Διαβάστε παρακάτω το ενδιαφέρον αφιέρωμα της “Αυγής”¨της Κυριακής (7/4) για το ζήτημα της εξόδου ή όχι της Ελλάδας από το ευρώ και τις τοποθετήσεις των Κ. Λαπαβίτσα, Ευ. Τσακαλώτου και Κ. Μελά πάνω σε τρία ίδια ερωτήματα.
ΚΩΣΤΑΣ ΛΑΠΑΒΙΤΣΑΣ: Ο ΣΥΡΙΖΑ ΝΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ
1. Μετά τη δεύτερη απόφαση του Eurogroup για την Κύπρο εκφράζονται απόψεις για επανεξέταση της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ για το ευρώ ή της θέσης του ΑΚΕΛ για το ευρώ; Θεωρείτε ότι υπάρχει τέτοιο θέμα ή ότι μπορούν να αναζητηθούν λύσεις στο πλαίσιο της Ευρωζώνης;
Οι λύσεις που μπορούν να αναζητηθούν στο πλαίσιο της Ευρωζώνης είναι λύσεις που εξυπηρετούν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και μόνο. Λύση υπέρ των εργατικών και των λαϊκών στρωμάτων της Ελλάδας αλλά και γενικότερα μέσα στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, κατά την άποψή μου, είναι παντελώς ανέφικτη. Επιπλέον βλέπουμε ότι ακόμα και η θέση περί αναδιαπραγμάτευσης είναι ανέφικτη: Στο δεύτερο Eurogroup παρουσίασαν στον κ. Αναστασιάδη έναν ωμό εκβιασμό. Ένα δίλημμα το οποίο του έλεγε ότι μέχρι το απόγευμα της Δευτέρας θα έχεις ρευστότητα. Μετά, κανονίστε την πορεία σας. Κι αναγκαστικά, επειδή δεν είχε άλλο σχέδιο, υποχώρησε, διότι αλλιώς, την Τρίτη το πρωί, θα υπήρχε χάος. Άρα λοιπόν όχι μόνο δεν υπάρχουν λύσεις για τα λαϊκά στρώματα, αλλά δεν τίθεται καν θέμα να συζητηθούν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις. Αυτό που τίθεται από την πλευρά των εχόντων και των κατεχόντων είναι εκβιασμός.
2. Τι δείχνουν οι άλλες εμπειρίες, όπως της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, της Ρουμανίας ή της Ουγγαρίας κ.ά. όσον αφορά το νόμισμα και την ύπαρξη η όχι Μνημονίου
Οι παραπάνω χώρες είναι πολύ διαφορετικές, οπότε δεν καταλαβαίνω ποιος είναι ο ειρμός και η κοινή γραμμή. Εάν η συμπερίληψη των παραπάνω χωρών θέλει να δείξει ότι υπάρχουν χώρες και εκτός ευρώ που αντιμετωπίζουν κρίση, κομίζετε γλαύκα εις τας Αθήνας. Προφανώς, οι καπιταλιστικές οικονομίες αντιμετωπίζουν κρίσεις, ανεξαρτήτως του νομίσματος. Όμως, αυτό που έχουμε μπροστά μας είναι μια συγκεκριμένη κρίση που αντιμετωπίζει ένα συγκεκριμένο νομισματικό σύστημα. Αυτό πρέπει να μας απασχολήσει, όχι το αν υφίστανται κρίσεις γενικά.
Το νόμισμα, λοιπόν, και το Μνημόνιο είναι άμεσα συνδεδεμένα, στην περίπτωση τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου αλλά και άλλων χωρών. Το να μην το βλέπει κανείς συνιστά παραγνώριση του προφανούς. Το νόμισμα έχει πολύ μεγάλη σημασία και είναι λάθος να λέγεται ότι η κρίση οφείλεται σε βαθύτερα αίτια του καπιταλισμού και το νόμισμα είναι απλώς ένα επιφαινόμενο. Βεβαίως και η κρίση έχει βαθιά αίτια κι έχει να κάνει με τη δομική σύνθεση του καπιταλισμού, αλλά το νόμισμα το ίδιο δεν είναι ποτέ επιφαινόμενο. Το νόμισμα είναι η κορυφή μιας πυραμίδας. Έχει πολύ μεγάλη σημασία δηλαδή εάν το νόμισμα είναι δραχμή ή αν είναι ευρώ ή αν είναι δολάριο.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, άλλο πράγμα είναι λειτουργεί με το ευρώ, άλλο να λειτουργεί δανειζόμενη με βάση το δολάριο από τις ΗΠΑ κι άλλο να επιστρέψει στη δραχμή. Αυτό το καταλαβαίνουν όλοι οι άνθρωποι. Να τίθεται ως θέμα αριστερής πολιτικής ή αριστερής ανάλυσης, συνιστά, νομίζω, άγνοια του προφανούς. Η αλλαγή του νομίσματος επιτρέπει ανάκτηση έλεγχου στη νομισματική πολιτική, δίνει πολύ μεγαλύτερα περιθώρια στη δημοσιονομική πολιτική κι ανοίγει το περιθώριο για αναδιανομή και για αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού ζητήματος.
Τη στιγμή αυτή η αλλαγή του νομίσματος είναι κομβικό σημείο για τη ρήξη με τον ελληνικό καπιταλισμό. Έτσι ήταν από την πρώτη στιγμή, τώρα έχει αποδειχθεί πλέον πέραν πάσης αμφιβολίας. Άρα, λοιπόν, όποιος λέει ότι το νόμισμα δεν έχει σημασία αποφεύγει τη ρήξη με τον ελληνικό καπιταλισμό.
3. Πώς κρίνετε το κλίμα ευρωσκεπτικισμού που διαπιστώνεται στην Ευρώπη; Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για την κρίση στην Ευρωζώνη; Για παράδειγμα η πρόταση που εκφράζει ο Στιούαρτ Χόλαντ, που τάσσεται υπέρ της πρότασης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ήδη από το 2011 (Νιου Ντιλ, ομόλογα από ΕΤΕπ κ.ά.) ή η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ευρωπαϊκή διάσκεψη για το χρέος αποτελούν ικανοποιητικές ιδέες;
Το κλίμα του ευρωσκεπτικισμού υπάρχει ευρύτατα κι αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Ο λόγος για τον οποίο υπάρχει είναι η κρίση που έχουν δημιουργήσει η Ευρωζώνη και η Ε.Ε. ευρύτερα, και φυσικά οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης, οι οποίες δεν είναι τυχαίες ούτε είναι απόρροια της ιδεοληψίας: πηγάζουν από τα μεγάλα συμφέροντα που είναι κεντρικά για την Ευρωζώνη.
Οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν πλήττουν ευθέως την εργατική τάξη, την εργασία, την απασχόληση, το κράτος πρόνοιας κ.λπ. Είναι πολύ φυσιολογικό, επομένως να υπάρχει ευρωσκεπτικισμός. Οι λαοί της Ευρώπης δεν μπήκαν σ’ αυτό το κοινό νόμισμα γιατί πιστεύουν σε κάποιο υπέρτατο καλό ούτε η Ευρωζώνη είναι κάτι τέτοιο. Μπήκαν για να έχουν καλύτερες συνθήκες ζωής και διαβίωσης και δεν τις έχουν. Επίσης το θέμα δεν είναι μόνο κοινωνικό ή οικονομικό, αλλά και άμεσα πολιτικό: αυτό που βλέπουμε να γίνεται είναι ωμότατη επιβολή αντιδημοκρατικών διαδικασιών -π.χ. τοποθέτηση τραπεζιτών στη θέση του πρωθυπουργού-, αλλά και πέρα από αυτό έχουμε ωμότατους εκβιασμούς χώρας προς χώρα. Έχουμε δηλαδή ιεραρχία χωρών.
Η Ε.Ε. δεν είναι συνεταιριστικός όμιλος αλλά μια ιεραρχική, καπιταλιστική και, στη βάση της, ιμπεριαλιστική ολότητα. Ο κόσμος το προσλαμβάνει αυτό και αντιδρά πολύ φυσιολογικά. Θα είναι τραγικό αν η Αριστερά επιτρέψει στην Άκρα Δεξιά να επωφεληθεί από αυτόν τον ευρωσκεπτικισμό και να προτείνει δυναμικές και δραστικές λύσεις.
Η πρόταση του Σ. Χόλαντ κατατέθηκε πριν από τρία χρόνια, αλλά δεν προχώρησε. Είναι μια πρόταση που αποτελεί μέρος ευρύτερων προτάσεων, που όλες έχουν να κάνουν με το ευρωομόλογο, οι οποίες είναι λύσεις που δεν προχώρησαν για πολύ προφανείς λόγους, εφόσον συνεπάγονται κόστος για τις χώρες του κέντρου, κόστος που έχει να κάνει με το ρίσκο που θα πάρουν και με τη φορολογία.
Η Ευρωζώνη δεν είναι φτιαγμένη έτσι. Είναι φτιαγμένη για να αποφεύγεται αυτό το κόστος. Άρα λοιπόν έχουμε απόρριψη αυτών των λύσεων κι έχουμε επιβολή λύσεων που πηγάζουν από το κέντρο, οι οποίες είναι λύσεις λιτότητας και περικοπής του εργατικού κόστους. Δεν υπάρχουν άλλες εναλλακτικές λύσεις μέσα σ’ αυτό. Είναι κυνήγι φαντασμάτων να ψάχνει κανείς να βρει τρόπο να κάνει κάτι προοδευτικό. Πρέπει να αναγνωρίζουμε την πραγματικότητα, την οποία έχουμε μπροστά μας τρία χρόνια. Δεν υπάρχει κίνηση κοινωνικού φαινομένου που διαρκεί τρία χρόνια κι οφείλεται στην ιδεοληψία της κ. Μέρκελ.
Ο βασικός μαρξισμός λέει ότι, αν έχεις κάτι το οποίο επιμένει μ’ αυτόν τον τρόπο, οι ρίζες του είναι κοινωνικές και υλικές. Πρέπει λοιπόν η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, να το αναγνωρίσει αυτό, να καταλάβει τι έχει απέναντί της. Δεν υπάρχει κατά την άποψή μου εναλλακτική λύση εντός της Ευρωζώνης που να είναι υπέρ του εργατικού και του λαϊκού στοιχείου. Η Αριστερά πρέπει να καταθέσει ριζοσπαστική λύση που θα περιλαμβάνει και το σπάσιμο αυτής της ¨Ένωσης και την έξοδο από αυτήν ή τον ριζικό αποχωρισμό. Να μην το φοβηθεί, γιατί αλλιώς ούτε την κοινωνία θα μπορέσει να αλλάξει ούτε να διαπραγματευτεί ούτε να σταθεί απέναντι στις εσωτερικές της υποχρεώσεις με στοιχειώδη αξιοπρέπεια.
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ: ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΤΟ ΑΛΦΑ ΚΑΙ ΤΟ ΩΜΕΓΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΑΣ
1. Μετά τη δεύτερη απόφαση του Eurogroup για την Κύπρο εκφράζονται απόψεις για επανεξέταση της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ για το ευρώ ή της θέσης του ΑΚΕΛ για το ευρώ; Θεωρείτε ότι υπάρχει τέτοιο θέμα ή ότι μπορούν να αναζητηθούν λύσεις στο πλαίσιο της Ευρωζώνης;
Η απόφαση μοιάζει με αλλαγή παραδείγματος, με μια επανεθνικοποίηση των προβλημάτων. Η έλλειψη αλληλεγγύης υπογραμμίσθηκε από σχεδόν όλους τους αναλυτές. Το ευρώ κατά κάποιον τρόπο διασπάται, όχι μόνο λόγω των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων στην Κύπρο, αλλά και επειδή η επανεθνικοποίηση σημαίνει πως το ευρώ της Πορτογαλίας ή της Ιταλίας είναι διαφορετικό από αυτό της Γερμανίας ή της Ολλανδίας, καθώς εξαρτάται από τη φερεγγυότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και του ίδιου του κράτους. Κάτι που θα ήταν αδιανόητο, βέβαια, π.χ. για το δολάριο του Τέξας.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, ποιος είναι ο απώτερος στόχος των ελίτ; Ας υποθέσουμε ότι η πρώτη προτίμησή τους είναι μια συντηρητική ομοσπονδιοποίηση, με δημοσιονομική πειθαρχία, με περιορισμένες μεταβιβάσεις από τις πιο επιτυχημένες περιοχές σε αυτές με τα μεγαλύτερα προβλήματα και με ένα σύστημα πολιτικής διακυβέρνησης όπου θα υπάρχει ακόμη ισχυρότερη θωράκιση από δημοκρατικές πιέσεις. Επίσης οι γερμανικές ελίτ, ιδιαίτερα, μπορεί να στοχεύουν σε ένα πιο συντηρητικό τραπεζικό σύστημα, όπου οι κερδοσκοπικές δραστηριότητες δεν θα κυριαρχούν. Με λίγα λόγια μέρος του στόχου μπορεί να είναι και το αγγλοσαξονικό χρηματοπιστωτικό σύστημα για να επικρατήσει το γερμανικό μοντέλο καπιταλισμού.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, το ενδιαφέρον για μας είναι ποιες είναι οι δεύτερες και τρίτες προτιμήσεις των ελίτ. Αν δεν τους βγει η πρώτη προτίμηση, για συντηρητική ομοσπονδιοποίηση, θα δεχθούν μια Ευρωζώνη με περισσότερη αλληλεγγύη ή θα προτιμήσουν τη διάλυση; Αυτή η ερώτηση είναι κρίσιμη. Γιατί, αν η δεύτερή τους επιλογή είναι η διάλυση, τότε τα πράγματα είναι πιο δύσκολα για τους λαούς, του Νότου πρωτίστως, αλλά όχι μόνο.
Σε αυτή την περίπτωση, αν η μόνη προοπτική είναι μια μόνιμη περιθωριοποίηση και στασιμότητα, τότε η έξοδος από το ευρώ μπορεί να παρουσιαστεί πιο ελκυστική για τους από κάτω. Αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι οι από κάτω θα πρέπει να έχουν την έξοδο από το ευρώ ως πρώτη επιλογή. Θα μπορούσαν να επιμείνουν στην αλληλέγγυα λύση, ακριβώς για να αναδείξουν ποιες είναι αυτές οι δυνάμεις που πολεμούν με τέτοια σφοδρότητα λύσεις που είναι και πιο αποτελεσματικές, και πιο δίκαιες, και πιο δημοκρατικές.
Αν, όμως, η δεύτερη επιλογή των ελίτ είναι κάποιος συμβιβασμός με μια πιο αλληλέγγυα ένωση, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Σε αυτή την περίπτωση η καλύτερη λύση των από κάτω είναι σίγουρα να παλέψουν εντός της Ευρωζώνης. Με τους αγώνες τους να αναγκάσουν τις ελίτ να δεχθούν ότι η πρώτη επιλογή τους είναι μη αποδεκτή και άρα ανέφικτη. Και δεν είναι μια υπερβολική υπόθεση να κάνει κανείς. Βεβαίως οι ελίτ κατηγορηματικά αντιστέκονται στην πιο αλληλέγγυα Ευρώπη. Αλλά θυμίζω ότι παλαιότερα ήταν το ίδιο κατηγορηματικά ενάντια στα πακέτα διάσωσης των κρατών μελών, στις αγορές κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ κ.λπ. Από την πρώτη στιγμή ήταν φανερό ότι η διάλυση θα είχε μεγάλο κόστος για τους από πάνω. Το ότι το αρνήθηκαν, και ακόμα σε κάποιο βαθμό συνεχίζουν να το αρνούνται, είναι απλώς μέρος του διαπραγματευτικού παιχνιδιού.
2. Τι δείχνουν οι άλλες εμπειρίες, όπως της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, της Ρουμανίας ή της Ουγγαρίας κ.ά. όσον αφορά το νόμισμα και την ύπαρξη η όχι Μνημονίου
Οι διάφορες εμπειρίες αναδεικνύουν το πόσο αλληλέγγυες και ενωμένες ήταν οι ελίτ, τόσο του Βορρά όσο και του Νότου, στις πολιτικές της λιτότητας. Το γεγονός ότι ποτέ δεν έδωσε το Eurogroup συνολική λύση, ότι αντιμετώπιζαν κάθε επεισόδιο κρίσης και κάθε χώρα ξεχωριστά, μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί. Αλλά νομίζω ότι φθάνουμε πολύ σύντομα στο σημείο όπου τα αδιέξοδα αυτής της προσέγγισης δεν θα μπορούν να κρυφτούν.
Νομίζω δεν είναι πιστευτό ότι μπορούμε να πάμε μπροστά, πόσο μάλλον στον σοσιαλισμό, χωρίς μια παρόμοια ενότητα των από κάτω σε υπερεθνικό επίπεδο. Οι λαοί, σε πρώτη φάση του Νότου, έχουν κάθε συμφέρον να μπλοκάρουν τη συνέχιση της παρούσας προσέγγισης, αλλά και την ίδια στιγμή να διευρύνουν την ατζέντα. Μόνο ένα παράδειγμα: Η Κύπρος έδειξε τη σημασία υπερεθνικών λύσεων για τα προβλήματα των φορολογικών παραδείσων, του φορολογικού ανταγωνισμού, του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Προβλήματα που έχουν άμεση σχέση με τη δυνατότητα ενός άλλου κοινωνικού μοντέλου.
3. Πώς κρίνετε το κλίμα ευρωσκεπτικισμού που διαπιστώνεται στην Ευρώπη; Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για την κρίση στην Ευρωζώνη; Για παράδειγμα η πρόταση που εκφράζει ο Στιούαρτ Χόλαντ, που τάσσεται υπέρ της πρότασης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ήδη από το 2011 (Νιου Ντιλ, ομόλογα από ΕΤΕπ κ.ά.) ή η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ευρωπαϊκή διάσκεψη για το χρέος αποτελούν ικανοποιητικές ιδέες;
Ο ευρωσκεπτικισμός τροφοδοτείται και στο οικονομικό επίπεδο και στο πολιτικό. Τροφοδοτείται τόσο από την οικονομική αποτυχία αντιμετώπισης της κρίσης όσο και από τη διάχυτη αίσθηση ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι θωρακισμένοι από τη δημοκρατία και τον λαϊκό παράγοντα. Βέβαια ο ευρωσκεπτικισμός δεν είναι ενιαίος. Στον Νότο υπερισχύει ο φόβος, η αβεβαιότητα, το παράπονο για την έλλειψη αλληλεγγύης. Στον Βορρά καλλιεργείται, εδώ και χρόνια, το στερεότυπο του καταναλωτικού και χαλαρού Νότου που θα χρειάζεται ατέρμονες επιδοτήσεις για να συνεχιστεί ο ίδιος τρόπος ζωής. Στερεότυπο που επικρατεί και εντός των κρατών μελών, όπως φαίνεται από τα αποσχιστικά κινήματα στην Ιταλία και την Ισπανία. Τα λαϊκά στρώματα δεν αντιπροσωπεύονται επαρκώς στο πολιτικό επίπεδο -αναζητούν και την οικονομική ευημερία και το αίσθημα του ανήκειν- και έτσι ο ευρωσκεπτικισμός βρίσκει έδαφος.
Λύσεις προφανώς υπάρχουν. Αυτό που λείπει είναι η πεποίθηση ότι μπορεί να αλλάξει η Ευρώπη, να αλλάξει η Ευρωζώνη. Αλλά αυτό αποτελεί μονάχα την επιφάνεια των πραγμάτων. Γιατί ο βαθύτερος σκεπτικισμός έχει να κάνει με την ίδια την πολιτική. Με τη δυνατότητα να αλλάξουν τα πράγματα ριζικά. Η συζήτηση για το ευρώ και τη δραχμή πρέπει να φθάσει και σε αυτό το επίπεδο. Το πρωτεύον είναι πώς αλλάζεις τους συσχετισμούς, πώς συνδυάζεις τη δράση σου στο τοπικό επίπεδο με αυτή στο εθνικό και υπερεθνικό. Με ποιο πρόγραμμα αλλάζεις την ατζέντα. Μας κατηγορούν ότι αυτό αποτελεί “άλλα λόγια να αγαπιόμαστε” ή “στρίβειν διά του αρραβώνος”. Μόνο που αυτό υποθέτει ότι έχουμε συναποφασίσει ποιο είναι το κυρίαρχο. Είναι άλλο πράγμα να είμαστε ανοικτοί σε όλα τα ενδεχόμενα και όλα τα σενάρια. Και άλλο από την πίσω πόρτα να αναδείξουμε το νόμισμα ως το άλφα και το ωμέγα της πολιτικής μας.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ: ΛΥΣΕΙΣ ΕΝΤΟΣ EΥΡΩΖΩΝΗΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ, ΑΛΛΑ…
1. Μετά τη δεύτερη απόφαση του Eurogroup για την Κύπρο εκφράζονται απόψεις για επανεξέταση της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ για το ευρώ ή της θέσης του ΑΚΕΛ για το ευρώ; Θεωρείτε ότι υπάρχει τέτοιο θέμα ή ότι μπορούν να αναζητηθούν λύσεις στο πλαίσιο της Ευρωζώνης;
Η κριτική σκέψη ως απαύγασμα της διαφωτιστικής διαδικασίας και της ανάδειξης του ανθρώπου στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος επιτρέπει όλα τα ζητήματα να τίθενται υπό τη βάσανό της. Συνεπώς όλα δύνανται να επανεξεταστούν και μάλιστα ανεξαρτήτως του αν έχουν προκύψει νέα δεδομένα. Τίποτε ως εκ τούτου δεν αποτελεί θέσφατο. Όμως το ζήτημα του ενιαίου νομίσματος και της εξόδου της χώρας από αυτό, επειδή εκτός των άλλων αποτελεί και ένα πρόβλημα συνολικής στρατηγικής όχι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά της χώρας, θα πρέπει να αποτελέσει πρόβλημα βαθιού αναστοχασμού του συνολικού πολιτικού προσωπικού της χώρας. Επειδή τα ζητήματα στρατηγικού προσανατολισμού δεν πρέπει να αποτελέσουν ευκαιριακές επιδιώξεις κάρπωσης πρόσκαιρων πολιτικών ωφελημάτων, θα πρέπει να γίνονται με γνώμονα το πολυεπίπεδο συμφέρον της κοινωνίας και της χώρας. Άρα με όρους.
Ευτυχώς η επιστημονική επικοινωνία, βασισμένη στη συμφωνία των διαδικασιών με ορισμούς, τείνει να δημιουργήσει ένα πεδίο ικανό όχι να αποκαλύψει την αλήθεια, αλλά τουλάχιστον να αποκαλύψει το ψεύδος. Λύσεις μπορούν κάλλιστα να υπάρξουν εντός της Ευρωζώνης, αλλά προϋποθέτουν σημαντικές αλλαγές στην αρχιτεκτονική της, κάτι που σήμερα φαντάζει αρκετά δύσκολο και μακρινό. Η κρίση λειτουργεί προς εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από μια επιθυμητή και «ορθολογική» τοιαύτη. Όμως οι περιορισμοί της πραγματικότητας -οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής- δεν αποτινάζονται με μια ακοστολόγητη έξοδο από το ευρώ. Αυτό αποτελεί αυταπάτη πρώτου μεγέθους.
2. Τι δείχνουν οι άλλες εμπειρίες, όπως της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, της Ρουμανίας ή της Ουγγαρίας κ.ά. όσον αφορά το νόμισμα και την ύπαρξη η όχι Μνημονίου
Το ενιαίο νόμισμα, όπως έχει δομηθεί, προϋποθέτει σαφέστατα συγκεκριμένο μείγμα οικονομικής πολιτικής η οποία απορρέει από το νεοκλασικό υπόδειγμα ενδογενούς μεγέθυνσης. Δηλαδή ασκείται μια οικονομική πολιτική η οποία θεωρητικά, αν ακολουθηθεί «κατά γράμμα», δεν θα επιτρέψει την εμφάνιση παρεκκλίσεων από τους στόχους και επομένως δεν θα παρουσιάζει κρίσεις. Απλούστατα διότι θα είναι βασισμένη στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας μέσω της τεχνολογίας, της εκπαίδευσης και της καινοτομίας.
Αυτή είναι η μεγαλύτερη φενάκη στην ιστορία της οικονομικής πολιτικής. Διότι απλούστατα αυτή η λογική οδηγεί σε απόκλιση τις χώρες ανάλογα με το επίπεδο των παραγωγικών τους δυνατοτήτων και επομένως δεν υπάρχει λόγος ένωσης. Η ύπαρξη κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη αλλά και στην Ε.Ε. γενικότερα, σηματοδοτεί ότι οι χώρες μέλη χρησιμοποίησαν κατά το δοκούν τη μόνη ελεύθερη μακροοικονομική μεταβλητή που υπήρχε διαθέσιμη (η κάθε μία με τον ιδιόμορφο τρόπο που απέρρεε από τα χαρακτηριστικά της οικονομίας της) το χρέος (δημόσιο ή ιδιωτικό), για να σπρώξει την οικονομία του, για λόγους πρωταρχικά πολιτικούς και κοινωνικούς, προς τη σύγκλιση.
Συνεπώς και η λύση που επιβλήθηκε από τους Ευρωπαίους, ο δρόμος της μονόπλευρης δημοσιονομικής προσαρμογής (με Μνημόνιο ή χωρίς Μνημόνιο), με μεγαλύτερη βιαιότητα ή όχι, είναι κοινή για όλους ανεξαρτήτως αν είναι ή όχι στο ευρώ. Αν η οικονομική πολιτική ήταν διαφορετικής κατεύθυνσης και λάμβανε υπόψη την ανισότητα των παραγωγικών δυνατοτήτων μεταξύ των χωρών και προχωρούσε με βάση συγκεκριμένα κριτήρια σε μια σχετική βοήθεια των αδυνάτων χωρών μέσω αναδιανεμητικών πολιτικών, τότε και το νόμισμα θα είχε διαφορετική θέση στον μακροοικονομικό σχεδιασμό.
3. Πώς κρίνετε το κλίμα ευρωσκεπτικισμού που διαπιστώνεται στην Ευρώπη; Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για την κρίση στην Ευρωζώνη; Για παράδειγμα η πρόταση που εκφράζει ο Στιούαρτ Χόλαντ, που τάσσεται υπέρ της πρότασης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ήδη από το 2011 (Νιου Ντιλ, ομόλογα από ΕΤΕπ κ.ά.) ή η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ευρωπαϊκή διάσκεψη για το χρέος αποτελούν ικανοποιητικές ιδέες;
Ο ευρωσκεπτικισμός θα συνεχίσει να ανεβαίνει. Αλλά το άσχημο είναι ότι στην Ευρώπη λαμβάνει τη μορφή της φασίζουσας νεοδεξιάς. Αλλά και στην Ελλάδα πλέον παρουσιάστηκε το ίδιο φαινόμενο στην πλέον ακραία εκδοχή του.
Νομίζω ότι δεν πάσχουμε από έλλειψη προτάσεων. Όπως οι παραπάνω και άλλες ακόμη στην ίδια κατεύθυνση, θα μπορούσαν να επιφέρουν λύσεις. Βεβαίως κάθε μια από αυτές χρειάζεται να μελετηθεί σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά της. Εκεί υπάρχει συζήτηση και ενδεχομένως αντιρρήσεις. Αυτά όμως επιλύονται με τη συζήτηση. Όμως παράλληλα θα πρέπει να μελετηθούν οι πάσης φύσεως προϋποθέσεις οι οποίες αποτελούν τους απαραίτητους αρμούς τους που τις συνδέουν με την πραγματικότητα. Διότι το βασικό σε κάθε πρόταση είναι οι δυνατότητες εφαρμογής της να είναι υψηλές.
Αν οι δυνατότητες στηρίζονται σε πλήθος ανέφικτων δυνατοτήτων, τότε η πρόταση χάνει το ενδιαφέρον της. Οι δυνατότητες, παρότι δεν είναι στατικές και δημιουργούνται μέρα με τη μέρα, δεν μετατρέπονται όλες σε πραγματικότητα την ώρα που χρειάζεται αυτό να συμβεί. Με αποτέλεσμα το χάσιμο της «στιγμής» να χειροτερεύει τα δεδομένα και συνεπώς και τη μετατροπή των δυνατοτήτων σε πραγματικότητα.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΠΑΚΟΣ – ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΙΜΟΣ