Η πριγκίπισσα, μέλος της βασιλικής οικογένειας, έχει αγωνιστεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα και σύμφωνα με την Deutsche Welle, θεωρείται αγνοούμενη και πολλοί πιστεύουν ότι βρίσκεται κατ’ οίκον κράτηση στο Ριάντ χωρίς κατηγορητήριο. Πηγή κοντά στην πριγκίπισσα, που μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας για λόγους ασφαλείας, είπε στην DW ότι παρότι η οικογένειά της είχε επαφή με την πριγκίπισσα, η τελευταία δεν μπορούσε να μιλήσει ανοιχτά, καθώς οι επικοινωνίες της παρακολουθούνται.
Η πριγκίπισσα Μπασμά είναι υπέρμαχος των συνταγματικών αλλαγών και ασχολείται με ανθρωπιστικά θέματα τόσο στη χώρα της όσο και στην περιοχή. Μάλιστα, μαζί της βρίσκεται και η κόρη της, σε μια περίοδο που οι επικριτές του πρίγκιπα του θρόνου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν κάνουν λόγο για δολοφονίες, εξαφανίσεις, φυλακίσεις μέσα στη βασιλική οικογένεια.
Σύμφωνα με την DW, η πριγκίπισσα κρατείται από τον Μάρτιο, με την υποψία ότι προσπάθησε να διαφύγει από τη χώρα με την ενήλικη κόρη της, καθώς σκόπευε να ταξιδέψει στην Ελβετία για ιατρικούς λόγους. Από τότε, οι Σαουδαραβικές αρχές δεν απαντούν σε αιτήματα για πληροφορίες.
Η Μπασμά, σύμφωνα με έγγραφα, είχε τις διαπιστεύσεις να πετάξει από την Τζέντα στις 18 Δεκεμβρίου 2018, συνοδευόμενη από την κόρη της, για επείγουσα ιατρική παρακολούθηση, όπως ζητήθηκε από τον Ελβετό γιατρό της. Ο δικηγόρος που κανόνισε τη μεταφορά της, Λέοναρντ Μπένετ, υποστήριξε ότι δεν της επετράπη να φύγει.
Δύο μήνες μετά το περιστατικό «βγήκε εκτός των ραντάρ, κανένας δεν ήξερε πού βρισκόταν. Φοβηθήκαμε για το χειρότερο». Μετά από πολλές προσπάθειες, εμφανίστηκε, αλλά ακουγόταν σαν να ήταν όμηρος.
Σύμφωνα με τον Μπένετ, το ταξίδι της προκάλεσε υποψίες επειδή σχεδίασε να φύγει μέσω Τουρκίας, μια χώρα που αντιμετωπίζεται ως εχθρική από το Ριάντ. Παρότι σύμφωνα με άτομα του περιβάλλοντός της αν και οι υποψίες αποδείχθηκε ότι ήταν λανθασμένες, εξακολουθούν να μην ξέρουν γιατί βρίσκεται υπό κράτηση.
Η ίδια πηγή υποστηρίζει ότι δεν γνωρίζουν ποιος ζήτησε τη σύλληψή της, αλλά επέμεινε ότι δεν ήταν υποκινούμενη πολιτικά και ότι δεν διατάχθηκε εν γνώσει των βασιλέων.
Ο λογαριασμός της πριγκίπισσας στο twitter έχει σιγήσει από τα τέλη Φεβρουαρίου. Μετά από περιστατιακά μηνύματα θρησκευτικού μηνύματος που αναρτήθηκαν μέχρι τον Ιούλιο – από το προσωπικό της, σύμφωνα με μια πηγή – δεν υπάρχουν άλλες αναρτήσεις.
Μητέρα πέντε παιδιών, η εξαφανισμένη πριγκίπισσα ξεκίνησε να γράφει το 2006 σε ΜΜΕ της Σαουδικής Αραβίας. Έκτοτε έχει γίνει επιχειρηματίας και υποστηρίζει δημόσια τις μεταρρυθμίσεις, δραστηριότητες που δεν προτιμούν οι κυβερνήτες της χώρας.
Μετά το διαζύγιό της, μετακόμισε στο Λονδίνο το 2010-2011, όπου είχε προβολή στα μίντια, ενώ εμφανίστηκε σε πολλά διεθνή φόρα κατά της διαφθοράς, για ανθρωπιστικά θέματα και για την ανισότητα στην υγεία στην περιοχή. Επίσης, προώθησε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις στο βασίλειο, που θα περιόριζαν τη δύναμη της θρησκευτικής αστυνομίας και θα ενδυνάμωναν τα δικαιώματα των γυναικών.
Αν και οι προτάσεις της πηγαίνουν κόντρα στο κατεστημένο στη ώρα της, οι επικρίσεις της δεν θίγουν άμεσα τη βασιλική οικογένεια και επικεντρώνουν σε άλλα επίπεδα διοίκησης. Σύμφωνα με δικά της πρόσωπα, είναι πιστή στην ευρύτερη οικογένειά της και δεν θα έκανε τίποτα για να καταστρέψει τη χώρα της.
Το 2015 μετακόμισε και πάλι στη Σαουδική Αραβία, κλείνοντας κάποιες από τις επιχειρήσεις της στο Λονδίνο και μεταφέροντας τις υπάρχουσες σε μια από την κόρη της το 2018. Ωστόσο συνέχισε να εμφανίζεται στα διεθνή μίντια.