Του Murat Yetkin*
Η Δευτέρα είναι μία σημαντική ημέρα όχι μόνο για τις σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά επίσης για τη δημοκρατία στην Τουρκία και την ασφάλεια στην Ευρώπη.
Σήμερα, 26 Μαρτίου, ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και το πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, με τον Βούλγαρο πρωθυπουργό Μπόικο Μπορίσοφ ως προεδρεύοντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βάρνα της Μαύρης Θάλασσας. Θα είναι η πρώτη συνάντηση αυτού του επιπέδου από τη συνάντηση του Μαΐου 2017 στις Βρυξέλλες.
https://youtu.be/_ylaoukqxmo
Η συνάντηση πραγματοποιείται με φόντο την ένταση που δημιουργήθηκε από τις επικρίσεις των Βρυξελλών στις 23 Μαρτίου ως προς τις τουρκικές ενέργειες κατά των προσπαθειών εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου από την ελληνοκυπριακή κυβέρνηση στα αμφισβητούμενα ύδατα της Μεσογείου. Η συνάντηση πραγματοποιείται επίσης σε μία στιγμή έντασης ως προς τις δηλώσεις της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ με τις οποίες καταδίκασε την επιχείρηση της Τουρκίας στο Αφρίν και του Ερντογάν με τις οποίες κατηγόρησε τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι δεν εκπλήρωσαν τις δεσμεύσεις τους απέναντι στη Τουρκία.
Αποτελεί γεγονός ότι υπάρχει σειρά σοβαρών προβλημάτων ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία, αλλά είναι επίσης γεγονός ότι και οι δύο πλευρές έχουν ακόμη εκατέρωθεν ελπίδες και προσδοκίες
Οι αμοιβαίες προσδοκίες και τα προβλήματα μπορούν να συνοψισθούν ως εξής:
*Με την πεποίθηση ότι έκανε αυτό που της αναλογεί στη μεταναστευτική συμφωνία του Μαρτίου 2016, η Άγκυρα θέλει από τις Βρυξέλλες να εκπληρώσουν τους όρους της συμφωνίας. Σύμφωνα με τη συμφωνία (που συνομολογήθηκε) υπό την ηγεσία της Μέρκελ, η Τουρκία όφειλε να διατηρήσει τον έλεγχο (σε συνεργασία με την Ελλάδα) της ροής των μεταναστών, οι αριθμοί των οποίων αυξήθηκαν καθώς επιδεινωνόταν ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία. Και σε αντάλλαγμα, η ΕΕ επρόκειτο να μοιραστεί το βάρος των περισσοτέρων των 3 εκατομμυρίων σύρων προσφύγων στην Τουρκία, να ανοίξει και πάλι τα κεφάλαια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, να χαλαρώσει το καθεστώς της βίζας στο πλαίσιο του Σένγκεν και να πραγματοποιεί συστηματικές συναντήσεις σε ηγετικό επίπεδο.
*Τρεις μήνες μετά τη συμφωνία, στις 15 Ιουλίου 2015, απόπειρα πραξικοπήματος σημειώθηκε στην Τουρκία. Πολλοί Τούρκοι πολίτες που κατηγορούνταν για σχέσεις με το παράνομο δίκτυο του Φετουλάχ Γκιουλέν, ενός ισλαμιστή ιεροκήρυκα που διαμένει στις ΗΠΑ και κατηγορείται ότι σχεδίασε το πραξικόπημα, ζήτησαν άσυλο σε πολλές χώρες της ΕΕ, κυρίως στη Γερμανία. Εκατοντάδες από αυτούς ήταν αξιωματικοί του στρατού που υπηρετούσαν στις διπλωματικές και νατοϊκές αποστολές της Τουρκίας στην Ευρώπη. Ο Ερντογάν κατηγόρησε πολλές φορές την ΕΕ ότι δεν δείχνει την αναγκαία αλληλεγγύη κατά του στρατιωτικού πραξικοπήματος και ότι προστατεύει τους υπόπτους για συμμετοχή στο πραξικόπημα.
*Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που κηρύχθηκε στις 20 Ιουλίου 2016, πέντε μέρες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, παρέκαμψε τη νομοθετική εξουσία του κοινοβουλίου με την έκδοση διαταγμάτων, επέβαλε περιορισμούς σε ορισμένα δικαιώματα και ελευθερίες, οδήγησε σε μαζικές συλλήψεις και απολύσεις δημοσίων λειτουργών, δικαστών και εισαγγελέων, καθώς και δημοσιογράφων και πολιτικών. Η ΕΕ θέλει τον τερματισμό της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και την άρση των περιορισμών των δικαιωμάτων και των ελευθεριών προς την κατεύθυνση των πολιτικών κριτηρίων της ΕΕ.
*Η τουρκική κυβέρνηση από την άλλη πλευρά θέλει αλληλεγγύη κατά της τρομοκρατίας, ειδικά κατά του εκτός νόμου PKK και των συμμάχων του. Ως προς την οικονομική βοήθεια για τους πρόσφυγες, ο Ερντογάν θέλει τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ που εγκρίθηκαν πρόσφατα να δοθούν στην τουρκική κυβέρνηση χωρίς την ανάγκη παρουσίασης προγραμμάτων, αφού η Τουρκία έχει υποστηρίξει τους πρόσφυγες μέσω δικών της προγραμμάτων για τα τελευταία έξι έως επτά χρόνια. Η Άγκυρα υποψιάζεται ότι η ΕΕ καθυστερεί την Τουρκία για να παρατείνει τον έλεγχό της επί πιθανής προσφυγικής ροής για όσο μεγαλύτερο δυνατόν διάστημα. Υπάρχουν μικρές πιθανότητες για σημαντική βελτίωση τους τομείς που προαναφέρθηκαν. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θέλουν οι ψηφοφόροι τους να θεωρήσουν ότι κάνουν υποχωρήσεις στον Ερντογάν, ο οποίος από την άλλη πλευρά θέλει να δείξει τους ψηφοφόρους του ότι κατάφερε τους Ευρωπαίους με την επιμονή του να αποδεχθούν τους όρους του.
Αλλά υπάρχουν οφέλη για την Τουρκία και την ΕΕ εάν βελτιωθούν οι σχέσεις. Εάν η ΕΕ σταματήσει να απομακρύνει την Τουρκία, είναι πολύ πιθανόν ότι όχι μόνο το επίπεδο της δημοκρατίας στην Τουρκία , αλλά και το επενδυτικό περιβάλλον θα βελτιωθούν. Η απειλή που σημαίνει για την Ευρώπη η επιδείνωση των σχέσεων με την Τουρκία δεν είναι μόνο λιγότερη συνεργασία ως προς τη ροή προσφύγων, η οποία είναι προφανές ότι θα ασκήσει πιέσεις προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που τελούν ήδη υπό πίεση από τα δεξιά τους κόμματα. Αλλά και το επίπεδο της αντιτρομοκρατικής συνεργασίας ανάμεσα στην Τουρκία και την ΕΕ, ειδικά ως προς του «ξένους μαχητές τρομοκράτες» που ταξίδεψαν από τις χώρες της ΕΕ στη Συρία για να ενταχθούν στο Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και στο Λεβάντες είναι επίσης σημαντικό για τους Ευρωπαίους πολίτες. Δεν υπάρχει λόγος να αναφερθεί ότι καλύτερες σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ θα συμβάλουν σε ένα ισχυρότερο ΝΑΤΟ και καλύτερη ασφάλεια στην Ευρώπη.
Φαίνεται ότι υπάρχει μία διέξοδος που μπορεί να βοηθήσει τον Ερντογάν και τους ηγέτες της ΕΕ να επιστρέψουν στα γραφεία τους με τα χέρια γεμάτα και χωρίς να κατηγορηθούν ότι κάνουν υποχωρήσεις: αρχίζοντας να συζητούν την αναβάθμιση της υπάρχουσας Συμφωνίας Τελωνειακής Ένωσης ανάμεσα στις δύο πλευρές. Και η ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση των πολιτικών σχέσεων για το καλό όλων των πλευρών.
*Ο Μουράτ Γετκίν είναι διευθυντής της αγγλόφωνης τουρκικής εφημερίδας Hurriyet Daily News.