Θα έπρεπε, αν ήθελα να παίξω με τους σημερινούς μιντιακούς κανόνες, να παραστήσω τον έκπληκτο, τον σοκαρισμένο με την εικόνα της εισβολής του Ιβάν Σαββίδη με το κουμπούρι στο τερέν της Τούμπας. Θα ήταν όμως παραπάνω από υποκριτικό από μέρους μου, και δεν έχω απολύτως κανένα λόγο να το κάνω, μετά από 25 χρόνια στη δημοσιογραφία, ειδικά σε αυτό το blog, ειδικά σε αυτό το Μέσο, το οποίο, όπως έχετε αντιληφθεί ούτε ανήκει σε ιδιοκτήτη ομάδας, ούτε χρηματοδοτείται από ιδιοκτήτη ομάδας, ούτε ακολουθεί τον άνεμο.
Φυσικά μου προκαλεί οργή και με κάνει να χάνω τον ύπνο μου η εικόνα ενός τύπου που εισβάλει σε έναν δημόσιο χώρο με τα όπλα και τους μπράβους του για να επιβάλει τον νόμο του, αλλά όχι, φυσικά όχι, δεν με σοκάρει καθόλου, διότι τα όπλα τα βρήκα στη ρουτίνα του ποδοσφαίρου από τις πρώτες μου ημέρες στην αθλητική δημοσιογραφία, πίσω στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και δεν με αποχωρίστηκαν ποτέ.
Τι έχει αλλάξει από τότε; Μέχρι και πριν από περίπου 10 χρόνια τα όπλα έμεναν στο παρασκήνιο, οι οπλαρχηγοί ήταν προσεκτικοί. Δεν τα έβλεπες στην κοινή θέα επειδή ήταν προσεκτικοί, επειδή δεν ήθελαν να προκαλέσουν και να τραβήξουν τόσο πολύ πάνω τους την προσοχή, επειδή είχαν μια ανησυχία για τους τύπους, για τα μάτια του κόσμου, για το θεαθήναι. Εδειχναν ή και τραβούσαν τα πιστόλια σε δρόμους, σπίτια, γραφεία, διαδρόμους, αποδυτήρια, αλλά όχι μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, όχι μέχρι εκεί. Κι ύστερα ήρθε η κρίση. Κι αυτοί άρχισαν να χρησιμοποιούν τη δύναμη του χρήματος, σε μια εποχή πείνας, και να αγοράζουν τα πάντα σε τιμή ευκαιρίας. Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε στους οπλαρχηγούς η κοινή αίσθηση ότι είναι πάνω από νόμους, ότι μπορούν να αλλάζουν νόμους και κανονισμούς, ότι μπορούν να επιβάλουν τον δικό τους νόμο, ότι δεν έχουν να φοβούνται κανέναν νόμο, ότι, εφόσον έχεις να πληρώσεις, όλα επιτρέπονται και όλα τα μπορείς, σε μια χώρα που πουλά τα πάντα σε τιμή ευκαιρίας. Οσο συχνά βλέπουμε εγώ κι εσύ αστυνόμο ή τροχονόμο στα προάστια της Αττικής, τόσο συχνά υπόκεινται και αυτοί σε έλεγχο για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη και την χρήση μπράβων και όπλων. Εσύ περνάς πιο συχνά από ποτέ αυτή την εποχή με κόκκινο φανάρι επειδή δεν ανησυχείς ότι θα συλληφθείς και θα πληρώσεις. Αυτοί βγάζουν πιο εύκολα και πιο συχνά από ποτέ πλέον τα κουμπούρια, επειδή δεν ανησυχούν ότι θα συλληφθούν και ξέρουν ότι αν τους συμβεί, από λάθος, θα πληρώσουν και θα συνεχίσουν να το κάνουν.
Τα ήξερε η κυβέρνηση όλα αυτά που συμβαίνουν στον φανταστικό κόσμο του ποδοσφαίρου; Ρωτήστε τον Γιώργο Βασιλειάδη, ο οποίος τις προάλλες προσπαθούσε να εξηγήσει στους ομολόγους του, σε μια συνάντηση των υπουργών Αθλητισμού της Ευρώπης, το γιατί είναι ο μόνος υπουργός Αθλητισμού στην Ευρώπη που κυκλοφορεί με αστυνομική συνοδεία επειδή έχει πραγματικούς λόγους, και όχι επιθυμία show off, για να το κάνει. Φυσικά ο Βασιλειάδης δεν είναι ο πρώτος, το ίδιο συνέβαινε με τους προκατόχους του. Και το ίδιο συμβαίνει με τον πρόεδρο της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας εδώ και περίπου μια 10ετία, από την εποχή της προεδρίας του Σοφοκλή Πιλάβιου. Τις προάλλες ο σημερινός, ο αμίλητος Βαγγέλης Γραμμένος δέχθηκε έναν φάκελο, τον άνοιξε και βρήκε μια σφαίρα. Τι άλλο χρειάζεται κανείς να συμπληρώσει;
Αυτή την πραγματικότητα βρήκε η σημερινή κυβέρνηση. Αυτή την πραγματικότητα παρέλαβε και αυτή, το λιγότερο, συντηρεί. Με κρούσματα βίας σε όλο το πεδίο του επαγγελματικού αθλητισμού. Με ένα σωρό καταγγελίες από θύματα εκφοβισμού, επιθέσεων, απειλών, ξυλοδαρμών, προπηλακισμών. Σε αυτή την πραγματικότητα λειτουργεί η σημερινή κυβέρνηση, και αυτή την πραγματικότητα θα συντηρήσει. Διότι, στο τέλος της ημέρας, η κυβέρνηση αποτελείται από ανθρώπους που φοβούνται και για τη δική τους ζωή, και για τη ζωή των μελών της οικογένειάς τους, και για το μέλλον. Περίπου μια 10ετία πίσω, το θυμάμαι σαν τώρα, ο τότε γενικός γραμματέας Αθλητισμού Πάνος Μπιτσαξής μου περιέγραφε τον τρόμο της συζύγου του και το σοκ που υπέστη όταν κουκουλοφόροι οπαδοί ομάδας του επιτέθηκαν, βράδυ, έξω από ένα σινεμά. Προς τιμήν του, τώρα που πέρασαν τα χρόνια μπορώ να το συμπεράνω με βεβαιότητα, η δική του πολιτική δεν επηρεάστηκε από τον εκφοβισμό. Δεν μπορώ όμως να πω το ίδιο για όλους. Σε μια χώρα τόσο ζούγκλα όσο η σημερινή Ελλάδα, πώς να μη φοβάσαι για το αύριο, δηλαδή για το πώς θα ζήσεις όταν δεν θα είσαι υπουργός και δεν θα κυκλοφορείς με αστυνομική συνοδεία εσύ ή τα μέλη της οικογένειάς σου; Θα θέλαμε, εγώ κι εσείς, να είναι αλλιώς, θα θέλαμε να σκέφτονται και να λειτουργούν αλλιώς οι πολιτικοί, αλλά ας μη παραμυθιαζόμαστε μεταξύ μας, αυτή είναι η σημερινή Ελλάδα.
Πηγή: gazetta.gr