Μία πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά καθόλου αισιόδοξη μελέτη δημοσιεύτηκε την Μεγάλη Τρίτη το επιστημονικό περιοδικό “Science”, επικαλούμενη και μία έρευνα που πραγματοποίησαν ερευνητές υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Οι προβλέψεις αυτής μόνο ενθαρρυντικές δεν είναι για την μελλοντική υπόσταση του κοροναϊού, της ανθρώπινης ανοσίας, αλλά και των επιπτώσεων.
Όπως αναφέρεται αρχικά, η σύγκριση του νέου κοροναϊού SARS-CoV-2 με τον SARS-CoV-1 γίνεται για να βγουν συμπεράσματα σχετικά με το ξέσπασμα του SARS στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο οποίος περιορίστηκε μέσα σε διάστημα ενός έτους χάρη στις μάσκες, τον περιορισμό των ταξιδιών και την τήρηση κοινωνικών αποστάσεων.
Αντίθετα, όμως, αν η σύγκριση του νέου κοροναϊού γίνει με άλλα, λιγότερο γνωστά μέλη της οικογένειάς του, όπως ο HCoV-OC43 και ο HCoV-HKU1, οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες και το εύρος περιορισμού του αποτελεί ερωτηματικό, έχοντας σαφώς μεγαλύτερη διάρκεια. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει η εν λόγω μελέτη, η οποία διερεύνησε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, την ομοιότητα δηλαδή του κοροναϊού με αυτούς τους δύο ιούς που αποδίδονται ουσιαστικά στο κοινό κρυολόγημα.
Πρόκειται για ιούς που δεν είναι μεν το ίδιο θανατηφόροι με τους SARS MERS, μπορούν όμως να δημιουργήσουν προβλήματα, με πιο βασικό αυτό της επανεμφάνισής τους ανά περιόδους και με την ανθρώπινη ανοσία σε αυτούς να μειώνεται με την πάροδο των χρόνων.
Σύμφωνα με την έρευνα , λοιπόν, και με δεδομένο ότι η λεγόμενη “ανοσία της αγέλης” χτίζεται αργά, είναι πιθανό ο SARS-CoV-2 να εμφανίζεται τακτικά μέσα στον χρόνο, με τέτοιες εξάρσεις να γίνονται καθημερινότητα. Σύμφωνα με αυτές τις προβλέψεις μάλιστα, η ίδια έρευνα, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα του ιού και το ενδεχόμενο επιστροφής του κάθε χειμώνα για τα επόμενα -δύο τουλάχιστον- χρόνια, τονίζει πόσο σημαντική θα ήταν σε μία τέτοια περίπτωση η -επίσης ανά διαστήματα- επιβολή περιοριστικών μέτρων και η τήρηση κοινωνικές αποστάσεων.
Μέτρα δηλαδή που θα επιβάλλονται ξανά και ξανά για την αποφυγή της εξάπλωσης του ιού και που,όπως αναφέρεται, σε μία τέτοια περίπτωση ίσως να κρατούσαν μέχρι και το 2022.
Παράλληλα, όπως αναφέρει ο καθηγητής επιδημιολόγος και μέλος της έρευνας, Μαρκ Λίπσιτς, η εποχική εμφάνιση του ιού δεν σημαίνει ότι ο κορονοϊός αυτός θα εξαφανιστεί το καλοκαίρι. Τονίζει δε, ότι τέτοιες εξάρσεις θα μπορούσαν να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε στιγμή του χρόνου, με την υποσημείωση ότι κατά τη χειμερινή περίοδο θα μπορούσαν να είναι πιο σοβαρές και επιβλαβείς.
Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό, ότι αυτό το χαρακτηριστικό του ιού και η ενδεχόμενη ομοιότητά του με μία κοινή, εποχική γρίπη, μπορεί να καθορίσει και οποιαδήποτε λήψη αποφάσεων σχετικά με τα περιοριστικά μέτρα, τη διάρκειά τους, την άρση τους και την ενδεχόμενη επιστροφή τους στο μέλλον.
Στην ίδια έρευνα πάντως γίνεται αναφορά και στα τωρινά μέτρα, τονίζοντας την επικινδυνότητα του lockdown, το οποίο εν μέρει καθυστερεί την “ανοσία της αγέλης”. Συγκεκριμένα, επισημαίνεται η δυσκολία ανάπτυξης αντισωμάτων πράγμα που επιβραδύνει την “ανοσία της αγέλης” και μπορεί να κάνει τον άνθρωπο ευάλωτο σε ενδεχόμενη επιστροφή του κορονοϊού.