Το ενδεχόμενο η κυβέρνηση να παραμείνει ως σχήμα μειοψηφίας (ή ανοχής όπως λέγεται) μετά την αποχώρηση των ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου, μόλις έρθει προς κύρωση στη Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών, εξετάζει σοβαρά ο Αλέξης Τσίπρας, όπως αποκάλυψε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο οποίος, μάλιστα, έβαλε τέλος στα σενάρια ότι το Μαξίμου θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή.
Η Ν.Δ από την πλευρά της προκαλεί την κυβέρνηση να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, δίχως, όμως, να ξεκαθαρίζει από την πλευρά της εάν θα υποβάλει πρόταση δυσπιστίας, όπως έχουν προαναγγείλει αρκετά στελέχη της. Στην Πειραιώς φαίνεται πως επικρατούν δεύτερες σκέψεις καθώς είναι βέβαιο πως δεν μπορεί να τελεσφορήσει βρίσκοντας 151 βουλευτές.
Το τελικό κείμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών θα έρθει τις επόμενες μέρες στο Κοινοβούλιο των Σκοπίων για κύρωση από την Ολομέλεια. Η πλειοψηφία των 2/3 για τον Ζόραν Ζάεφ θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη και έτσι από 15 Ιανουαρίου το μπαλάκι περνάει επίσημα στην Αθήνα. Ο πρωθυπουργός επέλεξε να μην ανοίξει τα χαρτιά του και μιλώντας στους δημοσιογράφους (την παραμονή της Πρωτοχρονιάς) είπε ότι ακόμα δεν έχει πάρει αποφάσεις για το χρόνο κύρωσης της συμφωνίας.
Παρόλα αυτά, ασφαλείς πληροφορίες του Iefimerida θέλουν τον ίδιο να δέχεται εισηγήσεις από συνεργάτες του-ελέω πολιτικής φθοράς-να επισπεύσει την ψηφοφορία. Εξ’ αυτού του λόγου, είχαν προηγηθεί και οι «διαρροές» προ ημερών από διπλωματικές πηγές, με τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα να εξετάζει πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο η ψηφοφορία στην ελληνική Βουλή να γίνει πράγματι μέσα στο Γενάρη, ενώ επίσημη θέση του Μαξίμου είναι ότι «η συμφωνία μπορεί να έρθει από τη στιγμή που θα ολοκληρωθεί η Συνταγματική αναθεώρηση στη γείτονα μέχρι και τον Μάρτιο το αργότερο».
Φεύγει ο Καμμένος από το Άμυνας- έρχονται αλλαγές
Η ψηφοφορία της συμφωνίας των Πρεσπών θα ενεργοποιήσει αυτόματα το πολιτικό διαζύγιο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ενώ βέβαιον θεωρείται ότι θα υπάρξει περαιτέρω συμπίεση για το κόμμα Καμμένου. Ήδη ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος έχει προαναγγείλει την ανεξαρτητοποίησή του, ο υφυπουργός εξωτερικών Τέρενς Κουίκ διατηρεί άριστες σχέσεις με το Μαξίμου, ενώ ερωτηματικό παραμένει η στάση της Έλενας Κουντουρά. Ο ίδιος ο Πάνος Καμμένος έχει προαναγγείλει ότι θα θέσει εαυτόν εκτός ΥΠΕΘΑ.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, αλλαγή σκυτάλης θα υπάρξει στο Άμυνας. «Εφόσον υπάρξουν αποχωρήσεις, ενδεχομένως θα υπάρξουν αντικαταστάσεις» δήλωσε χθες (news24/7)ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Αναμενόμενη θεωρείται και η αντικατάσταση της Κατερίνας Νοτοπούλου στο Μακεδονίας Θράκης, ενώ παραμένει αβέβαιον κατά πόσο θα υπάρξει αντικαταστάτης του Νάσου Ηλιόπουλου στο Εργασίας.
Κυβέρνηση ανοχής μέχρι τις… κάλπες
Η αποχώρηση, πάντως, των ΑΝΕΛ από την κυβέρνηση οδηγεί εκ των πραγμάτων σε πολιτικές εξελίξεις. «Το 2019 κλείνουν πολλοί κύκλοι. Κλείνει, εκ των πραγμάτων, ο κύκλος της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ και τυπικά» δήλωσε χαρακτηριστικά (στο Κόκκινο) ο Γραμματέας του κόμματος Πάνος Σκουρλέτης, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αφού θύμισε τη θέση Καμμένου πως «δεν θα υπερψηφίσει ποτέ μια πρόταση δυσπιστίας την οποία θα κατέθετε ο κύριος Μητσοτάκης» έσπευσε να διευκρινήσει ότι ο πρωθυπουργός δεν εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. Και σε μια προσπάθεια να φρενάρει τα εκλογικά σενάρια είπε ότι η κυβέρνηση θα λειτουργεί με τη λεγόμενη ψήφο ανοχής ενός μέρους του Κοινοβουλίου, παραθέτοντας ως παράδειγμα την Ισπανία και την Πορτογαλία.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, πάντως, ο Τσίπρας είναι αδύνατο να πορευτεί μέχρι τον Οκτώβριο, οπότε και επιμένει ότι θα εξαντλήσει τα όρια της Συνταγματικής θητείας της κυβέρνησης. Αντιθέτως, φαίνεται ότι αφού προχωρήσει στις απαιτούμενες αλλαγές, οι ΑΝΕΛ θα μπορούν να στηρίζουν νομοσχέδια για την οικονομία μέχρι ο πρωθυπουργός να προκηρύξει κάλπες.
Κυβέρνηση μειοψηφίας στην Ισπανία
«Θέλω να δεσμευτώ, ενώπιον σας, ότι πρώτα απ’όλα θα εκπληρώσω τις υποχρεώσεις ενός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση αυτή τη δέσμευση, θέλουμε να εκφράσουμε τη επιθυμία μας να κυβερνήσουμε, τηρώντας τον προϋπολογισμό που ενέκρινε αυτό το Κοινοβούλιο και που εκκρεμεί να περάσει από τη γερουσία», δήλωσε κατά την ημέρα της ορκωμοσίας του, τον περασμένο Ιούνιο ο Σάντσεθ.
Η κυβέρνηση μειοψηφίας του Σάντσεθ στηρίζεται σε μόλις 84 από τους 350 βουλευτές της χώρας, κάτι που σημαινεί ότι θα έχει μικρά περιθώρια δράσης.
Κυβέρνηση μειοψηφίας στο Βέλγιο
Ο Βέλγος πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ είναι από τον περασμένο Δεκέμβρη επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας μετά την αποχώρηση των φλαμανδών εθνικιστών, που διαφώνησαν με την υπογραφή του Συμφώνου του ΟΗΕ για τη Μετανάστευση
Ο Βέλγος πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ τέθηκε επικεφαλής μιας κυβέρνησης μειοψηφίας μετά την παραίτηση φλαμανδών εθνικιστών υπουργών από τον κυβερνητικό συνασπισμό λόγω μιας σοβαρής διαφωνίας για το Σύμφωνο του ΟΗΕ για τη Μετανάστευση.
Οι παραιτήσεις αυτές έγιναν «αποδεκτές» από τον βασιλιά, σύμφωνα με ανακοίνωση που εκδόθηκε έπειτα από συνάντηση στο παλάτι με τον Μισέλ, ο οποίος του παρουσίασε την πολιτική κατάσταση και τα ονόματα των υπουργών που θα αναλάβουν τα κενά χαρτοφυλάκια (Εσωτερικών, αλλά και Οικονομικών, Άμυνας και Μετανάστευσης).
Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Γιαν Γιαμπόν, που προέρχεται από τη Νεοφλαμανδική Συμμαχία (N-VA, φλαμανδοί εθνικιστές) επιβεβαίωσε σήμερα μιλώντας στη δημόσια τηλεόραση RTBF πως ο ίδιος και οι άλλοι υπουργοί του κόμματός του επρόκειτο να παραιτηθούν.
Τι προβλέπει το Σύνταγμα σύμφωνα με τα Νομικά Νέα:
«Άρθρο 84: (Εμπιστοσύνη της Βουλής – αρχή της δεδηλωμένης)
6. Πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών.
Πρόταση δυσπιστίας γίνεται δεκτή, μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.
…».
Όπως κατά κόρον έχει συζητηθεί τις προηγούμενες ημέρες, μπορεί μία κυβέρνηση να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, ακόμη και χωρίς απόλυτη πλειοψηφία, δηλαδή 151 ψήφους. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να μην παρίσταται το σύνολο των βουλευτών στη σχετική συνεδρίαση του κοινοβουλίου και να λάβει την πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών. Η πλειοψηφία αυτή όμως δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τα 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών. Άρα στην προκειμένη περίπτωση απαιτούνται τουλάχιστον 120 ψήφοι. Ως προς αυτό η διάταξη του Συντάγματος είναι σαφής και τούτο προκύπτει ευθέως από το δεύτερο εδάφιο που αφορά στην πρόταση δυσπιστίας, η οποία δεν μπορεί να γίνει δεκτή, εάν δεν υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών, δηλαδή εάν δε λάβει τουλάχιστον 151 ψήφους. Σε αντίθεση λοιπόν με απόψεις που έχουν ακουστεί και στην παρούσα φάση, αλλά και στο παρελθόν, το Σύνταγμα είναι ξεκάθαρο σε σχέση με το ότι για την ψήφο εμπιστοσύνης αρκούν (υπό τις προπεριγραφείσεςσυνθήκες) και οι 120 ψήφοι, χωρίς να γίνεται κάποιου είδους διαχωρισμός ανάλογα με το αν πρόκειται για ψήφο εμπιστοσύνης, η οποία ζητείται αμέσως μετά τις εκλογές, παρά το ότι έχει υποστηριχθεί και η αντίθετη άποψη.
Θα πρέπει λοιπόν να γίνεται διαχωρισμός ανάμεσα στο πολιτικά ορθό, το οποίο θα μπορούσε να είναι το να απαιτείται ειδικά μετά από τις εκλογές και τη νωπή λαϊκή εντολή να επιβάλλεται η συγκέντρωση τουλάχιστον 151 ψήφων, για να εγκριθεί η εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση, και σε αυτό που επιβάλει η συνταγματική διάταξη, κατά την οποία σαφώς αρκούν και οι 120 θετικές ψήφοι. Κλείνοντας θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η ανοχή μιας κυβέρνησης μειοψηφίας επελέγη από το συντακτικό νομοθέτη, προκειμένου να ενισχυθούν ενδεχόμενα συνεργασιών, όταν δε συγκεντρώνεται αυτοδυναμία από ένα κόμμα, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση.
Πηγή: iefimerida.gr