Συνέχισαν να πρωταγωνιστούν οι Ελληνες εφοπλιστές και στη διάρκεια του 2015 στις αγοραπωλησίες πλοίων από δεύτερο χέρι, καθώς και στις νέες παραγγελίες νεότευκτων.
Αν και κατέβασαν ταχύτητα, όπως άλλωστε έπραξε το σύνολο των ναυτιλιακών εταιρειών παγκοσμίως, ωστόσο -σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία- προέβησαν σε περισσότερες αγορές αναλογικά απ’ ό,τι οι ανταγωνιστές τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ναυλομεσιτικού οίκου Allied Shipbroking, στη διάρκεια του 2015 οι Ελληνες εφοπλιστές αγόρασαν συνολικά το 14,18% της χωρητικότητας που άλλαξε χέρια στη second hand αγορά, έναντι του 12,8% που είχαν αγοράσει το 2014, με όρους εκφρασμένους σε dwt.
Επίσης, σε ό,τι αφορά τις παραγγελίες για νέες ναυπηγήσεις, οι Ελληνες εφοπλιστές προχώρησαν στην τοποθέτηση του 29,6% του συνόλου της νέας υπό ναυπήγηση χωρητικότητας, έναντι 26,2% πριν από έναν χρόνο, σύμφωνα πάντα με τον οίκο Allied Shipbroking (με όρους dwt).
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στις δύο κύριες κατηγορίες πλοίων, τα ξηρού χύδην φορτίου και τα δεξαμενόπλοια, οι Ελληνες εφοπλιστές εμφανίζονται πιο δραστήριοι από τον ανταγωνισμό.
Ετσι, λοιπόν, το 2015 προχώρησαν στην αγορά του 38,18% της second hand χωρητικότητας (με όρους dwt) που μετακινήθηκε σε νέο πλοιοκτήτη στα bulk carriers, έναντι 34,13% πέρυσι. Στα δεξαμενόπλοια το 25,11% της χωρητικότητας που άλλαξε χέρια κατέληξε σε ελληνικά συμφέροντα σε σύγκριση με το 22,4% πέρυσι.
Είναι φανερό ότι οι Ελληνες εφοπλιστές, αξιοποιώντας από τη μια πλευρά την κρίση -που κράτησε τις αξίες των πλοίων χαμηλά- και από την άλλη την αυξημένη ρευστότητα που διαθέτουν, αύξησαν το ειδικό βάρος τους στην παγκόσμια ναυτιλία σε μία χρονιά που οι επενδυτικές κινήσεις ήταν σαφώς περιορισμένες σε σύγκριση με έναν χρόνο πριν.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον οίκο Allied Shipbroking, στη διάρκεια του 2015 άλλαξαν χέρια στη second hand αγορά 1.343 πλοία, χωρητικότητας 89,67 εκατ. dwt, έναντι 1.523 πλοίων, χωρητικότητας 93,82 εκατ. dwt, έναν χρόνο πριν.
Η υπολογιζόμενη αξία των πλοίων ξεπέρασε τα 28 δισ. δολάρια έναντι 25,8 δισ. δολαρίων πέρυσι, χωρίς ωστόσο να είναι γνωστή η αξία όλων των αγοραπωλησιών που σημειώθηκαν.
Σε ελληνικά χέρια πέρασαν 286 πλοία, χωρητικότητας 26 εκατ. dwt, έναντι 307 πλοίων, χωρητικότητας 24,68 εκατ. dwt το 2014. Οι Ελληνες εφοπλιστές επένδυσαν περίπου 6,89 δισ. δολάρια για αγορές πλοίων από δεύτερο χέρι έναντι 7,31 δισ. δολαρίων το 2014.
Ανά κατηγορία πλοίων, το ενδιαφέρον συγκέντρωσαν για μία ακόμη χρονιά τα πλοία μεταφοράς ξηρού χύδην φορτίου, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη αγορά κατέγραψε νέα ιστορικά χαμηλά.
Υπολογίζεται ότι το 2015 οι εταιρείες ελληνικών συμφερόντων απέκτησαν 156 bulk carriers, χωρητικότητας 12,64 εκατ. dwt, έναντι 158 πλοίων, χωρητικότητας 11,23 εκατ. dwt το 2014.
Παγκοσμίως, το 2015 άλλαξαν χέρια 457 bulk carriers, χωρητικότητας 33,10 εκατ. dwt, έναντι 467 πλοίων, χωρητικότητας 32,93 εκατ. dwt το 2014.
Στα δεξαμενόπλοια, τα ελληνικά συμφέροντα απέκτησαν φέτος 82 πλοία, χωρητικότητας 11,37 εκατ. dwt, έναντι 86 δεξαμενόπλοιων χωρητικότητας 11,07 εκατ. dwt το 2014. Παγκοσμίως άλλαξαν χέρια 461 δεξαμενόπλοια, χωρητικότητας 45 εκατ. dwt, έναντι 550 πλοίων χωρητικότητας 49,32 εκατ. dwt το 2014.
Οι Ελληνες εφοπλιστές κρατούν τα σκήπτρα και στις νέες ναυπηγήσεις. Αναλυτικότερα, το 2015 τα ελληνικά ναυτιλιακά συμφέροντα τοποθέτησαν παραγγελίες για τη ναυπήγηση 135 πλοίων, χωρητικότητας 15,52 εκατ. dwt, έναντι 160 πλοίων χωρητικότητας 16,50 εκατ. dwt το 2014. Παγκοσμίως οι παραγγελίες πλοίων μειώθηκαν στις 2.184, με χωρητικότητα 107,13 εκατ. dwt, έναντι 3.483 πλοίων, χωρητικότητας 128,1 εκατ. dwt το 2014.
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι οι παραγγελίες bulk carriers από την πλευρά των Ελλήνων εφοπλιστών ήταν μόλις 19 το 2015 έναντι 56 το 2014, ενώ παγκοσμίως ήταν 306 έναντι 795 το 2014.
Η μεγάλη κρίση της ναυλαγοράς ξηρού φορτίου, που οφείλεται ως ένα βαθμό και στην υπερπροσφορά χωρητικότητας, έβαλε φρένο στις νέες τοποθετήσεις σε bulk carriers.