Με τα προβλήματα και την ένταση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο να μπαίνουν, προς το παρόν, «στον πάγο», η Αθήνα αναζητεί τη στρατηγική που θα πρέπει να ακολουθήσει έναντι της Αγκυρας την περίοδο όχι πριν αλλά μετά τις τουρκικές εκλογές της 24ης Ιουνίου.
Αν και ελάχιστοι εκτιμούν ότι υπάρχει πιθανότητα κάποιας θεαματικής ανατροπής σε μια εκλογική διαδικασία που απλώς θα επικυρώσει την απόλυτη επικράτηση του καθεστώτος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη γειτονική χώρα, υπάρχουν ουκ ολίγες λεπτομέρειες οι οποίες ίσως κρίνουν τη συνολική εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων σε βάθος χρόνου. Το εύρος της νίκης δεν διαδραματίζει τόσο σημαντικό ρόλο όσο η διαφαινόμενη ώσμωση των σημαντικότερων εθνικιστικών σχηματισμών, με το AKP σε ένα φαινομενικά αλλοπρόσαλλο, ωστόσο εξόχως επικίνδυνο κυβερνητικό μείγμα.
Στον προβληματισμό της Αθήνας πρέπει να προστεθούν και οι αυξανόμενες προσφυγικές ροές στο Ανατολικό Αιγαίο, σε μια περίοδο κατά την οποία το σύνολο του κρατικού μηχανισμού στην Τουρκία είναι προσηλωμένο στην προετοιμασία και τη διεξαγωγή των εκλογών του Ιουνίου. Παράλληλα, η κράτηση των δύο στρατιωτικών παραμένει «αγκάθι», καθώς η Τουρκία τους αντιμετωπίζει ως μοχλό σταθερής πίεσης προς την Αθήνα.
Διακριτικότητα
Σε επίπεδο γενικής αντιμετώπισης, προκρίνεται περισσότερο πλέον το μοντέλο του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά για αντιμετώπιση των σχέσεων με την Τουρκία με τον διακριτικότερο δυνατό τρόπο, σε διπλωματικό επίπεδο, ώστε να μην εμπλέκεται η Αθήνα σε διαρκή ανταλλαγή δημόσιων δηλώσεων και απαντήσεων, παρά μόνον όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Κοτζιάς την Παρασκευή, μετά τη συνάντησή του με τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου, δεν μίλησε σε κανέναν για το περιεχόμενο της συζήτησης παρά μόνο στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Οι κ. Κοτζιάς και Τσαβούσογλου συζήτησαν για αρκετή ώρα στο περιθώριο της υπουργικής συνόδου του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες και, μάλιστα, σε μια συγκυρία κατά την οποία η Τουρκία βρισκόταν υπό πίεση. Στη σύνοδο συζητήθηκε ανοικτά το ζήτημα των S-400, λίγο μετά την προώθηση σχεδίου νόμου που θα ακυρώνει την πώληση αεροσκαφών πέμπτης γενιάς F-35 στην
Τουρκία από Αμερικανούς γερουσιαστές.
Σε γενικές γραμμές, το κλίμα ανάμεσα στην Αγκυρα και την Ουάσιγκτον είναι δυσανάλογα αρνητικό και επηρεάζει αναλόγως και τη γενικότερη κατάσταση στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ, μετατρέποντας τη διατήρηση ισορροπιών σε απαιτητική άσκηση για τον γ.γ. του Βορειοατλαντικού Συμφώνου Γενς Στόλτενμπεργκ. Σε γενικές γραμμές, πάντως, το δόγμα Λουνς, εν ολίγοις η τήρηση ίσων αποστάσεων ανάμεσα σε δύο κράτη-μέλη με προβλήματα, παραμένει η τακτική και για τον σημερινό γ.γ. Από την ελληνική πλευρά έχει ευθέως τεθεί (πλέον και από τον κ. Κοτζιά) ζήτημα αλλαγής της γενικότερης στάσης, καθώς η κατάσταση στο Αιγαίο δεν συνιστά μια απλή διμερή διαφορά, αλλά την εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς από τη μια πλευρά έναντι της άλλης.
Ενδεικτικό της στάσης που τηρεί η Συμμαχία είναι ότι τα αεροσκάφη τύπου AWACS, τα οποία επιχειρούν σε αποστολές του ΝΑΤΟ στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, παρακάμπτουν όλες τις περιοχές του Αιγαίου πελάγους, τις οποίες οι Τούρκοι περιγράφουν ως «αποστρατιωτικοποιημένες». Η αμερικανοτουρκική ένταση αυξάνει γενικά την πίεση στην Αθήνα, η οποία θεωρείται, ούτως ή άλλως από την Αγκυρα, ένας παράγοντας απολύτως ενταγμένος στους δυτικούς σχεδιασμούς και σε ευθυγράμμιση με την Ουάσιγκτον.
Παράλληλα, είναι ιδιαιτέρως σημαντική η κατάληξη των διαπραγματεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη ανάμεσα στην Αθήνα και την Ουάσιγκτον για τη χρήση των βάσεων της Σούδας. Εως τώρα έχει εγκριθεί η χρήση των αεροπορικών βάσεων στη Λάρισα και το Καστέλλι για τη στάθμευση drones. Παράλληλα, το αεροδρόμιο της Σούδας χρησιμοποιείται από την αμερικανική αεροπορία για μεταφορά εφοδίων και οπλισμού στα πλοία του Ναυτικού τα οποία βρίσκονται στη ναυτική βάση της Σούδας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ιδιαιτέρως αυξημένη στην Κρήτη είναι πλέον και η παρουσία των Βρετανών. Καλά πληροφορημένες πηγές κάνουν λόγο για επιστροφή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς οι εκπαιδεύσεις (κοινές ή όχι) τις οποίες πραγματοποιούν οι βρετανικές ειδικές δυνάμεις και το Βασιλικό Ναυτικό είναι περισσότερες από ποτέ. Ερώτημα αποτελούν οι διεξαγόμενες συζητήσεις για το εύρος της χρήσης της ναυτικής βάσης της Σούδας, που ανανεώνεται κατ’ έτος. Η κυβέρνηση πέρυσι ανανέωσε, κατά τη συνήθη πρακτική, τη χρήση της βάσης για ένα χρόνο. Πιθανή επέκταση στα 5 ή τα 10 χρόνια θα οδηγούσε αυτομάτως σε μεγαλύτερες επενδύσεις από τις χώρες-χρήστες της βάσης (κατά κύριο λόγο τις ΗΠΑ). Ωστόσο, ακόμη και σήμερα, οι επεκτάσεις που γίνονται, αλλά και οι νέες εγκαταστάσεις που κατασκευάζονται πρακτικά μεγαλώνουν το επιχειρησιακό «αποτύπωμα» της Σούδας.
Γραφείο ΑΚΡ στα Σκόπια
Για την Αθήνα, μία από τις πιο ανησυχητικές τουρκικές κινήσεις είναι αυτή της διείσδυσης στα Βαλκάνια και, κυρίως, στις γειτονικές χώρες. Μόλις πριν από λίγες ημέρες εγκαινιάστηκε και επισήμως γραφείο του κυβερνώντος τουρκικού κόμματος ΑΚΡ, το οποίο μέχρι πρότινος εκπροσωπούνταν από έναν οργανισμό «βιτρίνα». Η Τουρκία παραμένει μια χώρα που βρίσκεται μεταξύ της 5ης και της 6ης θέσης σε επενδύσεις στην ΠΓΔΜ, ωστόσο κινείται επιθετικά. Ολοι στα Σκόπια γνωρίζουν ότι ο πιο γρήγορος τρόπος να εξασφαλίσουν ένα δάνειο είναι μέσω του τοπικού παραρτήματος της τουρκικής Halkbank.
Είναι γνωστές οι προσπάθειες διείσδυσης της Αγκυρας στην Αλβανία και τη Βουλγαρία, ενώ στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο ο κ. Ερντογάν θα προχωρήσει σε σειρά συγκεντρώσεων σε περιοχές που εντάσσονται… ψυχολογικά στο νεοοθωμανικό αφήγημα το οποίο προωθεί. Δεν είναι τυχαίο ότι στις 20 Μαΐου ο κ. Ερντογάν θα πραγματοποιήσει μεγάλη προεκλογική ομιλία στο Σεράγεβο της Βοσνίας, όπου θα συγκεντρωθούν Τούρκοι από όλη την Ευρώπη. Για την Αθήνα είναι, βεβαίως, εξόχως ανησυχητική η πιθανότητα ανάλογης προεκλογικής δραστηριότητας και σε ελληνικό έδαφος, εν προκειμένω στη Θράκη (οι εκλογές στα τμήματα εκτός της Τουρκίας θα ξεκινήσουν τρεις εβδομάδες νωρίτερα).
Αυτή η επιθετική «πολιτισμική» πολιτική της Αγκυρας στα Βαλκάνια έχει θορυβήσει όχι μόνον τις ΗΠΑ αλλά και την Ε.Ε., η οποία παρατηρεί την περιοχή να γίνεται πεδίο εξάπλωσης της επιρροής της Τουρκίας αλλά και της Ρωσίας. Αυτή η ανησυχία εξηγεί τη σπουδή που φαίνεται ότι υπάρχει στις Βρυξέλλες για την προώθηση της ενταξιακής προοπτικής της Σερβίας. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, στις Βρυξέλλες επιθυμούν την ταχύτερη δυνατή ένταξη της Σερβίας στην Ε.Ε. ως χώρας με ποικιλοτρόπως ομοιογενή πληθυσμό και ταυτότητα πολύ πιο κοντά στο ευρωπαϊκό κεκτημένο από εκείνη π.χ. της Αλβανίας. Αυτή η πραγματικότητα ουσιαστικά βοηθά και στην υπόθεση της ΠΓΔΜ. Η συγκεκριμένη ατμόσφαιρα αναμένεται να είναι ορατή και στη Σύνοδο της Ε.Ε. για τα Δυτικά Βαλκάνια που θα πραγματοποιηθεί σε δύο εβδομάδες στη Σόφια της Βουλγαρίας.
Οι φρεγάτες και τα F-16
Παράπλευρη, αν και όχι άμεσα συνδεδεμένη, πτυχή των ελληνοτουρκικών είναι, βεβαίως, η προσπάθεια της Αθήνας να εκσυγχρονίσει και να αναβαθμίσει τα υφιστάμενα οπλικά συστήματα των Ενόπλων Δυνάμεων και, εν καιρώ, να προχωρήσει σε νέες παραγγελίες και συνεργασίες. Απ’ ό,τι φαίνεται η διαδικασία αυτή είναι συνδεδεμένη και με τις δυνατότητες που θα μπορούσαν να αποκτήσουν οι διάφορες ημιθανείς εκδοχές της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται, μεταξύ άλλων, οι συζητήσεις ανάμεσα στην Αθήνα και στο Παρίσι για την κατασκευή μονάδων επιφανείας σε μελλοντική φάση, αλλά και την εκμίσθωση φρεγατών από τη Γαλλία για το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό (Π.Ν.). Πλην της πολιτικής συζήτησης την οποία προξένησε, η ανάγκη του Π.Ν. για προμήθεια πλοίων ανοιχτής θαλάσσης είναι εκφρασμένη, ενώ, παράλληλα, βρίσκεται σε εξέλιξη η αναβάθμιση των υποδομών για τον ελλιμενισμό μεγαλύτερων πλοίων, ιδιαίτερα στον ναύσταθμο Κρήτης. Την παρούσα περίοδο φρεγάτες όπως οι FREMM, αποτελούν για το Π.Ν. τη βέλτιστη δυνατή λύση, διότι δίνουν τη δυνατότητα στρατηγικού χτυπήματος και αποτελούν ιδανική εισαγωγή για τις κορβέτες Belh@rra και το δικτυοκεντρικό σύστημα, το οποίο αποτελεί παγκοσμίως τη σύγχρονη τάση για το Ναυτικό.
Αν και το ζήτημα των φρεγατών FREMM συζητήθηκε επί δίωρο στην πρόσφατη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ, το ζήτημα από το οποίο εξήχθησαν πολύ πιο χρήσιμα συμπεράσματα για τις δημοσιονομικές δυνατότητες της Αθήνας στην παρούσα φάση ήταν η αναβάθμιση των F-16. Με την προθεσμία που έχουν δώσει οι Αμερικανοί να λήγει πρακτικά την Τετάρτη, η κατάσταση γίνεται ασφυκτική. Από την Αθήνα εκτιμούν πως μπορεί να δοθεί μία ακόμη μικρή παράταση, ενώ από την αμερικανική πλευρά διαμηνύεται πως μετά τη λήξη της προθεσμίας, η νέα προσφορά θα είναι υψηλότερη (από το περίπου 1,3 δισ. ευρώ που αγγίζει σήμερα). Η διαφορά ανάμεσα στις δύο πλευρές αφορά τις πρώτες πληρωμές και, κυρίως, αυτές του 2019 και 2020.
ΠΗΓΗ: Καθημερινή