” Ξέρουμε και το μπόι μας και τον ίσκιο μας. Είμαστε μια οργάνωση που μεγαλώνει. Που μας εκτιμούν πολύ ευρύτεροι κύκλοι και μας αντιπαθούν όλα τα οργανωμένα συμφέροντα, ολιγαρχικά και μαφιόζικα. Ουδέποτε είδαμε τον εαυτό μας ως ανταγωνιστή άλλων τμημάτων του προοδευτικού πατριωτισμού και της εν δυνάμει δημοκρατικής παράταξης. Θέλουμε το καλό της πατρίδας και του λαού. Θέλουμε μια δημοκρατική, μια προοδευτική πατριωτική παράταξη με συνέπεια, σοβαρότητα, εργατικότητα, ιδέες και τολμηρή πρακτική. Διότι πάνω από όλα θέλουμε μια Ελλάδα που να μας κάνει περήφανους και σεβαστή στον κόσμο”, αναφέρεται στην επίσημη θέση της Κ.Ε του ΠΡΑΤΤΩ του Νίκου Κοτζιά που δόθηκε στην δημοσιότητα.
Πρόκειται για την στρατηγική και τις θέσεις έτσι όπως εκπονήθηκαν στη συνεδρίαση της Κ.Ε το περασμένο Σαββατοκύριακο και αποκαλύπτει και την στάση του κόμματος έναντι του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και ενόψει των επόμενων εκλογικών αναμετρήσεων
“Η θέση μας για τις επόμενες εκλογές δεν είναι λευκή επιταγή, ούτε αορίστου χρόνου. Θα δούμε και θα κρίνουμε. Εναλλακτικές πάντα δημιουργούνται στη ζωή και μπορούμε να συμβάλλουμε σε αυτές. Και αυτό δεν είναι μόνο δική μας θέση. Είναι χιλιάδων πολιτών. Είμαστε διαφορετικοί σε έναν κοινό αγώνα με φίλους. Έχουμε αίσθηση του πατριωτικού καθήκοντος. Της σοβαρότητας. Της αλληλεγγύης. Της συμπεριφοράς”.
Επισημαίνεται χαρακτηριστικά:”Εκείνο που προέχει σήμερα για το ΠΡΑΤΤΩ είναι μια δημοκρατική νίκη στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Πως θα εξασφαλίσουμε την παρουσία μας στις μικρές και μεσαίες πόλεις με αντιδημάρχους και δημάρχους, ενώ στις μεγάλες με δημοτικούς συμβούλους, όπως και στις περιφέρειες. Αν θέλουμε να αναπτυχθεί το κίνημα μας και οι ιδέες μας να γίνουν δύναμη, πρέπει να δουλεύουμε για να εξασφαλίσουμε την παρουσία μας στους κοινωνικούς φορείς και στους θεσμούς. Σε αυτούς τους τομείς η μάχη είναι μάχη παρουσίας και ύπαρξής μας, αλλά και διαμόρφωσης του συνδετικού κρίκου ανάμεσα στις κοινωνικές συμμαχίες και στις πολιτικές. Εμείς συμμετέχουμε στις πολιτικές διαδικασίες, διασφαλίζοντας την αυτοτέλειά μας”.
Για τα μεγάλα πολιτικά και εθνικά θέματα αναφέρεται μεταξύ άλλων:
Για τις ΗΠΑ
Οι ΗΠΑ έχουν περισσότερη συνείδηση από την ΕΕ ότι η Δύση βρίσκεται σε κάμψη και ακόμα περισσότερο ότι οι θέσεις τους εντός της ίδιας της Δύσης βρίσκονται σε υποχώρηση. Η νέα ηγεσία των ΗΠΑ ήρθε με την πρόθεση να αντιστρέψει αυτήν την πορεία. Να δυναμώσει τις θέσεις της εντός της Δύσης και της Δύσης συνολικά στον μεταλλασσόμενο κόσμο. Αυτή ήταν η στρατηγική της διοίκησης Τραμπ, η οποία ήταν και είναι ο φορέας μιας νέας συμμαχίας στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Συμμαχία που περισσότερο κοιτάζει προς το εσωτερικό, άρα και πιο εθνικιστική.
Η νέα ηγεσία των ΗΠΑ προσπαθεί να περιορίσει τις δαπάνες των ΗΠΑ για τη συντήρηση του συστήματος στο οποίο ηγεμόνευσε ενώ μπήκε και σε έναν σκληρό οικονομικό «πόλεμο» ανταγωνισμού με την Λ.Δ. της Κίνας. Φροντίδα των φιλειρηνικών και δημοκρατικών δυνάμεων του πλανήτη είναι να μην επιτραπεί να παρασυρθούν Κίνα και ΗΠΑ στην «Παγίδα του Θουκυδίδη», δηλαδή, σε ανοικτή σύγκρουση.
Για την εξωτερική πολιτική, τη Συμφωνία των Πρεσπών, τις ευθύνες της κυβέρνησης και τον Καμμένο
Η πολιτική της Ελλάδας, που ακολουθεί πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, πρέπει να είναι η διατήρηση καλών σχέσεων με ΗΠΑ και Κίνα. Να αξιοποιηθεί το γεγονός ότι οι ΗΠΑ μας θεωρούν φάρο σταθερότητας στην περιοχή και η Κίνα τον σημαντικότερο της εταίρο και φίλο στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα οφείλει να αξιοποιεί τις αντιθέσεις στο παγκόσμιο σύστημα για να διασφαλίζει μια αναβαθμισμένη θέση. Ιδιαίτερα να αξιοποιήσει τις αντιθέσεις που υπάρχουν ανάμεσα σε δυτικές χώρες και την Τουρκία, ανάμεσα σε φιλοτουρκικές και κριτικές προς την Τουρκία απόψεις στη Δύση. Η Τουρκία παραμένει το κύριο πρόβλημα της εξωτερικής μας πολιτικής. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη να λύνουμε δημιουργικά και προς όφελος όλης της περιοχής τα προβλήματα μας με τους βόρειους γείτονες μας, ώστε να μην επιτρέψουμε να μετατραπούν σε δαγκάνες περικύκλωσης από την Τουρκία, αλλά ούτε και σε τόπους εξόρμησης του ισλαμικού φανατισμού.
Σημαντικό θέμα που θα βρούμε μπροστά μας στο επόμενο διάστημα, κεντρικό ζήτημα των ίδιων των ελληνοτουρκικών σχέσεων, είναι το Κυπριακό. Στο κυπριακό κάναμε το αδύνατο. Θέσαμε το ζήτημα της κατοχής πάνω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με στόχο να καταργηθεί η συμφωνία για τις εγγυήσεις και την παρουσία ξένου στρατού, προκειμένου η Κύπρος να γίνει φυσιολογικό κράτος. Εκτιμούμε ότι μέχρι τις εκλογές δεν θα υπάρξει νέος γύρος ουσιαστικών διαπραγματεύσεων.
Το ΠΡΑΤΤΩ για πολλούς μήνες πάλεψε μόνο του για την εκλαΐκευση της συμφωνίας των Πρεσπών. Δεν είναι λίγοι εκείνοι στην αριστερά που νόμιζαν ότι τους βολεύει να μοιράζεται η ύβρις σε μας και η δόξα σε εκείνους. Όμως, η συμφωνία των Πρεσπών κάνει την Ελλάδα πρωταγωνίστρια στην περιοχή. Δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας στρατηγικών σχέσεων με τους γείτονες μας και κλίματος εμπιστοσύνης μαζί τους. Είναι μια συμφωνία, δηλαδή, που αναβαθμίζει τον γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό ρόλο της Ελλάδας. Είναι μια συμφωνία που αναβαθμίζει την ασφάλεια στην περιοχή και πριν απ’ όλα της ίδιας της Ελλάδας.
Η συμφωνία είναι έκφραση αυτοπεποίθησης με γνώμονα το μέλλον και όχι τις ανασφάλειες του παρελθόντος. Τελειώνει τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων. Έπαψε να υπάρχει αμφισβήτηση των συνόρων μας και εδαφικές διεκδικήσεις. Ο αλυτρωτισμός τέλειωσε διότι για πρώτη φορά στην ιστορία αποδέχτηκε κράτος να αλλάξει το όνομα του χωρίς πόλεμο, ως προϊόν πολιτικών εκτιμήσεων και διπλωματικής διαδικασίας. Αυτή η αποδοχή συνοδεύτηκε από δύσκολες συνταγματικές αλλαγές. Ουδέποτε άλλοτε κράτος έκανε, σε ειρηνικούς καιρούς, εσωτερικές συνταγματικές αλλαγές λόγω συμφωνίας με τρίτο κράτος για το δικό του σύνταγμα. Μέσω των συνταγματικών αλλαγών απαλείφθηκαν τα αλυτρωτικά κατάλοιπα περί δήθεν προστασίας εθνικών μειονοτήτων της γείτονος σε γειτονικά κράτη και η Βόρεια Μακεδονία υιοθέτησε ως δικό της άρθρο, το 49, το άρθρο 108 του ελληνικού συντάγματος που αναφέρεται στη διασπορά. Τέλειωσε και ο ακραίος ιστορικός αλυτρωτισμός του καθεστώτος Γκρουέφσκι, που εκφραζόταν με τα γνωστά ονόματα σε αεροδρόμια, λεωφόρους, αγάλματα κλπ.
Παραδέχτηκαν ότι οι ίδιοι είναι σλάβοι και η γλώσσα τους ανήκει στην οικογένεια των σλαβικών γλωσσών. Γλώσσα που είχε κατοχυρωθεί ως «Μακεδονική» με την ανοχή, αν όχι και αδιάφορη συγκατάβαση της Ελλάδας. Η Συμφωνία δεν ασχολείται μόνο με τα «άλυτα προβλήματα» του παρελθόντος, τα οποία λύνει, αλλά ότι το μεγαλύτερο μέρος της αφορά το μέλλον και τη διαμόρφωση όρων και συνθηκών συνεργασίας στους σημαντικότερους τομείς που απασχολούν δύο σύγχρονες κοινωνίες.
Η κυβέρνηση έχει σοβαρές ευθύνες που δεν πραγματοποίησε την καμπάνια που είχαμε σχεδιάσει και προτείνει, προκειμένου να γίνουν γνωστά και κατανοητά τα κέρδη της Συμφωνίας των Πρεσπών. Επέτρεψε στους ΑΝΕΛ να διευκολύνουν τα φασιστικά κόμματα και την ΝΔ να ταχθούν ενάντια της Συμφωνίας.
Για μας, η ανοχή που επέδειξε η πλειοψηφία της Κυβέρνησης απέναντι στον «Εθνικό Συκοφάντη» παραμένει κομβικό σημείο. Oεθνικός συκοφάντης αφέθηκε επί μήνες να κάνει καμπάνια ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών με ορολογία αντίστοιχη εκείνης της Χρυσής Αυγής και των ακροδεξιών κύκλων της ΝΔ. Θυμίζουμε, ότι ο εταίρος προανήγγειλε στον διεθνή παράγοντα τη διάλυση της Βόρειας Μακεδονίας, ακόμα και την αποστολή στρατού για την κατάληψή της!
Δυστυχώς κάποιοι έδειξαν επιπολαιότητα. Δεν κατάλαβαν ότι η υπόθεση με τους εκβιασμούς, τις απειλές, τα ψέματα και τις συκοφαντίες αφορά στην ίδια τη δημοκρατία. Ιδιαίτερα τη λειτουργία της δημοκρατίας στο δημόσιο χώρο όπου ανοικτά εμφανίζονται, πλέον, λούμπεν στοιχεία, ύβρεις και απειλές.
Η ζωή απέδειξε ότι το ΠΡΑΤΤΩ είχε δίκαιο. Όσο πιο νωρίς χωρίζαμε τα «τσανάκια» μας, τόσο καλύτερα για τη δημοκρατία στη χώρα. Δεν ξεχνάμε τη συμφωνία στις 20.9.18, με την οποία ανακοινώθηκε, ενάντια στη θέλησή μας, να εξεταστεί το όλο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών μετά τον φετινό Μάρτιο. Χαιρόμαστε που αυτή τους η απόφαση δεν υλοποιήθηκε. Χαιρόμαστε διότι αποδείχτηκε ότι η αλλαγή στη σύνθεση της Κυβέρνησης ήταν ο καταλύτης μαζί με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ώστε να αντιληφθούν μεγάλα τμήματα της ηγεσίας της αριστεράς ότι ο τόπος χρειάζεται ανασύνθεση της πολιτικής σκηνής, δημιουργία ενός μεγάλου Πατριωτικού και Δημοκρατικού Αριστερού Μετώπου και την επανεκκίνηση για τη συγκρότηση της Δημοκρατικής Παράταξης. Αποδείχτηκε, επίσης, ότι υπήρχε πλειοψηφία στήριξης τόσο των Πρεσπών, όσο και της κυβέρνησης. Ότι το επιχείρημα της μη ύπαρξης κυβερνητικής πλειοψηφίας ήταν περισσότερο από έωλο. Η πλειοψηφία αυτή υπήρχε ήδη από το 2017 όπως σωστά υποδείκνυε το ΠΡΑΤΤΩ.