Οι τρομοκρατικές επιθέσεις σε δύο τεμένη της Νέας Ζηλανδίας, που προκάλεσαν τον θάνατο 50 μουσουλμάνων την ώρα που προσεύχονταν, ήταν έργο ενός συνωμοσιολόγου οπαδού της λευκής υπεροχής. Όπως και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, η επίθεση αποτελεί πάνω απ’ όλα μια τεράστια ανθρώπινη τραγωδία.
Κινηματογραφημένη και μεταδιδόμενη ζωντανά από τον ίδιο τον τρομοκράτη, αποτελεί όμως και μια ξεκάθαρη υπενθύμιση ότι η εξτρεμιστική Δεξιά βρίσκεται σε άνοδο. Οι οπαδοί της ενθαρρύνονται σήμερα από πολιτικούς σε δυτικές δημοκρατίες που έχουν μετατοπίσει κατά πολύ τα όρια του αποδεκτού πολιτικού λόγου. Οι ακραίοι εθνικιστές χρησιμοποιούν επίσης ως πολεμικά όπλα τα ΜΜΕ, τόσο τα παραδοσιακά όσο και τα νέα.
Δεν μπορούμε πλέον να υποτιμούμε τη διαβρωτική τους ιδεολογία ή τους παράγοντες που βρίσκονται πίσω από την εξάπλωσή της. Για σχεδόν δύο δεκαετίες οι αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις επικεντρώνονταν στον ακραίο ισλαμισμό. Το ίδιο διάστημα η Ακροδεξιά μόλυνε αποκομμένα τσατ ρουμ, μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το ευρύτερο Διαδίκτυο παρουσιάζοντας τις ψευδείς αφηγήσεις της ως αντικειμενική πραγματικότητα.
Οι υποστηρικτές της προώθησαν τις ίδιες αφηγήσεις σε δημοφιλείς πλατφόρμες όπως το YouTube, όπου οι αλγόριθμοι μπορούν να οδηγήσουν το κοινό σε ακόμη πιο ακραίο περιεχόμενο. Η Ακροδεξιά προσπάθησε σε ορισμένες περιπτώσεις να αναβαπτιστεί εγκαταλείποντας κάποιους από τους ξεκάθαρους συμβολισμούς του παρελθόντος της διατηρώντας παράλληλα αναλλοίωτη την ιδεολογία μίσους της. Η προσπάθειά της διευκολύνθηκε από την ανάδυση λαϊκιστών πολιτικών που μετατόπισαν τους άγραφους κανόνες.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είπε πέρσι ότι υπήρχαν “εξαιρετικοί άνθρωποι” ανάμεσα στους οπαδούς της λευκής υπεροχής που συγκεντρώθηκαν στο Σάρλοτβιλ, ένας από τους οποίους δολοφόνησε μια γυναίκα που συμμετείχε σε αντισυγκέντρωση. Στην Ουγγαρία ο πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν καταγγέλλει την υποτιθέμενη απειλή που θέτει για τη “χριστιανική ταυτότητα” η εισροή των μουσουλμάνων. Στον απόηχο της επίθεσης στο Κράιστσερτς, ο Αυστραλός γερουσιαστής Φρέιζερ Ανινγκ έκανε λόγο για “βίαιη αυτοδικία” υποστηρίζοντας ότι ο καθοριστικός παράγοντας ήταν η “μουσουλμανική μετανάστευση”.
Οι θεωρίες συνωμοσίας που βρίσκονται στο υπόστρωμα της κοσμοθεωρίας του τρομοκράτη έχουν βρει τη θέση τους στον καθιερωμένη ορολογία πάρα πολλών πολιτικών. Η Ακροδεξιά βρίσκεται επίσης σε άνοδο επειδή γνωρίζει πώς να μετατρέπει τους ενημερωτικούς και κοινωνικούς ιστότοπους σε αμβώνες τραμπουκισμού. Ακόμη και σε φυσιολογικές περιόδους, οι διαχειριστές ιστοτόπων όπως το YouTube δίνουν μια άνιση μάχη με τη συνεχή ροή περιεχομένου. Σε ακραία σενάρια, όπως ήταν η επίθεση στη Νέα Ζηλανδία, η προσπάθεια γίνεται ακόμη πιο δύσκολη καθώς νέα βίντεο παίρνουν αμέσως τη θέση εκείνων που αποσύρονται.
Το πρόβλημα επιδεινώνεται από την αύξηση των λεγόμενων πλατφορμών “εναλλακτικής τεχνολογίας”, οι οποίες ισχυρίζονται ότι αγωνίζονται για την ελευθερία του λόγου και κατά της λογοκρισίας, ενώ στην πράξη στηρίζονται από εξτρεμιστές. Οι ιστότοποι αυτοί είναι λιγότερο πιθανό να αποσύρουν επιθετικό περιεχόμενο. Όμως και ορισμένα καθιερωμένα μέσα δεν φροντίζουν να απαλλάξουν τον εαυτό τους από τις υποψίες. Αρκετά δημοσίευσαν τα βίντεο που τραβήχτηκαν από τον τρομοκράτη. Τουλάχιστον ένα απ’ αυτά παρείχε και σύνδεσμο για να διαβάσει κανείς το μανιφέστο του δράστη.
Οι εικόνες και οι λέξεις που σοκάρουν μπορεί να αποτελούν πλέον οργανικό κομμάτι του διψασμένου για “κλικ” εμπορικού Ίντερνετ. Είναι όμως αυτό ακριβώς που περίμενε ο τρομοκράτης ότι θα συμβεί. Οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί οφείλουν να εξισορροπήσουν την επιθυμία τους να απεικονίσουν και να εξηγήσουν με τους κινδύνους που συνεπάγεται το να δίνεται πρόσβαση σε ένα μανιφέστο το οποίο έχει ειδικά σχεδιαστεί για να σπείρει τη διχόνοια μέσω της παραπληροφόρησης.
Το να τεθεί ένας φραγμός στην επανεμφάνιση της Ακροδεξιάς θα χρειαστεί τη συνεργασία πολλών. Οι πολιτικοί εκείνοι που εμπορεύονται την ισλαμοφοβία και τη μισαλλοδοξία, εμφανώς ή συγκαλυμμένα, οφείλουν να κάνουν κάτι περισσότερο από το να εκφράζουν τη θλίψη τους σταματώντας αμέσως να καλοπιάνουν τους εξτρεμιστές.
Οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας θα πρέπει να στηρίξουν καλύτερα τη μετριοπάθεια βρίσκοντας αλγόριθμους που να μην διευκολύνουν το έργο της Ακροδεξιάς. Μπορεί επίσης να χρειαστούν κάποιου είδους ρυθμίσεις για τις “εναλλακτικές” εταιρείες, που πολύ συχνά χρησιμοποιούν επιχειρήματα υπέρ της ελευθερίας του λόγου για να δικαιολογήσουν την ανεξέλεγκτη διάδοση εξτρεμιστικού περιεχομένου.
Και τα παραδοσιακά ΜΜΕ δεν θα πρέπει να αφήσουν τη δίψα για μεγαλύτερη κυκλοφορία να βαρύνει περισσότερο από τον κίνδυνο οι τρομοκράτες να λαμβάνουν τη δημοσιότητα που επιδιώκουν. Είναι καιρός να αντιμετωπίσουμε αυτή την ηθική απειλή απέναντι στην ανοιχτή κοινωνία.