«Σβήνουν» οι άνθρωποι με τα άγρια βιώματα του ολέθρου, οι ενστικτώδεις προειδοποιήσεις ωσάν ενοχλητικά τσιμπήματα… οι μεσαιωνικές προφητείες επιστρέφουν, εμποτίζοντας με πανικό και μίσος, η «αναλαμπή» της παγκόσμιας μνήμης (δυστυχώς) διεμβολίζει το ανθρώπινο DNA, αργά, βασανιστικά… με εκνευριστική επιμονή αιώνων.
Η αντίληψη επηρεάζεται από τη μνήμη και όσο αυτή ξεθωριάζει τόσο επανέρχεται η περιέργεια για γνωριμία με το άγνωστο, το ήδη γνώριμο όμως από παλιά ακόμη και σε έναν κόσμο αντιθέσεων -αν νομοτελειακά αποδεχτούμε ότι είναι στην ανθρώπινη φύση η σύγκρουση, κάποιες φορές μέχρι εσχάτων- πριν γίνει αντιληπτή η αναγκαιότητα για ύφεση και ειρήνη.
Υπάρχουν βέβαια πάντα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, τα ιστορικά, με το επίμονο κύκλο της παγκόσμιας σύρραξης….
Πριν από μερικά χρόνια θα θεωρείτο αδιανόητο κάποιος ηγέτης να χρησιμοποιήσει τη φράση πυρηνικός πόλεμος ακόμη και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις πολλώ δε μάλλον δημόσια.
Το τελευταίο μεγάλο διάστημα, ηγέτες βεληνεκούς, και πολιτικοί αναλυτές στα think tank επιδίδονται σε επικοινωνιακούς ακροβατισμούς, εντάσσοντας σε καθημερινή τριβή, το ενδεχόμενο της γενικευμένης σύρραξης… Ο Πούτιν, ας πούμε, ευθέως δεν απέκλεισε πυρηνικό πόλεμο. Η Συρία επί παραδείγματι είναι η εμπόλεμη περιοχή όπου με βάση την παγκόσμια «έλλογη» γεωπολιτική ανάλυση διεξάγεται ο «τρίτος παγκόσμιος πόλεμος» με όλες τις μεγάλες δυνάμεις να έχουν εμπλακεί.
Με διαφορετική οπτική θα διαχειριστεί ένας 70χρονος μια τέτοια πολιτική προσέγγιση, αλλιώς θα την εισπράξει ο 50χρονος και αλλιώς ο σημερινός 30χρονος και 20χρονος. Όλοι υπό το πρίσμα της αλαζονείας, με το δεδομένο της εκ του ασφαλούς, ή έτσι νομίζουμε, προσέγγισης… Όλοι με τη δική τους «μνήμη».
Ο ανώνυμος 16χρονος, μέσα από τη φωτιά του πολέμου, αυτός που «σαπίζει» καθημερινά σε ένα κέντρο υποδοχής προσφύγων, ανατρέπει κάθε δυτικής προέλευσης προοπτική και προσέγγιση… όπως ο όλεθρος κόβει τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων…
Η επιστολή δεν είναι καινούρια, δεν αποτελεί καν είδηση, είναι εντυπωσιακό όμως πώς σε τόσες λίγες λέξεις συμπυκνώνει την απανθρωπιά και την υποκρισία, τις τυλίγει σε μια κόλλα χαρτί και τις επιστρέφει στα μούτρα μας, ξεγυμνώνοντας τη δήθεν φιλανθρωπία των σπουδαίων μας «έργων»:
«Πριν από τρία χρόνια αποφάσισα να φύγω από τη Συρία εξαιτίας του πολέμου. Η οικογένειά μου είναι ακόμα εκεί, δεν μπορούσαν να έρθουν μαζί μου επειδή οι γονείς έχουν προβλήματα υγείας. Η μητέρα μου έχει πρόβλημα με την καρδιά της και δεν μπορεί να περπατήσει καλά, ενώ ο πατέρας μου έχει χρόνια ασθένεια. Έχω μια αδελφή στην Αμερική κι άλλη μία στη Σαουδική Αραβία, όμως δεν ήθελα να πάω να τις βρω. Θέλω να φτιάξω το μέλλον μου μόνος μου, στην Ευρώπη…
Η οικογένειά μου χρειάστηκε πολύ καιρό για να μαζέψει τα χρήματα γι’ αυτό το ταξίδι. Από τη Συρία πέρασα στην Τουρκία, όπου έμεινα οκτώ μήνες. Εκεί δούλευα και μοιραζόμουν ένα διαμέρισμα με άλλα παιδιά. Ήμουν σερβιτόρος και δούλευα και σε πλυντήριο αυτοκινήτων για να μαζέψω χρήματα και να έρθω στην Ελλάδα. Ακόμα χρωστάω χρήματα στον διακινητή και πρέπει να τα βρω όταν βγω από εδώ [το ΚΥΤ].
Κατάφερα να έρθω στην Ελλάδα με τη δεύτερη προσπάθεια. Την πρώτη φορά, πήγα στο Μποντρούμ για να περάσω απέναντι στην Κω. Πήραμε μια μικρή βάρκα που ήταν για 4-5 άτομα μόνο, αλλά ο διακινητής έβαλε μέσα 11 από εμάς. Ακόμα και τα σωσίβια που μας έδωσε ήταν μεταχειρισμένα. Είχαμε φτάσει σχεδόν στα μισά όταν η βάρκα αναποδογύρισε και πέσαμε στη θάλασσα.
Μείναμε μισή ώρα στο νερό, μέχρι που μας μάζεψε το τουρκικό λιμενικό και μας γύρισε στην Τουρκία. Μείναμε με τα βρεγμένα ρούχα όλη μέρα. Όποτε έκανα μια ερώτηση, με έσπρωχναν και με χτυπούσαν. Μας χτυπούσαν πολύ και μας έδιναν φαγητό μόνο μία φορά τη μέρα, λίγα μπισκότα και χυμό μόνο.
Την άλλη μέρα με άφησαν και έστειλαν όλους τους Σύρους στην Ούρφα (μια πόλη στα σύνορα Τουρκίας-Συρίας). Ύστερα, γυρίσαμε με λεωφορείο στην Κωνσταντινούπολη. Κάναμε 20 ώρες να φτάσουμε, επειδή ήμασταν 30-35 σε ένα λεωφορείο που είχε μόνο 9 θέσεις. Από την Κωνσταντινούπολη πήγαμε στον ποταμό Έβρο για να περάσουμε στην Ελλάδα.
Από τότε, εδώ και δύο μήνες, βρίσκομαι εδώ στο ΚΥΤ. Προσπάθησα να κρεμαστώ στο κοντέινερ. Έχω προσπαθήσει να αυτοκτονήσω τρεις φορές και συνεχίζω να κάνω τις ίδιες σκέψεις. Αυτό το μέρος είναι η αιτία που θέλω να δώσω τέλος στη ζωή μου.
Το φαγητό, για παράδειγμα, είναι χάλια, αν το δίναμε στα σκυλιά δεν θα το έτρωγαν. Ο καθένας μού υπόσχεται ότι θα με βοηθήσει, αλλά είμαι ακόμα εδώ. Έχω μιλήσει με ψυχολόγο τρεις φορές, κι άλλες δύο φορές με ψυχίατρο στην Αλεξανδρούπολη. Η ψυχίατρος ήρθε εδώ μία φορά, αλλά δεν με βοήθησε αυτό. Έχω χάσει κάθε ελπίδα. Θέλω μόνο να βγω, δεν χρειάζομαι κανέναν. Θα βρω τον δρόμο μου…».
Παναγιώτης Ι. Δρίβας