ότι «σύντομα θα βρει τον άνθρωπό του», ίσως νομίζουμε πως δείχνει νοιάξιμο. Ωστόσο, απλές φράσεις όπως αυτή αποτελούν κριτική προς τους αδέσμευτους, το λεγόμενο «single shaming», και το πιθανότερο είναι να βλάπτουν παρά να βοηθούν.
Το «single shaming» πηγάζει από αρνητικά στερεότυπα για όσους δεν έχουν σύντροφο: «Θα πρέπει να είναι λυπημένοι και να αισθάνονται μοναξιά», «Θα ψάχνουν και δεν θα βρίσκουν κάποιον να ταιριάζουν», «Κάποιο πρόβλημα θα έχουν για να καταλήγουν μόνοι». Όλα αυτά απορρέουν από την πίεση συμμόρφωσης σε μακραίωνες κοινωνικές συμβάσεις. Βρες ένα σύντροφο, μείνετε μαζί, κάντε 2,4 παιδιά και υιοθετήστε έναν σκύλο: αυτά είναι τα απαραίτητα συστατικά για μια ευτυχισμένη ζωή.
Την ώρα που αυτές οι κοινωνικές νόρμες επαναξιολογούνται δεκαετίες τώρα, πρόσφατες έρευνες καταδεικνύουν πως η κριτική εξακολουθεί να υφίσταται.
Έρευνα της υπηρεσίας γνωριμιών Match, καταδεικνύει πως 52% από 1.000 αδέσμευτους ενήλικες στο Ηνωμένο Βασίλειο αναφέρει ότι δέχεται κριτική «από το ξεκίνημα της πανδημίας», πιθανόν εξαιτίας της αυξανόμενης επικέντρωσης στους ανθρώπους στους οποίους θα στηριζόμασταν κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων. Και παρόλο που το 59% είπε πως «ήταν ικανοποιημένο από την προσωπική του κατάσταση», εξακολουθούσε να αποτελεί στόχο αδιάκριτων ερωτήσεων.
Η ανθεκτικότητα αυτών των προκαταλήψεων δεν είναι μόνο υποτιμητική, αλλά σε πολλές χώρες είναι και αναχρονιστική.
«Το να είσαι ελεύθερος κάποτε θεωρούνταν μεταβατική περίοδος, όταν οι άνθρωποι μέτραγαν αντίστροφα τον χρόνο μέχρι να παντρευτούν ή να ξαναπαντρευτούν», λέει η Μπέλα ντε Πάουλο, συγγραφέας του Singled Out: How Singles are Stereotyped, Stigmatized, and Ignored, and Still Live Happily Ever After.
Πλέον, όπως σημειώνει, οι Αμερικανοί περνούν περισσότερα χρόνια της ενήλικης ζωής τους ελεύθεροι απ’ ό,τι παντρεμένοι. Το 1970, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της καταγραφής, το 40% των νοικοκυριών των ΗΠΑ αποτελούνταν από παντρεμένα ζευγάρια και τα παιδιά τους, ενώ το 17% από αδέσμευτους.
Το 2012, 27% των αμερικανικών νοικοκυριών αποτελούνταν από άτομα χωρίς σύντροφο, και μόλις 20% ήταν γονείς με παιδιά, επισημαίνει η ίδια.
Παρά τις αλλαγές στα στατιστικά δεδομένα, είναι ξεκάθαρο -τόσο ανεπίσημα όσο και από τις έρευνες- πως τα άτομα που είναι αδέσμευτα εξακολουθούν να έρχονται σε δύσκολη θέση από την οικογένειά τους και φιλικά ζευγάρια – ακόμα και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Την ώρα που, σταδιακά, φαίνεται να αποδέχονται και να επιλέγουν αυτόν τον τρόπο ζωής, η πίεση να κάνουν γνωριμίες εξακολουθεί να υφίσταται. Ωστόσο, η αυξανόμενη εκπροσώπηση των αδέσμευτων ίσως υπερσκελίσει τον στίγμα τού να είναι κάποιος μόνος.
Οι συνέπειες του single shaming
Σύμφωνα με την ψυχοθεραπεύτρια Άλισον Άμπραμς, που εργάζεται στην πόλη της Νέας Υόρκης, «single shaming» σημαίνει «να ασκείς κριτική σε κάποιον επειδή δεν έχει σύντροφο και δεν συμμορφώνεται με τις προσδοκίες της κοινωνίας να έχει παντρευτεί έως κάποια ηλικία».
Έτσι, εκείνοι που ασκούν κριτική συμπεριφέρονται στους αδέσμευτους «διαφορετικά», λέει η Άμπραμς. «Οι άνθρωποι θεωρούν πως, αν είσαι ελεύθερος, βαριέσαι και νιώθεις μοναξιά», προσθέτει η Ιπέκ Κουτσούκ, η οποία εργάζεται για την εφαρμογή γνωριμιών Happn.
Στη μελέτη της υπηρεσίας γνωριμιών Match, οι ερευνητές ρώτησαν για τις συνηθισμένες φράσεις που ακούν οι αδέσμευτοι.
- Το 35% απάντησε «σύντομα θα βρεις κάποιον»,
- το 29% «θα πρέπει να αισθάνεσαι μεγάλη μοναξιά»,
- ενώ το 38% είπε πως γενικά το λυπούνται επειδή δεν έχει σύντροφο.
Σύμφωνα με την ντε Πάουλο, οι μύθοι γύρω από τους αδέσμευτους περιλαμβάνουν την ιδέα ότι τα παντρεμένα ζευγάρια ζουν τη ζωή τους όπως πρέπει, ότι η ζωή των ελεύθερων είναι «τραγική», και πως το να μην έχει κάποιος σύντροφο υπονοεί ότι είναι εγωιστής.
Έρευνες εκτιμούν πως όντως πρόκειται για μύθους. Μεταξύ αυτών μια γερμανική έρευνα του 2018, που υποστηρίζει πως τα στερεότυπα σχετικά με «δυστυχείς αδέσμευτους» και «ευτυχισμένα ζευγάρια» δεν είναι καθόλου ακριβής.
Τα στερεότυπα δεν είναι μόνο λανθασμένα – μπορεί να έχουν και βλαβερές συνέπειες. Όπως σημειώνει η ψυχοθεραπεύτρια Άμπραμς, η εσωτερικευμένη ντροπή εξαιτίας κοινωνικών συμπεριφορών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την αυτοεικόνα των αδέσμευτων. Ακόμα και εάν φίλοι και οικογένεια δεν μιλούν γι’ αυτό το θέμα, το να μην βιώνει κάποιος ορόσημα στη ζωή του, όπως γάμος και γέννηση παιδιών, μπορεί να έχει επιπτώσεις -ειδικά σε κάποιον που αναζητά σύντροφο- επειδή αυτό είναι που αναμένει από εκείνον η κοινωνία.
«Πολλές φορές, έχω δει να συμβάλει στην κατάθλιψη», λέει η Άμπραμς. Το συγκεκριμένο «σενάριο» για μια επιτυχημένη ζωή μπορεί να αναγκάσει ακόμα κι εκείνους που είναι ευτυχισμένοι με το να είναι μόνοι να επανεξετάσουν τη στάση τους, και να αναζητήσουν κάτι που ξέρουν πως δεν επιθυμούν, απλώς για να συμπλεύσουν με τις κοινωνικές νόρμες.
Το «single shaming» δεν προέρχεται μόνο από αδιάκριτους γονείς και φίλους. Ρόλο παίζουν και οι κυβερνήσεις, που προσφέρουν κάποιες παροχές μόνο στα παντρεμένα ζευγάρια. Κάποιοι θεωρούν πως αυτό στέλνει μήνυμα για τον «σωστό τρόπο» με τον οποίο κάποιος πρέπει να πορευθεί στη ζωή, υποστηρίζοντας τα ζευγάρια και ωθώντας τους αδέσμευτους να εσωτερικεύσουν την ιδέα πως ζουν με λανθασμένο τρόπο την ενήλικη ζωή τους.
Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ, ένας εργαζόμενος μπορεί να ασφαλίσει τον/την σύζυγό του ως προστατευόμενο μέλος. Όμως όσοι δεν έχουν σύντροφο, δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο για αδέλφια ή στενούς φίλους τους, υπογραμμίζει η ντε Πάουλο. Επιπλέον, τα ζευγάρια και οι οικογένειες έχουν προνόμια που δεν έχουν οι ελεύθεροι και σε άλλους τομείς: από εκπτώσεις για διακοπές μέχρι ειδικά επιδόματα σε χώρους εργασίας για εκείνους με πυρηνική οικογένεια.
Γεροντοκόρη εναντίον εργένη
Όπως κάθε άλλο πολιτιστικό στίγμα, το «single shaming» διακρίνεται από ανισότητες. Οι γυναίκες συνήθως υφίστανται μεγαλύτερες συνέπειες, ενώ κάποιες κουλτούρες δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στον γάμο και στην τεκνοποίηση από άλλες.
Ενδιαφέρον έχουν οι όροι που χρησιμοποιούνται για ελεύθερες γυναίκες σε σύγκριση με τους άντρες. Στα αγγλικά, ενώ οι άντρες είναι γνωστοί ως bachelors («εργένηδες»), οι γυναίκες αποκαλούνται spinsters («γεροντοκόρες»). Στα ελληνικά, πάντως έχουμε τη λέξη γεροντοπαλίκαρα.
Στα τέλη του Μεσαίωνα, με τη λέξη spinsters χαρακτήριζαν τις γυναίκες που έγνεθαν («spin») μαλλί επαγγελματικά, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν ανύπαντρες. Ήταν πιο εύκολο να βρουν αυτή τη θέση εργασίας χαμηλότερου κύρους, καθώς οι πιο επιθυμητές θέσεις προορίζονταν για παντρεμένες γυναίκες. Εκείνες, μέσω των συζύγων τους, μπορούσαν να αγοράσουν τα υλικά που απαιτούνταν για εργασία υψηλότερου κύρους.
Οι εργένηδες, στο μεταξύ, συχνά παρουσιάζονται ως ευχάριστοι, γοητευτικοί (αν όχι γλοιώδεις), που ζουν απολαμβάνοντας ανέμελοι τη ζωή. Όλοι αυτοί οι θετικοί συνειρμοί ανάγονται αιώνες πίσω, στην εποχή που γράφτηκαν «Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ» του Τζέφρι Τσόσερ.
Ο όρος «γεροντοκόρη» πήρε ακόμα πιο αρνητικές υποδηλώσεις με το πέρασμα του χρόνου. Χρησιμοποιήθηκε υποτιμητικά για ανύπαντρες (και νέες) γυναίκες στη λαϊκή κουλτούρα, όπως στο βιβλίο «Το ημερολόγιο της Μπρίτζετ Τζόουνς». Ο βασικός χαρακτήρας είναι μια γυναίκα στα τριάντα της με καλή δουλειά στο Λονδίνο. Ωστόσο, την απασχολεί το ότι θεωρείται «γεροντοκόρη».
«Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη -που δεν είναι ούτε σοφή ούτε ακριβής- οι γυναίκες ενδιαφέρονται περισσότερο από τους άντρες για τον γάμο», λέει η ντε Πάουλο. «Έτσι, πιστεύω πως οι ελεύθερες γυναίκες υπόκεινται πιο συχνά σε ενοχλητικές ερωτήσεις όπως “βγαίνεις με κάποιον;”». Η Άμπραμς αναφέρει πως είναι περισσότερες οι γυναίκες που της διηγούνται τέτοιου είδους περιστατικά, παρά οι άντρες. Ωστόσο, σημειώνει πως οι πελάτες της είναι κυρίως γυναίκες.
«Και οι ελεύθεροι άντρες μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι με υποτιμητικές συμπεριφορές», προσθέτει η ντε Πάουλο, όπως ότι παιδιαρίζουν, πως δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους ή ότι έχουν «εμμονή με το σεξ».
Άλλος παράγοντας είναι τα πολιτισμικά στοιχεία. Η Άμπραμς λέει επίσης πως πελάτες της με συγκεκριμένο υπόβαθρο, για παράδειγμα με καταγωγή από Κορέα, Κίνα και Ινδία, τείνουν να βιώνουν πιο έντονο «single shaming» από μέλη της οικογένειάς τους. Το ίδιο και πελάτες της που μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη από την ενδοχώρα των ΗΠΑ. Αυτές οι κουλτούρες έχουν την τάση να επικεντρώνονται στους παραδοσιακούς ρόλους των φύλων αναφορικά με τον γάμο, και η μη συμμόρφωση με αυτές τις παραδόσεις μπορεί να χαρακτηριστούν ιδιαιτέρως αντισυμβατικές. «Κάποια πελάτισσα μου μου είπε πως η οικογένειά της ντρέπεται για εκείνη, επειδή δεν είχε παιδί στα τριάντα της», λέει η Άμπραμς.
Δεν υπάρχουν ελεύθεροι, μόνο σύντροφοι του εαυτού τους
Ωστόσο, τα πράγματα αλλάζουν, και κάποιοι ειδικοί πιστεύουν πως οι μετατοπίσεις τόσο στη συμπεριφορά όσο και στα δημογραφικά στοιχεία, μπορεί να βοηθήσουν στο να είναι κανονικό το να είναι κάποιος χωρίς σχέση – και δυνητικά να περιορίσει την τάση για κριτική.
Τα τελευταία χρόνια, επιδραστικές προσωπικότητες και διάσημοι μιλούν ανοιχτά για το ότι δεν έχουν σύντροφο. Για παράδειγμα, η ηθοποιός Έμα Γουότσον αποφάσισε να σταματήσει να δηλώνει ελεύθερη και τώρα περιγράφει τον εαυτό της ως «σύντροφο του εαυτού της», καθώς, όπως είπε, βρίσκεται αντιμέτωπη με την κοινωνική πίεση να παντρευτεί και να αποκτήσει οικογένεια. «Όσο πιο πολλοί αποδέχονται την προσωπική τους κατάσταση, τόσο περισσότεροι θα απελευθερωθούν και θα κάνουν το ίδιο», λέει η Άμπραμς.
Σύμφωνα με έρευνα της εφαρμογής γνωριμιών Bumble, τον Οκτώβριο του 2021, το 53% περισσότερων από 8.500 χρηστών της εφαρμογής σε Καναδά, Γαλλία, Γερμανία, Ινδία, Μεξικό, Φιλιππίνες, Αυστραλία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, «συνειδητοποιεί πως δεν πειράζει να μείνει μόνο για ένα διάστημα», εξαιτίας της πανδημίας.
Επιπλέον, από την εμφάνιση της Covid-19 και μετά, πολλοί αδέσμευτοι ανέφεραν θετικά συναισθήματα και οφέλη από την προσωπική τους κατάσταση. Σύμφωνα με την έρευνα της Match, το 42% είπε πως «απολάμβανε» το ότι δεν είχε σύντροφο κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ωστόσο, το υπόλοιπο 58% δεν το απολάμβανε. Στην πραγματικότητα, η απομόνωση που επήλθε εξαιτίας της πανδημίας επηρέασε αρνητικά πολλούς ανθρώπους χωρίς σύντροφο και κάποιοι αναφέρουν πως αυξήθηκε το «single shaming». Σύμφωνα με την έρευνα της Match, το 37% των αδέσμευτων είπε πως εκείνοι που ρωτούσαν περισσότερο για την αισθηματική του ζωή ήταν «φίλοι και συγγενείς που ενδιαφέρονταν». Πράγματι, η Άμπραμς σημειώνει πως το «single shaming» εξακολουθεί «να καλπάζει», παρά τον αυξανόμενο αριθμό ατόμων χωρίς σύντροφο σε χώρες όπως οι ΗΠΑ.
Ωστόσο, οι ειδικοί ελπίζουν πως η αλλαγή των δημογραφικών στοιχείων θα έχει επίδραση στο «single shaming». Η ντε Πάουλο αποκαλεί αυτή την αύξηση των αδέσμευτων «δύναμη των αριθμών». Όπως λέει, «κάθε φορά που η Στατιστική Υπηρεσία δημοσιεύει τα τελευταία δεδομένα, βλέπουμε πως υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι χωρίς σύντροφο και ότι αυξάνεται το ποσοστό των αδέσμευτων».
«Όταν τόσο μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού είναι ανύπαντρα –στις ΗΠΑ αυτό ισχύει σχεδόν για τον μισό πληθυσμό- γίνεται πιο δύσκολο να επιμείνει κάποιος πως κάτι τρέχει με αυτούς», υπογραμμίζει η ίδια.
ΠΗΓΗ: ΒΒC