Είναι καλό, άραγε, να λέει ο πρόεδρος των Βιομηχάνων “συγχαρητήρια” στον αριστερό Αλέξη Τσίπρα; Με ιδεολογικούς όρους και τις λογικές αναγωγές στο παρελθόν, προφανώς είναι παράδοξο. Άβυσσος υποτίθεται πως χώριζε πάντοτε τη ριζοσπαστική αριστερά με το συστημικό και ενίοτε μεταπρατικό επιχειρείν. Όμως, ο Τσίπρας δεν είναι, πλέον, ο πολιτικός που θίγεται όταν εισπράττει τα εγκώμια των άλλοτε ιδεολογικών αντιπάλων του. Είναι ο πρωθυπουργός μιας χώρας που αδημονεί να (ξανα)ζήσει και ο επικεφαλής της κυβέρνησης ενός κόμματος που μετασχηματίστηκε και μετασχηματίζεται σε μια πολιτική δύναμη που πόρρω απέχει από το ακτιβιστικό παρελθόν που ορισμένοι επιμένουν να ανασύρουν.
Υπό αυτή την έννοια δεν δικαιολογείται ο “θυμός” της Ν.Δ, όπως φάνηκε από την αμήχανη σιωπή των μέσων ενημέρωσης που την υποστηρίζουν. Θα ανέμενε κανείς ειρωνεία και δηκτικά σχόλια για το παρελθόν, πάντως όχι αμηχανία και ζήλια για το μέλλον που διαγράφεται.
Δεν είναι, όμως, τα “συγχαρητήρια” που προβλημάτισαν την αξιωματική αντιπολίτευση. Είναι ο λόγος για τον οποίο ο επανεκλεγείς πρόεδρος του ΣΕΒ (ο οποίος κάποτε είχε γίνει “σημαία” της Ν.Δ για την κριτική που ασκούσε στην κυβέρνηση) αισθάνθηκε την ανάγκη να συγχαρεί τον πρωθυπουργό. Είναι η παραδοχή ότι η χώρα εξέρχεται από την μακρά και επώδυνη περίοδο των μνημονίων και από τον προσεχή Αύγουστο εισέρχεται σε μια διαφορετική φάση.
Όχι πως το τέλος των μνημονίων σημαίνει και το τέλος της οικονομικής κρίσης. Αυτό φρόντισε να το καταστήσει σαφές ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας και έτσι να κατεβάσει τον πήχη κάποιων υπερφίαλων προσδοκιών για επιστροφή σε πλήρη δημοσιονομική αυτονομία και απόλυτη οικονομική κανονικότητα.
Άλλωστε, όπως επισημαίνουν οι οικονομολόγοι, η χρονοκαθυστέρηση στην αφομοίωση του τέλους των μνημονίων από την πραγματική οικονομία μπορεί να φτάσει και τα δύο χρόνια. Περίπου τόσο λέγεται ότι θα απαιτηθεί, εάν λάβει κανείς υπόψη του τα παραδείγματα άλλων ευρωπαϊκών οικονομικών που εξήλθαν -και μάλιστα ευκολότερα- από τις μνημονιακές περιόδους. Στην Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί και λίγο περισσότερο καθώς πρέπει να συμβούν κι άλλα πράγματα. Από την πλήρη άρση των capital controls μέχρι την αναγκαία μείωση στη φορολόγηση φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων και από τον εκσυγχρονισμό στη λειτουργία του κράτους μέχρι την γρήγορη απονομή της Δικαιοσύνης.
Εκείνο, ωστόσο, που εκνεύρισε ορισμένους στην αξιωματική αντιπολίτευση με τα “συγχαρητήρια” του Θεόδωρου Φέσσα στον πρωθυπουργό είναι το γεγονός ότι η εγχώρια επιχειρηματικότητα αποδέχεται και υποδέχεται την αυτονόητη έξοδο της χώρας από τα μνημόνια και δεν υιοθετεί το αντίπαλο αφήγημα περί “τέταρτου μνημονίου” και επικείμενης καταστροφής που μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με προσφυγή άμεσα σε εκλογές και ανάληψη της εξουσίας από μια κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Αυτό πρακτικά δεν σημαίνει πως οι Φέσσας, Παπαλεξόπουλος, Μυτιληναίος, Βασιλάκης, Καραμούζης και άλλοι του νέου Δ.Σ του ΣΕΒ υψώνουν τη σημαία του ΣΥΡΙΖΑ. Ποτέ δεν θα μεταλλαχθούν σε κάτι άλλο απ΄ αυτό που ήταν και που είναι. Το συμφέρον των επιχειρήσεών τους κοιτάζουν και το συμφέρον αυτό αποζητά την ομαλοποίηση των συνθηκών στην οικονομία. Γι αυτό το λόγο είναι πρόθυμοι να συγχαρούν οιονδήποτε μπορεί να τους το προσφέρει. Εκτιμούν, λοιπόν, πως στην παρούσα συγκυρία είναι ο πρωθυπουργός αυτός που μπορεί να εγγυηθεί κάτι τέτοιο. Και για έναν πρόσθετο λόγο. Όπως η φύση απεχθάνεται το κενό, έτσι και οι εκπρόσωποι της επιχειρηματικότητας απεχθάνονται αυτή τη στιγμή την οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα που μπορεί να προκαλέσει μία πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Ίσως και διότι διαβλέπουν πως σε μια τέτοια περίπτωση μπορεί, όντως, να προκύψει…κενό.
Αυτό, δηλαδή, που επιθυμεί και επιδιώκει με όποιο κόστος η αντιπολίτευση είναι ακριβώς αυτό που απεύχονται οι επιχειρηματίες.Το είπε ο Φέσσας, το έχει πει σε όλους τους τόνους ο Μίχαλος, το επισημαίνουν οι τραπεζίτες, το αναφέρουν με κάθε ευκαιρία οι διεθνείς οίκοι και οι εταίροι και δανειστές.
Η Ν.Δ και το ΚΙΝ.ΑΛ εκτιμούν, για ακόμα μία φορά, με λανθασμένο τρόπο τις εξελίξεις.
Επιμένουν να αρνούνται την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα είναι σαφής.
Το παλαιό πολιτικό σύστημα -δηλαδή αυτά τα ίδια κόμματα- χρεοκόπησαν τη χώρα και την οικονομία και την οδήγησαν στην υπαγωγή στο πρώτο μνημόνιο. Κατά την 8αετία που ακολούθησε και για τον τρόπο που χειρίστηκαν οι ελληνικές κυβερνήσεις την διάσωση και αναδιάρθρωση της οικονομίας αλλά και την κατανομή των βαρών στους πολίτες, οι ευθύνες είναι προσδιορισμένες. Και αφορούν και τους δανειστές αλλά και όλες τις κυβερνήσεις, μηδεμιάς εξαιρουμένης, σε ποσοστά που αποτελούν αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης.
Όμως, τα εύσημα της εξόδου από τα μνημόνια τα πιστώνεται, είτε το θέλουν κάποιοι, είτε όχι, η κυβέρνηση που υπογράφει την τελευταία πράξη του μνημονιακού δράματος. Η κυβέρνηση Τσίπρα, έχοντας ήδη κατορθώσει την έξοδο, θα κριθεί εφεξής για πολλά πράγματα που αφορούν στην μετάβαση από τα μνημόνια στην κανονικότητα. Και θα κριθεί στις επόμενες εκλογές. Αυτό αφορά τους πολίτες και το πιο αφήγημα θα αξιολογηθεί ως πειστικότερο. Και θα κριθεί για την ελάφρυνση του χρέους αλλά και για την ικανότητα που θα επιδείξει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες, ιδιαίτερα μετά τη διεθνή αναταραχή (με απρόβλεπτες μεταβλητές) που προκαλεί η ιταλική κρίση που βαθαίνει και η πολιτική αστάθεια στην Ισπανία. Οι αγορές καραδοκούν και οι χειρισμοί πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί.
Σε αυτό το νέο τοπίο είναι βέβαιο πως θα πληθύνουν οι Κασσάνδρες και θα σπεύσουν εκείνοι που επιδιώκουν παράταση της μνημονιακής ομηρίας δια της προληπτικής γραμμής πίστωσης. Αυτό θα είναι το πολιτικό μπρα ντε φερ των επόμενων εβδομάδων.
Και κάπως έτσι θα εισέλθουμε στην φάση μετά τα μνημόνια και στην μακρά προεκλογική περίοδο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα επισημάνει τις ευθύνες εκείνων που χρεοκόπησαν τη χώρα, το 2010, και θα επικαλείται την έξοδο από τα μνημόνια, η Ν.Δ θα “ξεχνά” το…2010 και θα επιχειρήσει να πείσει πως όλα ξεκίνησαν το…2015.
Όμως, η έξοδος από τα μνημόνια θα έχει ήδη συντελεστεί. Και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, όπως και όλοι σχεδόν οι παράγοντες της οικονομίας, αυτό βλέπουν και αξιολογούν αυτή την ώρα. Έτσι εξηγούνται και τα “συγχαρητήρια”.