Αναμφισβήτητα είναι η πρώτη φορά σε συνεδρίαση του Eurogroup που οι μέχρι πρότινος θιασώτες της πιο σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας υπουργοί Οικονομικών και εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών Θεσμών μιλούν εμφατικά για το τέλος της εποχής της λιτότητας.
“Περνάμε από την λιτότητα στις μεταρρυθμίσεις και την ανάπτυξη”, ήταν το μόνο του Γερούν Ντάϊσελμπλουμ και του Πιερ Μοσκοβισί, οι οποίοι μίλησαν ως εντεταλμένοι του Eurogroup και των Θεσμών, άρα και της Γερμανίας.
Τι άλλαξε;
Ακόμα κι αν στην Ελλάδα αυτό το “τέλος της λιτότητας” δεν θα φανεί τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια – εάν και μέχρις ότου επιτευχθούν τα πλεονάσματα και εισέλθουμε στη φάση της μείωσης των φόρων- η διακήρυξη αυτή έχει αναμφισβήτητα την αξία της.
Πρωτίστως γίνεται για πολιτικούς λόγους. Ο ευρωπαϊκός εκλογικός κύκλος που ξεκινά στις 15 Μαρτίου από την Ολλανδία, την χώρα του κ. Ντάϊσελμπλουμ (το Εργατικό συγκυβερνών κόμμα του οποίου βρίσκεται χαμηλά στις δημοσκοπήσεις και ο ακροδεξιός Γκέερτ Βίλντερς προηγείται) και συνεχίζεται στη Γαλλία και μετά τη Γερμανία, είναι ο βασικός λόγος. Το “φάντασμα” του Ντόναλντ Τραμπ, η απειλή να ξανακυλίσουν διάφορες χώρες στην ύφεση, οι “βόμβες” της Ιταλίας, της Πορτογαλίας, ακόμα και της Ισπανίας, η διαφαινόμενη αναταραχή στην αγορά ομολόγων είναι μερικές από τις πρόσθετες αιτίες. Σε όλα αυτά προστίθεται και η βασική ανάγκη να πεισθεί το ΔΝΤ να παραμείνει εντός προγράμματος έστω και ως τεχνικός σύμβουλος. Γι αυτό και η επιμονή στις μεταρρυθμίσεις έρχεται ως ένα βαθμό να καλύψει τις απαιτήσεις του Ταμείου και να εξισορροπήσει την μετακίνηση της συζήτησης για το χρέος μετά τις γερμανικές εκλογές.
Η Ελλάδα, υπήρξε το πιο βίαιο δημοσιονομικό πείραμα στην Ευρώπη. Υπέστη κατακρήμνιση του ΑΕΠ της και πτωχοποιήθηκε. Η Ελλάδα χρησιμοποιείται, τώρα, ως πείραμα για την ανάταξη της ευρωπαϊκής εικόνας.
Το “τέλος της λιτότητας”, παρότι πολύ καλό για να ακούγεται αληθινό, είναι μία διακήρυξη που έχει την αξία της αλλά μένει να την δούμε να μετουσιωθεί σε πράξη.
Οι διακηρύξεις στο Eurogroup
Ο πρόεδρος του Συμβουλίου υπουργών της ζώνης του ευρώ Γερούν Ντάισελμπλούμ εξέφρασε από τις Βρυξέλλες την ικανοποίηση του για το γεγονός ότι μετά από εντατικές συνομιλίες οι υπουργοί αποφάσισαν να ανάψουν το πράσινο φως για την επιστροφή στην Αθήνα των θεσμικών εκπροσώπων των δανειστών.
Τόσο ο Γερούν Ντάισελμπλούμ όσο και ο επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί ανέφεραν ότι υπάρχουν ακόμη ανοιχτά θέματα προς συζήτηση, σημειώνοντας ωστόσο την ανάγκη εξόδου από τις πολιτικές λιτότητας.
Χαιρέτησαν επίσης τόσο τη δημοσιονομική εξυγίανση όσο και τη σταδιακή επιστροφή της ανάπτυξης στην Ελλάδα.
Γ. Ντάισελμπλουμ: Υπάρχει μια αλλαγή φιλοσοφίας στο ελληνικό ζήτημα όπου το πρωταρχικό δεν είναι πλέον η εφαρμογή πολιτικών λιτότητας, αλλά η προώθηση βαθιών διαρθρωτικών αλλαγών
Τη μετατόπιση του μείγματος οικονομικής πολιτικής από τη λιτότητα προς την κατεύθυνση των βαθιών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την Ελλάδα υπογράμμισε ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ . Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά το πέρας της συνεδρίασης των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, ο ίδιος ανέφερε πως οι εκπρόσωποι των θεσμών θα επιστρέψουν σύντομα στην Αθήνα με στόχο να επιτύχουν μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (Staff Level Agreement) για ένα νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων που θα αφορά το φορολογικό, το συνταξιοδοτικό και την αγορά εργασίας.
Όπως εξήγησε, η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών της και πλέον δεν έχει ανάγκη επί της ουσίας για πολιτικές λιτότητας, αλλά για διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους και τη στήριξη της ανάκαμψης, όπως τονίζει και το ΔΝΤ.
Η εν λόγω συμφωνία, σημείωσε, «εφόσον και όταν επιτευχθεί» θα «ξεκλειδώσει» μια «πολιτική συζήτηση» σε επίπεδο Eurogroup για τα τελευταία στάδια του ελληνικού προγράμματος, “πιο ρεαλιστικούς” στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα μετά το 2018, καθώς και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Ο ίδιος δήλωσε ικανοποιημένος για το αποτέλεσμα της σημερινής συνεδρίασης και το γεγονός ότι υπάρχει ευρεία στήριξη στις αποφάσεις που ελήφθησαν. Ωστόσο, τόνισε πως «μένουν ακόμα πολλά να γίνουν», αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες που έχουν οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις.
Ο Γ. Ντάισελμπλουμ διευκρίνισε επίσης πως εφόσον η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων δημιουργήσει ένα δημοσιονομικό περιθώριο, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορεί σε συνεννόηση με τους θεσμούς να το χρησιμοποιήσει για την τόνωση της ανάπτυξης και της απασχόλησης.
Στο πλαίσιο της αποστολής των θεσμών στην Αθήνα θα συζητηθούν οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης για τα εν λόγω αντισταθμιστικά μέτρα, τα οποία και θα υπάρχει δυνατότητα να προνομοθετηθούν επίσης. Σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, ανέφερε ότι θα πρέπει να ακολουθούν τις ευρωπαϊκές καλύτερες πρακτικές.
Ο πρόεδρος του Eurogroup είπε πως παρόλο που η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει άμεσα θέμα ρευστότητας, είναι σημαντικό να επέλθει γρήγορα η συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών προκειμένου να εδραιωθεί το κλίμα εμπιστοσύνης που ανακτήθηκε το τελευταίο διάστημα.
Σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα τόνισε πως αυτός είναι ο στόχος του και πως θα τον επιτύχει, εφόσον επιτευχθεί μια συνολική συμφωνία η οποία θα είναι αρκετά «αξιόπιστη».
Από την πλευρά του ο επίτροπος Οικονομικών υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί υπογράμμισε πως η Επιτροπή είναι έτοιμη να στηρίξει την Ελλάδα προκειμένου να βρει χρηματοδότηση για την προώθηση ενεργών πολιτικών απασχόλησης και πως διερευνά όλες τις δυνατές λύσεις. Ο Π. Μοσκοβισί δήλωσε επίσης πως το σημερινό αποτέλεσμα ήταν θετικό και πως υπάρχουν τώρα οι συνθήκες για την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία σε επίπεδο προσωπικού «το συντομότερο δυνατό». Εξάλλου, τόνισε πως παρόλο που η Ελλάδα πλέον επέστρεψε στην ανάπτυξη έχει ακόμα υψηλή ανεργία και κοινωνικές ανισότητες και γι΄αυτό έχει ανάγκη ένα «ισορροπημένο πακέτο». «Υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω προσπάθειες σίγουρα, αλλά και για μέτρα υπέρ της απασχόλησης και την ανάπτυξης» ανέφερε.
Τέλος από την πλευρά του ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ καλωσόρισε τις σημερινές αποφάσεις, τονίζοντας την ανάγκη η Ελλάδα να συνεχίσει την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προκειμένου να στηρίξει την ανάπτυξη και την απασχόληση.