Επί ξυρού ακμής κινείται, πλέον, το ελληνικό πρόγραμμα ως προς την δεύτερη αξιολόγηση, η ολοκλήρωση της οποίας καθυστερεί αδικαιολόγητα και όχι με ευθύνη της Αθήνας, αλλά και ως προς τη συμμετοχή ή όχι του ΔΝΤ.
Ο “πόλεμος” ανακοινώσεων μαίνεται και αυτή τη φορά δίπλα στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα στέκονται τόσο η Κομισιόν, όσο και ο ESM, αν και για διαφορετικούς λόγους.
Η υπόθεση έχει εμπλακεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιστρέφουν δημοσιεύματα περί νέου κύκλου ελληνικής αστάθειας στο διεθνή Τύπο, ενώ το Βερολίνο έστειλε το δικό του μήνυμα, σύμφωνα με δημοσίευμα του πρακτορείου MNI, να μην απειλεί με εκλογές η ελληνική κυβέρνηση.
Το ενδεχόμενο, ωστόσο, είναι πάνω στο τραπέζι και απ΄ ότι φαίνεται θα είναι και στην ατζέντα των συζητήσεων που θα έχει ο πρωθυπουργός με ευρωπαίους ηγέτες αλλά, κυρίως, με την Άγκελα Μέρκελ, το μεσημέρι της Παρασκευής. Στην κυβέρνηση κρατούν μικρό καλάθι σχετικά με τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει αυτή η συνάντηση, ωστόσο ο Αλέξης Τσίπρας ήταν υποχρεωμένος να την προγραμματίσει για να κλιμακώσει τη στρατηγική του να επιδιώξει μια συμφωνία σε πολιτικό επίπεδο και μάλιστα στο υψηλότερο δυνατό.
Η Καγκελαρία στέλνει θετικά μηνύματα σχετικά με τα άλλα θέματα της ατζέντας Μέρκελ- Τσίπρα, όπως το προσφυγικό, τα ελληνοτουρκικά κλπ, όμως είναι εξαιρετικά φειδωλή, έως “ψυχρή”, ως προς το ζήτημα της αξιολόγησης και κατά τη συνήθη πρακτική της Καγκελαρίου παραπέμπει στο Eurogroup, δηλαδή στον…Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε.
Η Μέρκελ έχει εισέλθει στην φάση της προεκλογικής της καμπάνιας ενόψει των περιφερειακών εκλογών που ξεκινούν με τη νέα χρονιά και ορίζοντα την κρίσιμη αναμέτρηση του φθινοπώρου. Η Μέρκελ θέλει να επιτύχει μία 4η θητεία στην Καγκελαρία και να “σπάσει” το ρεκόρ του Κόνραντ Αντενάρουερ (1949-1963) και στην πορεία αυτή χρειάζεται όλους τους συμμάχους, πολλώ δε μάλλον τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών που είναι εξαιρετικά δημοφιλής μεταξύ των συντηρητικών ψηφοφόρων.
Η Μέρκελ αντιμετωπίζει πιέσεις από το εσωτερικό του κόμματός της για την παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να αποφύγει. Ως εκ τούτου μάλλον θα κάνει υποχωρήσεις έναντι του Ταμείου ακόμα κι αν αυτό σημαίνει περισσότερα μέτρα για την Αθήνα.
Οι εσωτερικές αντιδράσεις
Όσον αφορά στον Μίχαελ Στίμπγκεν τον εκπρόσωπο για θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής της ΚΟ της CDU/CSU ο οποίος, όπως μεταδίδει η DW, ενέκρινε με βαριά καρδιά το τρίτο πακέτο στήριξης κατακαλόκαιρο του 2015, στην έκτακτη συνεδρίαση της Βουλής, αν και ήταν θιασώτης της θέσης Σόιμπλε για προσωρινό Grexit σχολιάζει το άρθρο γνώμης του Πολ Τόμσεν που συνυπέγραψε με τον επικεφαλής οικονομολόγο του Ταμείου Τόμας ΄Ομπσφελντ.
«Καλύτερα θα ήταν για το ΔΝΤ να σκεφτεί και να αποφασίσει επιτέλους, εάν θα βοηθήσει την Ελλάδα, αντί να σκορπά προτάσεις», δήλωσε μιλώντας στη Deutsche Welle. «Αυτό που μου σπάει τα νεύρα είναι ότι το Ταμείο έχει αναλάβει την ίδια υποχρέωση έναντι της Ελλάδα, όπως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) και η ΕΕ. Γι’ αυτό θέλω να ακούω πιο εποικοδομητικές προτάσεις».
Η οργή του χριστιανοδημοκράτη πολιτικού αντανακλά τα αισθήματα που τρέφουν για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κι άλλοι κομματικοί του σύντροφοι αυτήν την εποχή. «Το Ταμείο υποστηρίζει ότι το καταστατικό του δεν επιτρέπει ελάφρυνση χρέους, αλλά παροτρύνει τον ESM να το κάνει και μάλιστα με γενναιοδωρία παρά το ότι δεν το προβλέπει ο δικός του κανονισμός. Εάν αντιληφθεί ότι εμείς οι Ευρωπαίοι έχουμε τον ESM, τότε μπορεί να επέλθει σύγκλιση ανάμεσα στους τρεις θεσμούς.Το ΔΝΤ είναι εταίρος του ESM, όχι εχθρός και αντίπαλος. Και θα πρέπει να σας πω επίσης ότι το ΔΝΤ δεν είναι για δημόσιες ανακοινώσεις, αλλά για να αναλογιστεί πώς θα εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του. Κι αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι το λιγότερο που κάνει αυτήν τη στιγμή».
«Δεν θα υπάρξει τέταρτο πρόγραμμα»
«Δεν θα υπάρξει τέταρτο πρόγραμμα διάσωσης γιατί «δεν υπάρχουν επιχειρήματα που μπορούν να πείσουν τους γερμανούς βουλευτές για την αναγκαιότητα ενός ακόμη προγράμματος διάσωσης» δήλωσε ο ίδιος. Ο Μίχαελ Στίμπγκεν παραθέτει την διαδοχή γεγονότων έτσι όπως τη συμμερίζεται η γερμανική βουλή: σωστή εφαρμογή του τρέχοντος προγράμματος, μετά τη λήξη του έλεγχος της βιωσιμότητας του χρέους και μετά, εάν χρειαστεί, λήψη αποφάσεων.
Για την επίσκεψη Τσίπρα στο Βερολίνο
Σε ό,τι αφορά την επίσκεψη Τσίπρα την Παρασκευή (16.12) στο Βερολίνο ο εκπρόσωπος για θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής της ΚΟ των Χριστιανικών κομμάτων δεν προβλέπει συγκλονιστικές επιτυχίες στο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για πολιτική λύση, ώστε να ξεπεραστούν τα προβλήματα της διαπραγμάτευσης.
«Δεν ξέρω με τι ατζέντα έρχεται ο κ. Τσίπρας. Ξέρω όμως ότι η ατζέντα της γερμανικής κυβέρνησης περιλαμβάνει θέματα εξίσου σοβαρά, όπως η επιστροφή των προσφύγων στην Τουρκία με πολλά εμπόδια που θα μπορούσαν να λυθούν σε εθνικό επίπεδο» αναφέρει στη Deutsche Welle. «Και μετά έχουμε την ευκαιρία μετά από 42 χρόνια να δούμε την Κύπρο και πάλι ενωμένη, ο ρόλος της Ελλάδας, όπως και της Τουρκίας, είναι εξαιρετικά σημαντικός. Όσον αφορά πολιτικές αποφάσεις, δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα μπορούσαν να σημαίνουν ανατροπή των συμφωνιών. Ο κ. Τσίπρας μπορεί να εκθέσει τις απόψεις του, αλλά οι αποφάσεις λαμβάνονται στο Eurogroup».
Προβληματισμός στο Μαξίμου
Όλα αυτά λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη στην Αθήνα. Ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει καλά πως η επίσκεψη στο Βερολίνο, την Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου, μπορεί να εξελιχθεί ομαλά -που είναι και το πιθανότερο- αν και χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα, μπορεί, όμως, να εξελιχθεί και σε ένα μικρό πολιτικό βατερλό παρόμοιο με εκείνο που υπέστη ο Αντώνης Σαμαράς, όταν ως πρωθυπουργός επισκεπτόταν τη Μέρκελ, τον Σεπτέμβριο του 2014, επιζητώντας …το τέλος του μνημονίου, την αποχώρηση του ΔΝΤ και την επιβεβαίωση του success story. Φυσικά, δεν έλαβε τίποτε από αυτά και επέστρεψε πολιτικά ηττημένος, αντιλαμβανόμενος πως οι Γερμανοί είχαν προεξοφλήσει το πολιτικό του τέλος στις επόμενες εκλογές.
Κάποιοι λένε πως ο Αλέξης Τσίπρας ίσως αντιμετωπίσει κάτι ανάλογο. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει, όμως, πως το Βερολίνο θα αποδεχθεί πως η Ελλάδα θα βρεθεί στη δίνη εκλογών και πολιτικής αστάθειας, μιας αστάθειας μεταδιδόμενης στην ούτως ή άλλως ασταθή Ευρώπη που βυθίζεται σε μια μακρά αλυσίδα εθνικών εκλογικών αναμετρήσεων.
Εάν, για παράδειγμα, οι Γερμανοί (κυρίως ο Σόϊμπλε) έχουν αποφασίσει πως μπορούν να αναλάβουν το κόστος μιας ακόμα πηγής αστάθειας στην Ευρωζώνη, ίσως ορθώσουν τείχος έναντι του Αλέξη Τσίπρα ωθώντας τον σε εκλογές και ελπίζοντας πως στο μέλλον θα συναλλάσσονται με μια κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη που είναι αναμφισβήτητα πιο κοντά στις απόψεις τους και πολύ πιο κοντά στις απόψεις του ΔΝΤ.
Κάτι τέτοιο, όμως, προϋποθέτει πως το Βερολίνο έχει αξιολογήσει σωστά τους κινδύνους μετάδοσης αυτής της αστάθειας στην Ευρωζώνη, μετά τις εξελίξεις στην Ιταλία και ενόψει των εκλογών σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία. Επίσης θα πρέπει να συνυπολογίσουν πως μια κυβέρνηση Μητσοτάκη (με τη συνεργασία του ΠΑΣΟΚ) θα έχει, αναμφίβολα, πολλές περισσότερες κοινωνικές αντιδράσεις από αυτή του κ. Τσίπρα.