Σε συναγερμό βρέθηκε το πρωί το υπουργείο Οικονομικών καθώς δύο συμβάντα δημιούργησαν την εντύπωση πως στην προσπάθεια για την επίτευξη λύσης ως προς την αξιολόγηση “παραδίδει” τη μείωση του αφορολόγητου, την προσωπική διαφορά στις συντάξεις και την αύξηση του ΦΠΑ. Το πρώτο συμβάν αφορούσε τις αμφίσημες δηλώσεις του υπουργού Ανάπτυξης Δημήτρη Παπαδημητρίου που άφησε ορθάνοιχτο το παράθυρο για το αφορολόγητο. Το δεύτερο αφορούσε την εντύπωση που δημιουργήθηκε πως στην επιστολή του Ευκλείδη Τσακαλώτου στους Θεσμούς περιλαμβάνεται ακριβής περιγραφή των “εγγυημένων μέτρων” που αφορούν την επέκταση του “κόφτη” για (τουλάχιστον) ένα χρόνο μετά το 2018.
Τόσο ο κ. Παπαδημητρίου έσπευσε να κάνει διευκρινιστική δήλωση που αποκλείει τη μείωση του αφορολόγητου, όσο και το υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε ανακοίνωση ότι στην επιστολή Τσακαλώτου δεν υπάρχει περιγραφή μέτρων και πως όλα αυτά θα τα παραθέσει δια ζώσης ο υπουργός στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 26 Ιανουαρίου.
Σύμφωνα με τις δημοσιογραφικές πληροφορίες, στο επίκεντρο τίθεται το σενάριο μείωσης του αφορολογήτου σε περίπτωση δημοσιονομικού εκτροχιασμού μετά το τέλος του προγράμματος.
Στο Eurogroup της επόμενης Πέμπτης θα δοθούν οι ανάλογες εξηγήσεις στους δανειστές, αναφορικά με το μείγμα μέτρων που προτείνει η ελληνική πλευρά για να «ξεπαγώσει» τις διαπραγματεύσεις της β’ αξιολόγησης.
Συγκεκριμένα, οι πηγές αναφέρουν ότι η κυβέρνηση μέσω της επιστολής του αρμόδιου υπουργού Οικονομικών «ενημέρωσε τους θεσμούς ότι θα προσέλθει στο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου με συγκεκριμένες θέσεις σ’ όλα τα εκκρεμή ζητήματα».
Ανοιχτά ζητήματα παραμένουν οι μεταρρυθμίσεις στο χώρο της ενέργειας, το δημοσιονομικό κενό που εντοπίζουν οι δανειστές για το 2018 και το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο, δηλαδή τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το τέλος του προγράμματος.
«Έχει μεγάλη σημασία να καταγραφεί πρόοδος στο Eurogroup» τόνισε σε συνέντευξή του στο ΕΘΝΟΣ ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, τονίζοντας πως η εγχώρια αντιπολίτευση και μεγάλο μέρος του εγχώριου Τύπου επιρρίπτουν ευθύνες στην ελληνική κυβέρνηση για την κωλυσιεργία στο κλείσιμο της αξιολόγησης.
«Μόνο το ΔΝΤ ζητά εκ των προτέρων ψήφιση των μέτρων γιατί μόνο το ΔΝΤ αμφισβητεί ότι θα φτάσουμε στο 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα το 2018» πρόσθεσε, διευκρινίζοντας πως η κυβέρνηση προτίθεται να περιγράψει κάποια μέτρα που ενδέχεται να ληφθούν στην περίπτωση οι δημοσιονομικές προβλέψεις απέχουν από τα αποτελέσματα. «Όμως, όπως έχω επίσης δημοσίως και επανειλημμένως πει, θεωρώ ότι αυτές οι κατηγορίες μέτρων είναι απίθανο να χρειαστούν» είπε.
Κατά τις πληροφορίες, όπως αναφέρει και το koutipandoraw.gr (http://www.koutipandoras.gr/article/dia-zwshs-oi-ehghseis-tsakalwtoy-gia-ta-metra-toy-mhxanismoy-ayhmenwn-eggyhsewn) η ελληνική πλευρά θα προτείνει την ενδεχόμενη μείωση του αφορολογήτου, αν και εφόσον δεν πιαστούν οι δημοσιονομικοί στόχοι μετά το πέρας του προγράμματος. Επίσης, αυτό θα έρθει σε συνδυασμό με το σενάριο μείωσης της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς και την αύξηση του μεσαίου συντελεστή ΦΠΑ από το 13% στο 14%. Και τα τρία προαναφερθέντα μέτρα ήταν πάγια αιτήματα του ΔΝΤ για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα, αφού διαφωνεί με τις επιταγές του Βερολίνου για πλεονάσματα 3,5% μετά το τέλος του προγράμματος.
Η λύση – πακέτο που επιζητά η κυβέρνηση, τίθεται με τον όρο στο μεσοπρόθεσμο πλαίσιο τα πλεονάσματα 3,5% να σπάνε σε 2,5% συν 1%, με το τελευταίο ποσοστό του ΑΕΠ να διαμοιράζεται μέσω της μείωσης των κοινωνικών εισφορών και των φόρων.