Θα γινόταν αρχηγός της Ν.Δ ο Κώστας Καραμανλής εάν δεν ήταν…Καραμανλής; Είναι μάλλον βέβαιο πως κανένας από τους γαλάζιους “λοχαγούς” της εποχής δεν θα έσπευδε εκείνη τη νύχτα στο σπίτι του Γιάννη Βαρβιτσιώτη για να δώσουν το χρίσμα στο νεαρό βουλευτή Θεσσαλονίκης.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Το ίδιο θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος και για τα παιδιά του ίδιου του Γιάννη Βαρβιτσιώτη. Αλλά και ο Γιώργος Παπανδρέου θα είχε αναμφίβολα πολύ λιγότερες πιθανότητες να πάρει το δακτυλίδι από τον Κώστα Σημίτη και να γίνει αρχηγός του ΠΑΣΟΚ. Ως…Παπανδρέου το πήρε και ως…Παπανδρέου πορεύτηκε μέχρι που έγινε πρωθυπουργός. Η Φώφη Γεννηματά; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Τα ίδια.
Μέχρι πριν μερικά χρόνια περίπου τα 2/3 της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ν.Δ ήταν γιοί, κόρες, ανήψια, πρωτοδευτεροξαδέλφια βουλευτών και υπουργών της παράταξης. Πόσο εύκολο θα ήταν για τον Κώστα Μπακογιάννη να γίνει δήμαρχος στο Καρπενήσι και μετά περιφερειάρχης και ίσως σύντομα δήμαρχος Αθηναίων εάν δεν ήταν…Μπακογιάννης και γιός της Ντόρας;
Θυμάμαι σαν τώρα κορυφαίο και ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, υπουργό, τότε, της κυβέρνησης Σημίτη, να μου λέει, το 2004, γελώντας: “ζούμε ένα deja vus, μου έρχεται να αλλάξω χώρα, με Καραμανλή και Παπανδρέου μπήκα στην πολιτική, Καραμανλή και Παπανδρέου έχουμε και τώρα”.
Το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι συνυφασμένο με την έννοια της οικογενειοκρατίας όσο το Game of Thrones με την ίντριγκα και τις δολοπλοκίες. Γι αυτό και θέλει προσοχή και φειδώ όταν μιλάει κανείς για τον Πλουμπίδη, ή την Λοϊζου.
Ας μην πάμε και στη δημοσιογραφία. Μια εποχή το ιστορικό εκδοτικό συγκρότημα ήταν χωρισμένο σε τρεις κατηγορίες: την παλαιά φρουρά, τα παιδιά τους και κάτι άλλους που κατόρθωσαν να παρεισφρήσουν.
Να είμαστε ειλικρινείς. Το “όνομα” ανοίγει πόρτες. Δίνει σε ορισμένους ένα πλεονέκτημα που κάποιοι άλλοι δεν θα έχουν ποτέ. Πως να καλύψεις την απόσταση έναντι του “ονόματος” όταν το μόνο που κουβαλάς είναι το πάθος σου, η νεανική σου ορμή και μια καταγωγή από την βαθιά επαρχία; Πως να συναγωνιστείς τον “απόγονο” και τον κληρονόμο από “τζάκι” όταν έχεις μεγαλώσει δίπλα στην ξυλόσομπα; Και πως να συγκριθείς με έναν απόφοιτο Κολλεγίου, Μωραϊτη, Χάρβαρντ ή LSE όταν προέρχεσαι από δημόσιο σχολείο στον Βόλο, το Αγρίνιο, ή την Καστοριά;
Ενίοτε, όλα αυτά τα λύνει η ζωή. Γιατί το ότι έχεις το “όνομα” δεν σημαίνει ότι έχεις και την αξία του ονόματος.Το ότι είσαι γόνος δεν σημαίνει ότι είσαι και διάδοχος.Και, ακόμα περισσότερο, μερικές φορές είναι βαρύ και ασήκωτο ένα “όνομα” που δεν κατορθώνεις να το προχωρήσεις και να το κάνεις (και) δικό σου. Είναι φορές που μένεις μια “σκιά”, ένας γιός ή μια κόρη του Τάδε. Βέβαια η πόρτα θα έχει ανοίξει, θα έχεις μπει στα φουαγιέ των επίλεκτων και στα άδυτα των προνομιούχων. Θα χεις κληρονομήσει μια περιουσία (του ονόματος) αλλά το ζήτημα είναι αν θα την “αβγατίσεις”, αν θα την έχεις κάνει κτήμα σου, θα την έχεις υπερασπίσει και θα της έχεις δώσει τη δική σου αξία.
Υπάρχουν άνθρωποι που τα καταφέρνουν, υπάρχουν άλλοι που θα γευτούν τις κληρονομιές αλλά θα περιφέρονται μια ζωή χωρίς την δική του αξιοπρέπεια. Χωρίς να έχουν κατακτήσει την εκτίμηση των πολλών ως κάτοχοι του δικού τους ονόματος και όχι του πατρώνυμου.
Όλα, εν τέλει, κρίνονται στο…νήμα. Στο χειροκρότημα. Αρκεί να μην είναι “στημένα” τα ακροατήρια και “κουρδισμένοι” οι χειροκροτητές.