Ο Βασίλης Λεβέντης “ανακάλυψε” πίσω από τη νέα ανεξαρτητοποίηση βουλευτή του ( αυτή του Αριστείδη Φωκά) κάποιο “σχέδιο αποστασίας και ανωμαλίας” του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το επιχείρημα είναι πως η Ν.Δ, βάσει των δημοσκοπήσεων, “φλερτάρει” με την αυτοδυναμία και ως εκ τούτου για να την επιτύχει χρειάζεται η επόμενη Βουλή να είναι πεντακομματική. Γι αυτό το λόγο -πάντοτε κατά τον πρόεδρο της Ένωσης Κεντρώων- το κόμμα του πρέπει να διαλυθεί και να μην σταθεί εφικτό να περάσει το κατώφλι του 3% στις επόμενες εκλογές.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
“Υποψιάζομαι τον Μητσοτάκη, το ίδιο θα έλεγα και εάν στις δημοσκοπήσεις προηγείτο ο Τσίπρας. Τότε θα υποψιαζόμουν εκείνον”, είπε χαρακτηριστικά ο Βασίλης Λεβέντης.
Πϊσω, όμως, από τα όποια σενάρια συνωμοσίας υπάρχει και η σκληρή πραγματικότητα. Η Ένωση Κεντρώων, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν ήταν ποτέ η…Ένωση Κεντρώων. Ήταν το “κόμμα Λεβέντη”. Ένα ιδεολογικά πλαδαρό πολιτικό σχήμα, με στοιχεία πολιτικής γραφικότητας, δίχως συγκεκριμένη στόχευση και συνεκτικό πρόγραμμα. Ένα κόμμα που συγκέντρωσε μερίδα απογοητευμένων ψηφοφόρων, το 2015, κι έκτοτε κινήθηκε ως εκκρεμές μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ σε ένα τμήμα της πολιτικής γεωγραφίας που ενίοτε αυθαίρετα ορίζεται ως Κέντρο.
Κατά ανάλογο τρόπο, τις συνέπειες αυτής της έλλειψης συνοχής και ιδεολογικής ταυτότητας πληρώνει και το Ποτάμι. Ξεκίνησε ως μια φιλόδοξη προσπάθεια για ένα “κόμμα χωρίς πολιτικούς” και γρήγορα εξελίχθηκε σε ένα σχήμα προσωποπαγές με έναν αναγνωρίσιμο και δημοφιλή αρχηγό. Συγκέντρωσε πολιτικά πρόσωπα από κόμματα σε απαξίωση και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες να αυτο-προσδιοριστεί δεν το κατάφερε.
Ο ίδιος ο Σταύρος Θεοδωράκης επαίρεται συχνά ότι είναι κάτι σαν το En Marche του Εμανουέλ Μακρόν (κάποια περίοδο θεωρούσε περίπου ότι ο Γάλλος πρόεδρος τον “αντέγραψε”) ή τους Ισπανούς Giudadanos.
Προφανώς, ο Θεοδωράκης δεν είναι Λεβέντης. Οι προγραμματικές θέσεις του σε ότι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και την εξωτερική πολιτική και ενδιαφέρουσες ήταν, και δικαιώθηκαν τελικά μέσα από τις κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες που συγκροτήθηκαν σε ορισμένα νομοσχέδια που έφερε η κυβέρνηση.
Όμως αποδείχθηκε πως κάτι τέτοιο δεν αρκεί. Η κοινοβουλευτική του ομάδα γρήγορα διχάστηκε μεταξύ της προοπτικής συνεργασίας ή και ταύτισης με τη Ν.Δ, ενώ κάποια μέλη της κοιτάζουν εδώ και καιρό προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν κατόρθωσε, όμως, το Ποτάμι να μετατρέψει τη συμπάθεια σημαντικής μερίδας του εκλογικού σώματος σε λόγο ουσιαστικής ύπαρξης στο πολιτικό σκηνικό.
Προσωποπαγές κόμμα ήταν πάντοτε και οι ΑΝΕΛ. Το “κόμμα Καμένου” δεν έκρυψε ποτέ την δεξιά του ταυτότητα αλλά οι συχνές διαφοροποιήσεις του από τον μεγάλο κυβερνητικό του εταίρο αποκάλυπταν κάθε φορά τα προβλήματα αυτής της συνύπαρξης. Η διαφοροποίησή του στο Μακεδονικό δεν φαίνεται επαρκής λόγος για να το προτιμήσουν οι δεξιοί ψηφοφόροι, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η Ν.Δ μετακινήθηκε σε εξίσου σκληρές -σχεδόν εθνικιστικές- απόψεις.
Η ενίσχυση του δικομματισμού, ιδιαίτερα με την όξυνση που λαμβάνει η πολιτική αντιπαράθεση στην πορεία προς τις επόμενες εκλογές, δεν αφήνει χώρο για όλες τα παραπάνω προσωποπαγή πολιτικά σχήματα. Δεν είναι όλοι, φυσικά, ίδιοι, ωστόσο, τελικά, η απουσία ευκρινούς πολιτικής και ιδεολογικής ταυτότητας αποδεικνύεται μοιραία.
Ακόμα και το ΚΙΝΑΛ, επιβιώνει ακόμα εξαιτίας μιας μακρά “πασοκικής” παράδοσης και ανθεκτικότητας, είναι, όμως, προφανές πως κινείται οριακά μεταξύ της άτυπης στήριξης του Κυριάκου Μητσοτάκη (στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και αίτημα για πολιτική αλλαγή που δημοσκοπικά ευνοεί τη Ν.Δ) και ενός εντελώς απροσδιόριστου και αμήχανου επιχειρήματος περί “στρατηγικού μετώπου” με τη Δεξιά. Παρόλα αυτά φαίνεται πως θα σταθεί ως σημείο αναφοράς όσων ψηφοφόρων επιθυμούν μία εναλλακτική επιλογή στο νέο διπολισμό.
Σ’ αυτή τη νέα περίοδο, πάντως, κόμματα με “στρατηγούς”, χωρίς ιεραρχία, δομή, “επιχειρησιακό δόγμα”, αντίπαλο και, κυρίως, στρατιώτες, δεν μπορούν να σταθούν. Ο Βασίλης Λεβέντης είναι ο πρώτος που βιώνει αυτή τη νέα κατάσταση, το ίδιο είναι πολύ πιθανό να συμβεί και με άλλους…