Όλο και περισσότεροι χρήστες στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο χρησιμοποιούν τα online μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Twitter, YouTube κ.α.) και τις μηχανές αναζήτησης (Google, Bing κ.α.) ως βασικά κανάλια πληροφόρησης, όμως λίγοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι με διάφορους τρόπους αυτά τα διαδικτυακά μέσα (social media) μπορούν να χειραγωγηθούν κατάλληλα, έτσι ώστε να επηρεάσουν τεχνηέντως τις πολιτικές εξελίξεις, ακόμα και το αποτέλεσμα των εκλογών…
Αυτό είναι το βασικό μήνυμα μιας νέας επιστημονικής εργασίας τού ελληνικής καταγωγής καθηγητή της επιστήμης των υπολογιστών Παναγιώτη Μεταξά, η οποία δημοσιεύεται στο τελευταίο τεύχος του κορυφαίου επιστημονικού περιοδικού «Science».
Η μελέτη, με τίτλο «Τα κοινωνικά μέσα και οι εκλογές», έγινε σε συνεργασία με την επίκουρη καθηγήτρια επιστήμης των υπολογιστών, Ένι Μουσταφαράτζ, του Κολλεγίου Wellesley στη Μασαχουσέτη, όπου διδάσκει και ο Π. Μεταξάς. Οι δύο ερευνητές περιγράφουν ορισμένες μεθόδους με τις οποίες οι κάθε είδους πολιτικοί προπαγανδιστές, οι κακόβουλοι αποστολείς μαζικής ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (spam) και οι χάκερ χρησιμοποιούν τις λεγόμενες «βόμβες Google» και «βόμβες Twitter». Πρόκειται για ειδικά προγράμματα λογισμικού που σκοπίμως παραμορφώνουν τα αποτελέσματα των μηχανών αναζήτησης και κατακλύζουν τα κοινωνικά μέσα με κατευθυνόμενα μηνύματα. Με αυτό τον τρόπο, καταβάλλουν συνειδητές προσπάθειες να επηρεαστεί η γνώμη των εκλογέων για τους υποψήφιους ή γενικότερα για ένα πολιτικό κόμμα.
Με αφορμή και τις επικείμενες οριακές αμερικανικές εκλογές, όπου γίνεται σκληρή μάχη μεταξύ Ομπάμα και Ρόμνεϊ, οι δύο ερευνητές επισημαίνουν ότι όλοι σχεδόν οι υποψήφιοι και τα κόμματά τους αξιοποιούν δεόντως τα social media -περισσότερο από κάθε προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση στις ΗΠΑ- προκειμένου να επηρεάσουν τις αντιλήψεις των ψηφοφόρων υπέρ των δικών τους απόψεων και εναντίον των πολιτικών αντιπάλων τους, καθώς και για να αντλήσουν χρηματικές εισφορές από τους πολίτες.
Σύμφωνα με τον Π. Μεταξά, υπάρχουν πολλοί ενδιαφερόμενοι που προσπαθούν να πληροφορήσουν, αλλά και να επηρεάσουν τις αποφάσεις των πολιτών μέσω των κοινωνικών δικτύων. Διαφημιστές και προπαγανδιστές επιδιώκουν τη χειραγώγηση των μηχανών αναζήτησης, ώστε αυτές να παρέχουν αποτελέσματα που έχουν ανέβει στην κορυφή της αναζήτησης, χωρίς να το αξίζουν. Συνήθως, όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΜΠΕ), «δεν είναι εύκολο να καταλάβουμε μια τέτοιου είδους χειραγώγηση, επειδή δεν ξέρουμε πώς δουλεύουν αυτά τα κανάλια πληροφόρησης».
Η εδώ και χρόνια έρευνα του Έλληνα ειδικού της πληροφορικής έχει εντοπίσει διάφορες περιπτώσεις, όπου διαφόρων ειδών προπαγανδιστές έχουν καταφέρει να διασπείρουν ψευδείς πληροφορίες για ιατρικά, θρησκευτικά, οικονομικά και πολιτικά θέματα. Ειδικότερα όσον αφορά τα πολιτικά θέματα, αυτές οι πρακτικές αυξάνονται ιδιαίτερα λίγο πριν από τις εκλογές, όταν δεν υπάρχει αρκετός χρόνος για να ανακαλυφθεί και να ξεσκεπαστεί η παραπληροφόρηση.
«Οι μηχανές αναζήτησης», σύμφωνα με τον κ. Μεταξά, «είναι, πραγματικά, αξιοθαύμαστα εργαλεία καταχώρησης και ανακάλυψης πληροφοριών. Αλλά δεν είναι τέλειες, μπορούν να χειραγωγηθούν. Όμως, επειδή συνηθίζουμε να εμπιστευόμαστε τις μηχανές αναζήτησης και τα κοινωνικά δίκτυα, δεν είναι εύκολο να καταλάβουμε πότε οι πληροφορίες τους έχουν χειραγωγηθεί. Γι αυτό τον λόγο, στη σημερινή εποχή έχουμε περισσότερη ανάγκη για κριτική σκέψη απ’ ό,τι παλαιότερα».
Η νέα έρευνα καλεί σε εγρήγορση τους χρήστες του διαδικτύου, οι οποίοι, σύμφωνα με τον Έλληνα ερευνητή, θα πρέπει να θέτουν συστηματικά στον εαυτό τους και στους άλλους ερωτήσεις του τύπου: «Γιατί να πιστέψω αυτό που διαβάζω;», «Ποιος μας δίνει την πληροφορία;», «Μπορούμε να τη διασταυρώσουμε με ανεξάρτητες πηγές;», «Ποια δείγματα αξιοπιστίας έχει δώσει ο συγγραφέας στο παρελθόν;»
Αναφερόμενος ειδικότερα στη σημασία της έρευνάς του για την ελληνική πολιτική σκηνή, ο κ. Μεταξάς επισήμανε ότι η Ελλάδα «περνάει μία περίοδο κρίσης, όπου ο εκνευρισμός, η απογοήτευση και η δυσκολία διαβίωσής μας μειώνει την ικανότητα κριτικής σκέψης. Το ελληνικό Διαδίκτυο περιλαμβάνει, για παράδειγμα, δεκάδες ιστολόγια (blogs) που έχουν φτιαχτεί μόνο και μόνο για να εκμεταλλεύονται τις διαφημίσεις από τις μηχανές αναζήτησης. Επειδή, λοιπόν, αυτά τα blogs δεν ανήκουν σε δημοσιογράφους που κάνουν έρευνα για να γράφουν άρθρα, απλώς αντιγράφουν άρθρα και φήμες χωρίς αξιολόγηση. Το αποτέλεσμα είναι αυτά τα “άρθρα” να εμφανίζονται στη κορυφή των αναζητήσεων μας και να δημιουργούν την αίσθηση ότι “βούιξε το Ίντερνετ”. Αλλά η αλήθεια είναι ότι αυτά δεν είναι όντως αντιπροσωπευτικά».
Ένα σχετικό πρόβλημα, σύμφωνα με τον κ. Μεταξά, «είναι ότι μερικοί δημοσιογράφοι αναπαράγουν (στο διαδίκτυο) πληροφορίες που είναι ανάξιες λόγου, επειδή είτε δεν θέλουν, είτε δεν μπορούν να τις αξιολογήσουν».
Ο Παναγιώτης Μεταξάς είναι καθηγητής Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Wellesley της Βοστώνης και ιδρυτής του προγράμματος Τέχνης και Επιστήμης των Πολυμέσων και συνεργάζεται με το Κέντρο Ερευνών για την Πληροφορική και την Κοινωνία (CRCS) του πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Σπούδασε Μαθηματικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και Επιστήμη των Υπολογιστών στο πανεπιστήμιο Μπράουν, ενώ στο παρελθόν έχει εργαστεί στα πανεπιστήμια ΜΙΤ, Σίδνεϊ και Ντάρτμουθ (όπου απέκτησε και το διδακτορικό του). Τα ερευνητικά ενδιαφέροντά του επικεντρώνονται στην προώθηση της πληροφορίας και της παραπληροφόρησης στον Διαδίκτυο, στους παράλληλους αλγόριθμους, στα πολυμέσα και στην εκπαίδευση.
Πηγή ΑΜΠΕ