Στους 74.692 θα ανέλθει ο συνολικός αριθμός εισακτέων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση για το ερχόμενο ακαδημαϊκό έτος, σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ενώ από τα στοιχεία προκύπτει πως τα τμήματα Πληροφορικής, Γεωπονίας και Ψυχολογίας είναι εκείνα που, σημειώνουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις στον αριθμό θέσεων.
Το πρώτο επακόλουθο που μπορεί να έχει η αύξηση του αριθμού των εισακτέων είναι η αύξηση των πιθανοτήτων των υποψηφίων να εισαχθούν σε κάποιο τμήμα ή σε κάποια σχολή της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Όπως επεσήμαναν αναλυτές στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η αύξηση είναι λελογισμένη, αλλά σίγουρα όχι αμελητέα και αναμένεται να κάνει ευκολότερη την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι οι όλες αυξήσεις έγιναν σε τμήματα που ανταποκρίνονται σε ανάγκες της αγοράς.
«Η αύξηση του αριθμού δεν είναι αμελητέα, αφού ξεπερνά το 5%, κάτι που σημαίνει ότι θα είναι ηπιότερος φέτος ο ανταγωνισμός μεταξύ των υποψηφίων για την εισαγωγή τους σε κάποια τμήματα και γενικότερα, θα είναι ευκολότερη η πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση», σχολίασε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιώργος Χατζητέγας, εκπαιδευτικός αναλυτής.
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τον κ. Χατζητέγα, οι βάσεις των περιφερειακών τμημάτων θα παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα και θεωρείται πιθανότερη η πτώση των βάσεων των τμημάτων του 2ου και του 4ου πεδίου, δηλαδή των Θετικών και Τεχνολογικών Επιστημών και των Επιστημών Οικονομίας και Πληροφορικής.
Όσον αφορά στα παιδαγωγικά τμήματα, πάντως, λόγω της κατάργησης του πεδίου των Παιδαγωγικών Επιστημών, αναμένεται αύξηση της ζήτησης και άρα, άνοδος και των βάσεων.
Αναφορικά με τις περιζήτητες σχολές, ο κ. Χατζητέγας ανέφερε ότι «δεν επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις για μείωση του αριθμού εισακτέων στα κεντρικά ΑΕΙ και έτσι, δεν μεταβάλλεται το τοπίο».
Εξάλλου, η αύξηση των θέσεων σε ορισμένες σχολές εγείρει το ερώτημα του κατά πόσον αυτή είναι χρήσιμη. «Αν και λελογισμένη η αύξηση του αριθμού εισακτέων, σε ορισμένα τμήματα η προσθήκη δέκα ή δεκαπέντε θέσεων δεν ικανοποιεί ουσιαστικά ούτε τους μαθητές, ούτε την αγορά εργασίας», σχολίασε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, από τη μεριά του ο Στράτος Στρατηγάκης, επίσης εκπαιδευτικός αναλυτής. «Για παράδειγμα, όταν έχουμε λίγους νοσηλευτές και πάρα πολλούς γιατρούς, θα έπρεπε να αυξηθούν δραστικά οι θέσεις στους νοσηλευτές και να μειωθούν εκείνες των γιατρών», συμπληρώνει.
Για τον κ. Στρατηγάκη, οι θέσεις στις Γεωπονικές σχολές είναι «πλασματικές» και «δεν θα λειτουργήσουν», αφού πολύ λίγοι είναι εκείνοι που επιλέγουν και εν τέλει παρακολουθούν τις σχολές αυτές, ενώ για τις σχολές ΦΠΨ, τονίζει ότι «οι αυξήσεις γίνονται γιατί είναι θεωρητικές και άρα φτηνές οι σπουδές». «Στις σχολές των Ηλεκτρολόγων, έπρεπε να γίνουν αυξήσεις, για να μη μένουμε ουραγοί στα θέματα της Τεχνολογίας και των εξελίξεων και φαίνεται λογική η αύξηση των θέσεων», συμπλήρωσε.
Το σημαντικό, ωστόσο, για τον κ. Στρατηγάκη είναι να απαντηθεί το ερώτημα «πού θα βάλουν τους φοιτητές τα ΑΕΙ;», αφού ήδη υπάρχουν διαμαρτυρίες από πλευράς πρυτάνεων, ότι ο αριθμός των φοιτητών σε αρκετά τμήματα είναι μεγαλύτερος από όσο μπορούν να αντέξουν τα αμφιθέατρα.