«Κινδυνεύουμε στις ευρωεκλογές οι δυνάμεις του εθνολαϊκισμού, οι δυνάμεις της ακροδεξιάς, οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις να πάρουν το πάνω χέρι σε όλη την Ευρώπη», τονίζει ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ
«Η Νέα Δημοκρατία αγκάλιασε τον εθνολαϊκισμό στη χώρα μας το τελευταίο χρονικό διάστημα, δεν μπορεί αυτό να μην το βλέπει κανένας και να μη θέλει να ηττηθούν αυτές οι πολιτικές», δήλωσε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ και ανεξάρτητος βουλευτής, Θανάσης Θεοχαρόπουλος στο «Πρακτορείο 104,9 FΜ», εκτιμώντας ότι «κινδυνεύουμε στις ευρωεκλογές οι δυνάμεις του εθνολαϊκισμού, οι δυνάμεις της ακροδεξιάς, οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις να πάρουν το πάνω χέρι σε όλη την Ευρώπη».
Αναφερόμενος στην πρόσκληση του πρωθυπουργού για τη συγκρότηση ευρύτερου προοδευτικού μετώπου, ο κ. Θεοχαρόπουλος είπε ότι «ο διάλογος των δημοκρατικών δυνάμεων θα πρέπει να είναι υπαρκτός και να συνεχίζεται κανονικά, για να βρεθούν πολιτικές λύσεις, για να ηττηθεί ο εθνολαϊκισμός, η ακροδεξιά και οι συντηρητικές πολιτικές».
«Όλοι θα πρέπει να συμμετέχουν σε διάλογο και συζήτηση. Σε αυτό το οποίο έγινε μόλις πριν από δύο ημέρες -τη Δευτέρα ήρθε εδώ ο επικεφαλής των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών Ούντο Μπούλμαν, σε μία εκδήλωση των Ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών- κατά την άποψή μου θα έπρεπε να ήταν εκεί όλες οι δυνάμεις οι Κεντροαριστερές, της Σοσιαλδημοκρατίας. Εγώ ήμουν εκεί, η ΔΗΜΑΡ ήταν εκεί, μίλησα. Έπρεπε όλες οι δυνάμεις να ήταν εκεί, πόσο μάλλον αυτές που βρίσκονται στοn χώρο της ομάδας των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών», σημείωσε.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «θα έπρεπε και η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ να είναι σε αυτή τη συζήτηση, να καταθέσει τις απόψεις της», καθώς «είναι λάθος να απέχεις από μία συζήτηση, η οποία αναπτύσσεται σε όλη την Ευρώπη δεν πρέπει κανείς να κρύβεται. Αυτό όμως που βλέπουμε στη χώρα μας», συνέχισε, «είναι ότι δεν μπορεί να υπάρχει καν διάλογος σε ένα χρονικό σημείο -όχι να υπάρχουν συνεργασίες, μετεκλογικές ή προεκλογικές- δεν γίνεται καν διάλογος από ορισμένες δυνάμεις».
Σχετικά με το χρονοδιάγραμμα των πρωτοβουλιών στον προοδευτικό χώρο, ο κ. Θεοχαρόπουλος επισήμανε: «Ο χρόνος είναι πολιτικά πυκνός. Γι’ αυτό και όσα γίνονται -ακόμα και η προχθεσινή συζήτηση- δείχνουν ότι πρέπει να επιταχύνουμε τον διάλογο μεταξύ των δυνάμεων. Θα σας πω και αυτά που είπε ο κ. Μοσκοβισί: Θα πρέπει μετά τις ευρωεκλογές οι προοδευτικές δυνάμεις να είναι περισσότερες -και σε αριθμό ευρωβουλευτών στην Ευρώπη και σε κάθε χώρα- από τις εθνολαϊκιστικές δυνάμεις, τις δεξιές. Το αν αυτό θα επιτευχθεί μετά τις εκλογές ή πριν από τις εκλογές είναι ένα άλλο θέμα. Το ζήτημα είναι μην δεν επιτευχθεί ποτέ, γι’ αυτό κινδυνεύει η χώρα μας, να έχει πάντοτε πρόσδεση με τις συντηρητικές πολιτικές […] Γι’ αυτό χρειάζεται ουσιαστικά διάλογος και συνεννόηση μεταξύ των προοδευτικών δυνάμεων. Αν αυτός καταλήξει ή δεν καταλήξει κάπου είναι ένα δεύτερο ζήτημα. Εντός του Μαρτίου είναι να γίνονται αυτές οι συζητήσεις».
Ερωτηθείς ποιο είναι το διακύβευμα στις εθνικές εκλογές, απάντησε: «Να υπάρξει μία προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας την επόμενη ημέρα, συνεπώς, να μην κερδίσει η ΝΔ. Όποιος επιδιώκει τη νίκη της ΝΔ -είτε άμεσα, είτε έμμεσα- δεν έχει μία προοδευτική ατζέντα. Συνεπώς, στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ενισχυθούν εκείνες οι δυνάμεις οι οποίες μπορούν να ανατρέψουν αυτήν τη συντηρητική παλινόρθωση, στην οποία νομίζω όλοι διαφωνούμε».
Σε ό,τι αφορά την έκδοση του δεκαετούς ομολόγου ο κ.Θεοχαρόπουλος παρατήρησε ότι «είναι θετικό ότι η Ελλάδα βγήκε στις αγορές, γιατί δείχνει ότι υπάρχει μία στοιχειώδης εμπιστοσύνη από τις αγορές».
«Είχα και έχω μία διαφορετική άποψη για το πώς έπρεπε να βγει η χώρα μας από τα μνημόνια, θεωρώ, δηλαδή, ότι η υπερφορολόγηση και η προσπάθεια επίτευξης υπερβολικών πρωτογενών πλεονασμάτων με αποτέλεσμα την υπερφορολόγηση, ουσιαστικά δημιουργεί και άλλα προβλήματα στην ελληνική οικονομία. Συνεπώς, αυτή τη στιγμή, ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε η κυβέρνηση την οικονομία τα προηγούμενα χρόνια, αυτός ο τρόπος επιμένω ότι πρέπει να αλλάξει. Δηλαδή, πρέπει από εδώ και στο εξής να δώσουμε έμφαση στη μείωση της φορολόγησης, σε μια πιο δίκαιη φορολόγηση, για παράδειγμα, την αναλογία έμμεσων προς άμεσους φόρους που πρέπει να μειωθεί. Πρέπει να μειωθεί γιατί δεν είναι δυνατόν να έχουμε τόσο υψηλούς έμμεσους φόρους, που χτυπούν όλα τα στρώματα και τα λαϊκά στρώματα και, ταυτοχρόνως, να γίνει μία προσπάθεια μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων», διευκρίνισε.
«Σε αυτό το στοιχείο», σημείωσε, «πρέπει να πω ότι προς ικανοποίησή μου ότι υπάρχει και συνεννόηση, βλέπω ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή και η ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ και η ΔΗΜΑΡ και οι άλλες δυνάμεις, λένε «ναι» να μειωθεί και να γίνει μία προσπάθεια διαπραγμάτευσης. Άρα, πρέπει να προχωρήσουμε το επόμενο χρονικό διάστημα σε μία διαπραγμάτευση για να μειωθεί».
«Θα πρέπει να γίνει μία διαπραγμάτευση, όσο αυξάνεται η εμπιστοσύνη στη χώρα, να πείσουμε τους εταίρους ότι η μακροπρόθεσμη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει φυσιολογικά πρωτογενή πλεονάσματα. Της τάξεως του 2%. Και αυτό μπορεί να γίνει σε μία συνεννόηση, είναι για πρώτη φορά εδώ και λίγους μήνες που όλα τα κόμματα συμφωνούν σε αυτή τη διαδικασία. Πάντοτε ψάχνω δίαυλο συνεννόησης, εθνικής συνεννόησης και αυτό είναι ένα θέμα το οποίο πρέπει να αναδείξουμε το επόμενο χρονικό διάστημα, συνολικά όλη η χώρα μας, όλα τα κόμματα και οι πολιτικές δυνάμεις να βγουν μπροστά για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων», εξήγησε.