Το ιδιαίτερα ευνοϊκό περιβάλλον στην αγορά των ομολόγων της Ευρωζώνης, οι εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό της Ιταλίας –με δεδομένη την υψηλή συσχέτιση που έχουν τα ελληνικά assets με αυτά της γειτονικής χώρας– σε συνδυασμό με την πλήρη άρση των capital controls στην Ελλάδα, που δίνουν «σήμα» για επιστροφή στην κανονικότητα, καθώς και τις προσδοκίες για περαιτέρω βελτίωση της οικονομίας από τις πολιτικές της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, έχουν οδηγήσει τα ελληνικά ομόλογα σε ένα ιλιγγιώδες ράλι.
Η «βύθιση» του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου κατά 65% από τις αρχές του έτους με τη «βουτιά» της απόδοσης του 10ετούς ομολόγου στα επίπεδα του 1,55% και του spread στις 226 μ.β. την περασμένη εβδομάδα, το «σπάσιμο» του επιπέδου του 1% για το 5ετές ομόλογο και η πτώση της απόδοσης του 15ετούς κάτω από το 2% αποτελούν απόδειξη ότι η αγορά συμπεριφέρεται στους ελληνικούς τίτλους σαν να βρίσκονται στην κατηγορία της επενδυτικής βαθμίδας, προεξοφλώντας θετικές εξελίξεις. Σύμφωνα με αναλυτές που μίλησαν στην «Κ» και εξηγούν τους λόγους αυτού του εντυπωσιακού ράλι, η βελτίωση στους ελληνικούς τίτλους αναμένεται να συνεχιστεί, ενώ δεν αποκλείουν μια νέα έκδοση ομολόγου από τον ΟΔΔΗΧ το επόμενο διάστημα, παρόλο που οι δανειακές ανάγκες της χώρας είναι πλήρως καλυμμένες.
Ο λόγος πίσω από τη σημαντική βελτίωση των ελληνικών ομολόγων είναι διπλός, όπως σημειώνει στην «Κ» ο επικεφαλής ανάλυσης της αγοράς σταθερού εισοδήματος της Deutsche Bank Ιωάννης Σώκος. Πρώτον, έχει να κάνει με τα ιστορικά χαμηλά που σημειώνει η απόδοση των γερμανικών 10ετών ομολόγων και επίσης με το παγκόσμιο κυνήγι αποδόσεων που πιέζει τα ασφάλιστρα κινδύνου και τα πιστωτικά spreads διεθνώς. Τα ελληνικά ομόλογα συνεχίζουν να έχουν τις υψηλότερες αποδόσεις στην Ευρωζώνη, συνεπώς υπάρχει ζήτηση από τους επενδυτές. Οι αγορές αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα ανακοινώσει ένα πακέτο μέτρων χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής τον Σεπτέμβριο και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους πίσω από το ράλι στα ομόλογα της περιοχής, το οποίο έχει «μεταδοθεί» και στα ελληνικά. Οι βελτιωμένες συνθήκες γύρω από την Ελλάδα είναι αυτές που «επιτρέπουν» σε αυτές τις εξωτερικές δυνάμεις να τροφοδοτήσουν τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.
Εκτός από τη θετική επίδραση που έχουν οι τάσεις που επικρατούν στην αγορά της Ευρωζώνης, το ράλι των ελληνικών ομολόγων τροφοδότησαν τα αποτελέσματα των εκλογών και η νίκη της Νέας Δημοκρατίας, η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης για την πλήρη άρση των capital controls καθώς και η σημαντική μείωση των ιταλικών spreads μετά τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, που οδήγησαν και στον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, όπως σχολιάζει στην «Κ» ο Τζανλούκα Ζίγκλιο, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της αγοράς σταθερού εισοδήματος στην Continuum Economics. Η υπεραπόδοση των ελληνικών ομολόγων μαζί με τα ιταλικά εξηγείται από το γεγονός ότι αυτοί είναι οι μόνοι τίτλοι στην Ευρωζώνη που προσφέρουν υψηλές αποδόσεις, σε σχέση και με τις αποδόσεις στα ισπανικά και τα πορτογαλικά ομόλογα που διαμορφώνονται κοντά στο 0,1%. Σύμφωνα με τον κ. Ζίγκλιο, η πτώση στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων θα συνεχιστεί, αν και η μείωση των spreads θα είναι μεγαλύτερη, καθώς πλέον τα γερμανικά ομόλογα έχουν αρχίσει και είναι ακριβά δεδομένου και του νέου γύρου ποσοτικής χαλάρωσης που έρχεται από την ΕΚΤ.
Αλλος ένας λόγος για τις ισχυρές επιδόσεις των ελληνικών ομολόγων είναι το γεγονός ότι οι ελληνικοί τίτλοι πλέον συμπεριφέρονται σε ένα περιβάλλον κανονικότητας. Οπως σημειώνει στην «Κ» ο Κρις Ατφιλντ, στρατηγικός αναλυτής της αγοράς ομολόγων της Ευρωζώνης στην HSBC, τα ελληνικά ομόλογα ακολουθούν τους ρυθμούς των υπόλοιπων ομολόγων της ευρωπεριφέρειας φέτος, που οφείλονται κυρίως στις προσδοκίες για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και στις πιο επίπεδες καμπύλες επιτοκίων των ομολόγων του πυρήνα, σημειώνει στην «Κ» ο Κρις Ατφιλντ. Τα προηγούμενα χρόνια τα ελληνικά ομόλογα δεν είχαν ιδιαίτερη συσχέτιση με την υπόλοιπη αγορά και αυτό έχει πλέον αλλάξει μετά το χτίσιμο μιας νέας καμπύλης αναφοράς (benchmark), την τακτική πρόσβαση στις αγορές, την καλή δημοσιονομική πορεία αλλά και το αποτέλεσμα των εκλογών που ανέδειξαν κυβέρνηση που είναι φιλική προς την αγορά.
Οι προϋποθέσεις για τη νέα έκδοση
Το σημερινό περιβάλλον είναι πολύ ελκυστικό για να μην το «εκμεταλλευτεί» κανείς προχωρώντας σε νέα έκδοση ομολόγου, και έτσι δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να εξετάσει ενδεχόμενες επιπλέον εκδόσεις, επίσης ενόψει των αποπληρωμών των δανείων του ΔΝΤ, σημειώνει ο κ. Ζίγκλιο. Ωστόσο, τα κεφάλαια που μπορούν να αντληθούν στο σημερινό περιβάλλον χαμηλότερης ρευστότητας στην αγορά και η πιθανή αντίδραση της αγοράς σε μια απροσδόκητη ανακοίνωση για έκδοση (δεδομένου ότι έχει ήδη υπερκαλυφθεί ο στόχος του ΟΔΔΗΧ για το 2019) θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη στην απόφαση μιας νέας «εξόδου», αν και η ζήτηση για την άντληση 1-2 δισ. ευρώ αναμένεται να είναι αρκετά μεγάλη ακόμα και στα σημερινά επίπεδα.
Αναλυτές εκτιμούν ότι –στην περίπτωση που το οικονομικό επιτελείο αποφασίσει να προχωρήσει σε νέα έκδοση ομολόγου– η ζήτηση για την άντληση 1-2 δισ. ευρώ αναμένεται να είναι αρκετά μεγάλη, ακόμα και στα σημερινά επίπεδα.
Σύμφωνα με τον κ. Ζίγκλιο, μια πιθανή νέα έκδοση θα μπορούσε να αφορά ένα 3ετές ομόλογο, αν και η απόδοση του 0,50% για έναν εκδότη με αξιολόγηση «ΒΒ» θα μπορούσε να θεωρηθεί πολύ χαμηλή για τους επενδυτές. Αν και το 0,5% είναι ακόμα ελκυστικό σε ένα περιβάλλον αρνητικών αποδόσεων, ωστόσο αυτή η κατηγορία επενδυτών δεν μπορούν να επενδύσουν σε τίτλους που δεν έχουν «επενδυτική βαθμίδα».
Επίσης, για να μεγιστοποιήσει το όφελος από το cash buffer, η Ελλάδα θα έπρεπε να εκδώσει τίτλους με λήξη μετά το 2022, έτσι μια εναλλακτική λύση θα ήταν το παράλληλο «άνοιγμα» κάποιων από τις πρόσφατες εκδόσεις (7ετές, 10ετές, 5ετές) για άντληση 0,5-1 δισ. ευρώ για την κάθε μία (multi-tranched syndication).
Από την πλευρά του ο κ. Σώκος σημειώνει πως δεδομένου του μεγάλου cash buffer που διαθέτει η Ελλάδα, μια νέα έξοδος στις αγορές θα είχε νόημα αυτή τη στιγμή μόνο εάν αυτή η πρόσθετη χρηματοδότηση διοχετευτεί στην αντικατάσταση άλλων ακριβότερων πηγών χρηματοδότησης, όπως για παράδειγμα η πρόωρη εξόφληση των δανείων από το ΔΝΤ. Αυτό θα μειώσει περαιτέρω την ετήσια επιβάρυνση εξυπηρέτησης του χρέους της Ελλάδας.
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα Καθημερινή