Ο Χρήστος Χατζής γεννήθηκε στον Βόλο το 1953, όπου και ξεκίνησε τις μουσικές του σπουδές. Σε πανεπιστημιακό επίπεδο συνέχισε στο Eastman School of Music και αργότερα στο State University of New York, από όπου έλαβε διδακτορικό στη σύνθεση, το 1982. Την ίδια χρονιά μετοίκισε στον Καναδά και από τότε ζει στο Τορόντο όπου με τα χρόνια ανέπτυξε έντονη συνθετική δραστηριότητα. Το 1995 διακρίθηκε ως Associate Professor στο Μουσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου του Τορόντο, όπου διδάσκει σύνθεση και ηλεκτροακουστική μουσική, ενώ παράλληλα διεξάγει μουσικολογικές έρευνες στον αρκτικό Καναδά για τη μουσική των Εσκιμώων Ινουίτ. Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους συνθέτες της γενιάς του για τον Καναδά και την Ελλάδα, με έργα του που πρόσφατα βραβεύτηκαν, όπως τα Footprints in New Snow και Nunavut, ενώ η μουσική του έχει εκπροσωπήσει τον Καναδά και την Ελλάδα σε σημαντικά διεθνή μουσικά γεγονότα. Ας τον γνωρίσουμε καλύτερα: Πόσο εύκολο είναι για έναν Έλληνα συνθέτη να διακριθεί στο εξωτερικό; Ο Καναδάς αποτελεί εξαίρεση αυτού του κανόνα. Το 1992, μόλις δέκα χρόνια μετά την μετανάστευσή μου και ενώ ήμουν ακόμη σχετικά άγνωστος στο ευρύτερο κοινό της κλασσικής μουσικής, η καναδική ραδιοφωνία (CBC) μου ανέθεσε να δημιουργήσω το ραδιοντοκιμαντέρ/σύνθεση «The Idea of Canada» σαν απάντηση στον διάσημο πιανίστα και ντοκυμενταρίστα Glenn Gould, μια από τις πιο σημαντικές μορφές της καναδικής μουσικής που πριν πολλά χρόνια είχε προσφέρει την δική του άποψη για την πολιτιστική ταυτότητα της χώρας με το ντοκιμαντέρ του «The Idea of North» (η Ιδέα του Βορά). Από εκείνη τη στιγμή και μετά η θεώρηση της δουλειάς μου σαν σημαντικός συντελεστής στην οριοθέτηση της καναδικής πολιτιστικής ταυτότητας πολεμήθηκε από μερικούς αλλά γενικά δεν αμφισβητήθηκε. Δεν ξαναδούλεψα σε μπουάτ μετά το 1992 και τρία χρόνια αργότερα διορίστηκα καθηγητής σύνθεσης στο πανεπιστήμιου του Τορόντο. Από τότε η μουσική μου άρχισε να αποκτά διεθνή ακτίνα δράσης και να γίνεται πιο γνωστή και στην Ελλάδα.
Αδέσμευτη από αυτές τις πολιτιστικές αντιφάσεις με την παράδοσή της, η Αμερική αυτοπροσδιοριζόταν πολιτιστικά πιο ελεύθερα και κοιτάζοντας μπροστά, όχι πίσω. Μετά από μια επταετία “Ελλάδας Ελλήνων Χριστιανών” και τον αντιχριστιανικό και ανθελληνικό κυνισμό που αναπόφευκτα δημιουργούν τέτοιου είδους σλόγκαν, η σκέψη μου έψαχνε ήδη για διαφορετικά στίγματα που τα βρήκα εν μέρει στη σύγχρονη αμερικανική δημιουργία, ειδικά με τον μαιτρ του αφηρημένου εξπρεσιονισμού Morton Feldman, που υπήρξε και ο σημαντικότερός μου δάσκαλος. Παρ’ όλο που τα πολιτιστικά στίγματα της Αμερικής μου στάθηκαν πολύτιμα, πολιτικά οι ιδέες μου βρήκαν τον Καναδά πιο σύμφωνο. Επίσης βρήκα το πολιτιστικό έδαφος του Καναδά πιο παρθένο: ένας χώρος όπου μπορούσα να συνεισφέρω τα δικά μου μουσικά στίγματα στο μωσαϊκό που λέγεται καναδική κουλτούρα, πράγμα που κατάφερα σε κάποιο βαθμό τελικά. Κατά τη διάρκεια της διαμονής μου στον Καναδά, τα μουσικά πράγματα στην Ελλάδα άλλαξαν επίσης. Μετά την κατάρρευση του “παραπετάσματος” πολλοί εξαιρετικοί μουσικοί μετανάστευσαν στην Ελλάδα από τις ανατολικές χώρες και βοήθησαν να δημιουργηθούν μουσικές εστίες στις μεγάλες πόλεις αλλά και στην επαρχία. Οι συμφωνικές ορχήστρες και μικρότερα σύνολα, όπως η Καμεράτα, πολλαπλασιάστηκαν. Πάντως ένας από τους λόγους που με κρατάνε από το να επιστρέψω στον τόπο που γεννήθηκα δεν είναι η ύπαρξη των κυκλωμάτων όσο το γεγονός ότι οι επίσημες αισθητικές θέσεις τους αποτελούν μια “ηχώ” ιδεών που ήταν πρωτοποριακές πριν δεκαετίες και τώρα διέπονται από μια αισθητική “αρτηριοσκλήρωση” που δεν συμφωνεί με τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι εγώ τον κόσμο και τον πολιτισμό. Εξ’ άλλου, έχω πλέον ζήσει το περισσότερο τμήμα της ζωής μου στον Καναδά και η ύπαρξή μου έχει πλέον συνυφανθεί με τον εδώ πολιτισμό. Τώρα, άλλωστε, δεν είναι πλέον σημαντικό που ζει κανείς. Με τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας μπορεί κανείς να προσφέρει οπουδήποτε από οπουδήποτε. Τι σας έχει διδάξει η επαγγελματική ζωή στον Καναδά; Τι γίνεται «λάθος» στα μουσικά πράγματα στην Ελλάδα; Πηγή: Nova |