Είναι καλή ή κακή η επιλογή του πρωθυπουργού στο πρόσωπο της προέδρου του ΣτΕ για την Προεδρία της Δημοκρατίας; Στο ερώτημα που διακινείται από χθες το βράδυ σε πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία η απάντηση είναι μάλλον αυτονόητη: θα κριθεί εκ του αποτελέσματος. Και δεν εννοώ προς το τέλος της πενταετούς θητείας της που είναι βέβαιο πως θα εξασφαλίσει από τις σχετικές ψηφοφορίες στη Βουλή, θα αξιολογηθεί αρκετά νωρίτερα και με τη δέουσα αυστηρότητα.
Δεν πρέπει, ωστόσο, να είμαστε μεμψίμοιροι. Είναι μια θετική επιλογή και όχι απαραίτητα επειδή είναι γυναίκα. Θα ήταν άδικο και προσβλητικό να περιορίσει κανείς την αξιολόγηση της πρότασης του πρωθυπουργού μόνο στον εμβληματικό χαρακτήρα (“πρώτη γυναίκα Πρόεδρος”) που της αποδίδεται.
Είναι θετική διότι, κυρίως, δεν διχάζει το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία. Και, απ΄ ότι φαίνεται, μπορεί να εξασφαλίσει ευρύτερη πλειοψηφία στήριξης ή έστω ανοχής. Και εάν λάβουμε υπόψη μας άλλα ονόματα που βρίσκονταν στην ατζέντα επιλογών του πρωθυπουργού, το χαρακτηριστικό αυτό της κυρίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου δεν πρέπει να υποτιμάται.
Μερικές επισημάνσεις:
–Ο υπογράφων έχει επανειλημμένως επιχειρηματολογήσει γιατί η καλύτερη επιλογή στην παρούσα συγκυρία -με ζητούμενο την συναίνεση στα εθνικά θέματα- θα ήταν ο απερχόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ήταν σαφές, όμως, πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήθελε την επανεκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου, κάτι που επιβεβαιώθηκε από τη δήλωσή του, στην οποία δεν του επιφύλαξε “ανοιχτόκαρδο” αποχαιρετισμό. Θα περίμενε κανείς περισσότερα και καλύτερα λόγια, ίσως και κάποια επιχειρήματα για τους λόγους που στερείται η χώρα τις ικανότητες, την εμπειρία και τις διεθνείς διασυνδέσεις ενός κατά κοινή ομολογία επιτυχημένου Προέδρου.
–Η επιλογή της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου έχει αναμφίβολα επικοινωνιακά χαρακτηριστικά. Και το timing της ανακοίνωσης (την ώρα που η κυβέρνηση βάλλεται για την έμμεση ομολογία αποτυχία στο προσφυγικό –επανασύσταση υπουργείου που κατάργησε και εκ νέου αλλαγή πολιτικού προϊσταμένου-, και τον αποκλεισμό της από την διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη), και η διαχείριση της επιλογής από τα φίλα προσκείμενα στην κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης εκεί κατατείνουν.
–Η αντιπολίτευση είναι βέβαιο πως θα βρεθεί σε δύσκολη θέση να απορρίψει την πρόταση του πρωθυπουργού. Πιο συγκεκριμένα, ο Αλέξης Τσίπρας –ο οποίος ορθώς επέμεινε στην επανεκλογή Παυλόπουλου– δεν έχει πολλά ευκρινή και πειστικά επιχειρήματα να πει “όχι”. Δική του επιλογή –ως κυβέρνηση– ήταν η προαγωγή της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου στην προεδρία του ΣτΕ και με αυτή την επιλογή αποδέχθηκε έμμεσα, τότε, πως δεν είχαν βάση ορισμένες “στιγμές” στην διαδρομή της ανώτατης δικαστικού (Σκουριές, μνημόνια κ.ά) που τώρα ανακαλούν μειοψηφικά ορισμένοι.
–Υπό το φως των παραπάνω, η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου είναι πιθανό να ψηφιστεί από ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία και αυτό είναι αναμφίβολα θετικό.
–Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει κάτι ακόμα -που δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας. Θέλει να δώσει, δια της κυρίας Σακελλαροπούλου, το “στίγμα της νέας εποχής”, όπως λέει. Αυτό διαθέτει, μεταξύ άλλων, και εσωκομματική αντιστοίχηση. Η “αποστρατεία” Παυλόπουλου σηματοδοτεί και την επιδίωξη για οριστική αποστράτευση όλων των μεγάλων ονομάτων της Ν.Δ (Καραμανλής, Σαμαράς, Μεϊμαράκης, Ντόρα) και την επιδίωξη για εδραίωση της δικής του πολιτικής ηγεμονίας. Μένει να διαπιστωθεί κατά πόσο οι παραπάνω θα το αποδεχθούν ή θα μετατραπούν σε RED ( Retired Extremely Dangerous)- κατά τη γνωστή ταινία περιπέτειας.
Εν κατακλείδι, στο εσωτερικό της χώρας (πολιτικό σύστημα, κοινωνία) η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν θα συναντήσει αντιστάσεις. Το πρόσωπο και η επικοινωνία περί το πρόσωπο θα αποδώσουν.
Εκεί που πιθανώς θα ανακύψουν ορισμένα ζητήματα είναι το μικρό έως ανύπαρκτο διεθνές βεληνεκές της νέας Προέδρου και η σχεδόν μηδενική πολιτική της εμπειρία.
Στην επόμενη περίοδο η χώρα θα βρεθεί σε συμπληγάδες πέτρες στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Θα πιεστεί και θα οδηγηθεί σταδιακά σε κρίσιμες αποφάσεις, κάποιες από τις οποίες μπορεί να αποδειχθούν επώδυνες. Η νέα Πρόεδρος θα αργήσει πολύ να αποκτήσει την δυνατότητα άμεσης παρέμβασης στα διεθνή κέντρα προς υποβοήθηση της εθνικής στρατηγικής (η οποία, ας μην ξεχνάμε, βρίσκεται σε εκκρεμότητα με ευθύνη της κυβέρνησης). Πιθανώς, όμως, ο πρωθυπουργός να νοιώθει αυτοπεποίθηση και πως δεν χρειάζεται καμία συνδρομή από το Προεδρικό Μέγαρο. Έτσι δικαιολογείται, άλλωστε, μεταξύ άλλων, και η επιμονή του να μην στηρίξει την επανεκλογή Παυλόπουλου.
Σ.Κ