Η αλήθεια είναι πως για την παρέα της ευρωμεσογειακής συνεργασίας, αυτό που σηματοδοτήθηκε ως “Μέτωπο του Νότου”, τα πράγματα δεν πάνε πολύ καλά.
Ο Φρανσουά Ολάντ βλέπει τη δημοτικότητά του στις δημοσκοπήσεις να κατρακυλά στο ιστορικό αρνητικό ρεκόρ για σοσιαλιστή ηγέτη και εν ενεργεία πρόεδρο. Μόλις 4%!
Ο Ισπανός σοσιαλιστής Σάντσεθ εξαναγκάστηκε να αποχωρήσει από την ηγεσία για να διευκολυνθεί ο σχηματισμός μιας ακόμα κυβέρνησης Ραχόϊ.
Και οι Ματέο Ρέντσι και Αλέξης Τσίπρας, αν και με σημαντικές διαφορές, φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν πολλά κοινά προβλήματα.
Στις 4 Δεκεμβρίου ο Ματέο Ρέντσι αντιμετωπίζει ένα κρίσιμο δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του ιταλικού Συντάγματος και όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Ο ηγέτης της Ιταλικής κεντροαριστεράς αγωνίζεται για την επιβίωσή του.
Περίπου τις ίδιες μέρες ο Αλέξης Τσίπρας θα γνωρίζει εάν έχει κλείσει επιτυχώς η δεύτερη αξιολόγηση και εάν θα έχει ανάψει πράσινο φως έστω και για το μίνιμουμ σενάριο σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους. Αυτό, δηλαδή, των άμεσων- βραχυπρόθεσμων μέτρων όπως προβλέπει η συμφωνία του περασμένου Μαϊου. Η κυβέρνηση έχει εκ των πραγμάτων κατεβάσει τον πήχη σε ένα ρεαλιστικότερο ύψος. Ακόμα κι αυτό, όμως, είναι πολιτικά χρήσιμο και θα μπορούσε να ξεκλειδώσει υπό προϋποθέσεις το QE του Μάριο Ντράγκι.
Ρέντσι και Τσίπρας θέλουν να κερδίσουν χρόνο και να πάνε σε εκλογές το 2018. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό.
Ο Ματέο Ρέντσι ξέρει πόση σημασία έχουν για μια κυβέρνηση οι φυσικές καταστροφές αναφέρει η Deutsche Welle. Αυτές τις μέρες ταξιδεύει συνεχώς στις σεισμόπληκτες περιοχές της Κεντρικής Ιταλίας, όπου δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έμειναν άστεγοι, και υπόσχεται ότι γρήγορα θα ανοικοδομηθούν τα πάντα. Αν επωφεληθεί σαν καλός διαχειριστής αυτής της κρίσης, αυξάνει τις πιθανότητές του να επιβιώσει και πολιτικά. Γιατί ο Ρέντσι βρίσκεται ενόψει της σοβαρότερης πρόκλησης της σχεδόν τριετούς θητείας του. Χωρίς υπερβολή το ίδιο ισχύει και για ολόκληρη την Ευρώπη. Αν ο Σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός εισπράξει ένα «όχι» στο δημοψήφισμα, κάτι που δεν θεωρείται απίθανο, τότε θα παραιτηθεί και η Ιταλία θα μπει σε φάση κυβερνητικής κρίσης με αποτέλεσμα να υπάρξουν κλυδωνισμοί και στην υπόλοιπη ΕΕ. Γιατί μετά το Brexit ο Ρέντσι είναι ένας από τους σημαντικότερους ευρωπαϊστές που έχουν απομείνει, η δε ιταλική οικονομία είναι η τρίτη σε μέγεθος στην Ευρώπη.
Κατά ένα περίεργο τρόπο, ο Ματέο Ρέντσι αντιμετωπίζει τον εφιάλτη ενός exit, όπως αυτό που αντιμετώπιζε ο Αλέξης Τσίπρας- χωρίς να σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει οριστικά ξεφύγει από ένα τέτοιο κίνδυνο.
Εάν αντί του Ρέντσι κερδίσει το ευρωσκεπτικιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων και στη συνέχεια αναλάβει την εξουσία ή αν επακολουθήσει μακρά περίοδος κυβερνητικής αστάθειας, κάτι συνηθισμένο στην Ιταλία, τότε τα πράγματα θα δυσκολέψουν, και όχι μόνο για τους Ιταλούς.
Σε πολιτική αστάθεια θα βυθιστεί και το ελληνικό πολιτικό σκηνικό εάν η Ελλάδα δεν οδηγηθεί αισίως στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης και εάν δεν λάβει μία “εγγυητική επιστολή” εφαρμογής βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, αρκεί να σταθεί εφικτό κάτι τέτοιο να συνδυαστεί με την ποσοτική χαλάρωση.
Ο φόβος των επενδυτών για ένα Italexit
Για πρώτη φορά μετά την έξαρση της ευρωκρίσης οι αγορές δεν βλέπουν την Ελλάδα ως τον ασθενέστερο κρίκο της ευρωζώνης. Το Ινστιτούτο Έρευνας της Αγοράς Sentix ανακοίνωσε ότι οι επενδυτές θεωρούν αυτή τη στιγμή πιθανότερη μια έξοδο της Ιταλίας από τη νομισματική ένωση. «Το ερώτημα γι’ αυτό το ενδεχόμενο μας τίθεται όλο και πιο συχνά», επιβεβαιώνει και ο Φραντέσκο Γκαλιέτι από τη δεξαμενή σκέψης Policy Sonar.
Δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου δεν φαίνεται να ξεχνούν, πάντως, πως ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν έχει οριστικά κλείσει για την Ελλάδα, αν και το αναπαραγάγουν μόνο εκείνοι που επιθυμούν να κρατούν αυτό το ενδεχόμενο ως χαρτί άσκησης πίεσης για περισσότερα μέτρα.
Ρέντζι και Τσίπρας έχουν τους ίδιους “εχθρούς”. Πρωτίστως τους ίδιους τους εαυτούς τους και την κατάσταση της οικονομίας. Μπορεί η κατάσταση για τους πολίτες να είναι ζοφερή στην Ελλάδα, στον ιταλικό νότο, όμως, δεν είναι καλύτερη. Στη συνέχεια είναι το Βερολίνο και ειδικότερα ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε.
Όμως, η πολιτικά ισχυρή Ιταλία δεν έχει, πλέον, την πολυτέλεια ενός συμμάχου, όπως ο Φρανσουά Ολάντ που παλεύει για την πολιτική του επιβίωση, με αντιπάλους έναν εκ των Ζιπέ ή Σαρκοζί που αναμένεται να προσδέσουν ακόμα περισσότερο τη Γαλλία στο γερμανικό άρμα. Αλλά και ο Αλέξης Τσίπρας λίγα μπορεί πλέον να ελπίζει στον Γάλλο πρόεδρο.
Ας μην ξεχνάμε ότι το 2017, έτος αγώνα για πολιτική επιβίωση και για τους δύο, είναι χρονιά εκλογών στη Γαλλία και τη Γερμανία. Και αυτό περιπλέκει έτι περαιτέρω τα πράγματα…
Σεραφείμ Π. Κοτρώτσος