Η παραμονή της ελληνικής ομάδας στις Βρυξέλλες έως την ερχόμενη Πέμπτη αποδεικνύει την προσπάθεια, κυρίως των Ευρωπαίων εταίρων μας, για μια έμμεση κάλυψη της αποτυχίας στο να έχουμε τεχνική συμφωνία στο Eurogroup.
Στις Βρυξέλλες θα παραμείνουν για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο αναπληρωτής υπουργός οικονομικών, Γιώργος Χουλιαράκης και η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Έφη Αχτσιόγλου.
Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα αναμένεται να συζητήσει συμβιβαστικές λύσεις γίνουν σε ασφαλιστικό και εργασιακό, οι οποίες θα φέρουν ποσοτική χαλάρωση και ελάφρυνση του χρέους.
Κυβερνητικές πηγές τόνισαν ότι όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές στις διαπραγματεύσεις θεωρούν ότι είμαστε κοντά σε μια συμφωνία και ότι έχει γίνει τεράστια δουλειά σε πολλά θέματα, όπως για παράδειγμα στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων και στον εξωδικαστικό συμβιβασμό που είναι κύρια στρατηγική της κυβέρνησης για να διαχειριστεί τα κόκκινα δάνεια, καθώς και στο κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού το 2018. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, υπό συζήτηση βρίσκονται τα δημοσιονομικά περιθώρια μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, ενώ έχει επιτευχθεί πρόοδος σχετικά με τη συγκεκριμενοποίηση των λεγόμενων αντισταθμιστικών μέτρων.
Εργασιακά
Όσον αφορά τα εργασιακά, κυβερνητικοί παράγοντες εκτίμησαν ότι παρά τις μεγάλες διαφορές με το ΔΝΤ, υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης για να βρεθεί ένας συμβιβασμός. Οι ίδιοι παράγοντες υπενθύμισαν ότι η Ελλάδα είναι μέλος της ευρωζώνης και της ΕΕ και ότι το Μνημόνιο είναι σαφές όσον αφορά το θέμα της αγοράς εργασίας, αναφέροντας ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να νομοθετήσει στον τομέα αυτό βάσει των ευρωπαϊκών πρακτικών. Οι ίδιοι κυβερνητικοί κύκλοι υπενθύμισαν ότι έχει κληθεί ομάδα εμπειρογνωμόνων για να αποφανθεί ποιές είναι οι βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα σε αυτό το θέμα και ως εκ τούτου υπογράμμισαν ότι δεν υπάρχει διαφωνία με όλους τους θεσμούς.
Πιο «εύπεπτη» από τη λύση του ΔΝΤ είναι αυτή της ΕΕ που ζητά την άρση της διοικητικής ρύθμισης Ι (δηλαδή της έγκρισης του υπουργού) και την αύξηση του α ανώτερου μηνιαίου ορίου από το 5% στο 10%, με αντάλλαγμα την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων σε κλαδικό επίπεδο.
Με δεδομένο τον πολύ μικρό αριθμό μεγάλων επιχειρήσεων στην χώρα, το ΔΝΤ θεωρείται ότι μπορεί να υποχωρήσει από τις θέσεις του.
Η καθολική άρνηση του Ταμείου σήμερα είναι αποτέλεσμα και της ελληνικής άρνησης για οποιαδήποτε αλλαγή επί το επαχθέστερο.
Ασφαλιστικό
Το ασφαλιστικό, αφορά την περικοπή της προσωπικής διαφοράς των προσωπικών συντάξεων κατά 50% το 2020, την οποία σύσσωμοι οι θεσμοί θέλουν να ισχύσει εφάπαξ, ενώ η ελληνική πλευρά θέλει να ισχύσει σε ορίζοντα χρόνου τριών ετών.
Εδώ, το στοίχημα της ελληνικής πλευράς είναι να πείσει ότι η συνολική εξοικονόμηση που θα χρειαστεί είναι μικρότερη από 1% του ΑΕΠ χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που θέλουν χωρίς τα πρόσθετα μέτρα η Ελλάδα να επιτυγχάνει πλεόνασμα 5% του ΑΕΠ το 2020.
Μέτρα/φορολογία
Όσον αφορά την προνομοθέτηση μέτρων, κυβερνητικές πηγές ανέφεραν ότι πρόκειται για ένα πακέτο μέτρων της τάξεως του 2% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 3,6 δισ. ευρώ. “Το γεγονός ότι διαφωνούμε στο ύψος της μείωσης του ΕΝΦΙΑ είναι απόδειξη του πόσο μακριά έχουμε πάει σε αυτή τη συζήτηση”, ανέφεραν οι ίδιες πηγές.
Σε πρώτη φάση η ελληνική πλευρά έχει δεχθεί τη μείωση του αφορολόγητου στα 6000 ευρώ αν και υπάρχει ακόμη η συζήτηση για το ποσοστό της εισπραξιμότητας των φόρων μετά από μια τόσο μεγάλη μεταβολή η οποία θα πλήξει κυρίως τα χαμηλά και πολύ χαμηλά εισοδήματα.
Με τον ΕΝΦΙΑ υπάρχει ακόμη διαφωνία και στο ποσοστό μείωσης (το ΥΠΟΙΚ θέλει 40% ενώ οι θεσμοί συζητούν μείωση κατ ανώτερο 15%), αλλά και τους δικαιούχους, αφού οι δανειστές ζητούν να έχουν μεγαλύτερη μείωση αυτοί που έχουν ακίνητη περιουσία με αντικειμενική αξία πάνω από 200.000 ευρώ και πληρώνουν συμπληρωματικό φόρο.
Η ελληνική πλευρά από την άλλη πλευρά θέλει να διοχετεύσει τη μείωση στην μεσαία και χαμηλή ακίνητη περιουσία.
Τέλος, κυβερνητικοί παράγοντες υπογράμμισαν ότι και οι τέσσερις θεσμοί δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στο πόσο σημαντικό είναι να υπάρξει έγκαιρη ολοκλήρωση της αξιολόγησης. “Ειδικά το ΔΝΤ έδειξε ότι θέλει να διαπραγματευτεί με καλή πίστη”, ανέφεραν οι ίδιες πηγές, προσθέτοντας ότι θα ήταν κρίμα αν διακινδυνέψει και πάλι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Οι δηλώσεις Τσακαλώτου, Ντάισελμπλουμ, Μοσκοβισί, Ρέγκλινγκ
Διαπιστώθηκε σχεδόν από όλες τις πλευρές η πρόοδος που έχουμε κάνει και ότι έχουν κλείσει τα πιο πολλά ζητήματα, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλειδης Τσακαλώτος μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του Eurogroup.
«Σημαντική δουλειά και πρόοδος σημειώθηκε κατά το περασμένο διάστημα αλλά κάποια ζητήματα κλειδιά παραμένουν ανοιχτά» δήλωσε ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ.
Από την πλευρά του ο επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί χαρακτήρισε «χρήσιμη» την προπαρασκευαστική συνάντηση, καθώς «ξεκαθαρίστηκαν» τα επόμενα βήματα. Ο ίδιος ανέφερε πως τα ανοιχτά ζητήματα αφορούν την αγορά εργασίας και τις συντάξεις.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ υπογράμμισε επίσης την ανάγκη να μη χαθεί το μομέντουμ, καθώς η όποια «αβεβαιότητα» μπορεί να έχει «κόστος» για την οικονομία και τις επενδύσεις.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ, enikonomia.gr