Υπάρχει μεγάλη δυναμική στην ελληνική οικονομία, τόνισε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN, παραθέτοντας σειρά στοιχείων. Στο θέμα του κορονοϊού, διαβεβαίωσε νησιώτες και εργαζομένους στον τουρισμό ότι έχουν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα, ενώ στα ελληνο-τουρκικά διεμήνυσε προς την Άγκυρα ότι «η Ελλάδα δεν είναι η Ελλάδα των παρελθόντων ετών». Δήλωσε δε, αισιόδοξος ότι θα γίνει η οριοθέτηση των ζωνών με Αίγυπτο και Αλβανία.
Ξεκινώντας από το τι θα ισχύσει για τις δεσμεύσεις της χώρας μας έναντι της Ευρωζώνης για το 2021, ο υπουργός Επικρατείας είπε αυτή τη στιγμή που μιλάμε υπάρχει η απόφαση του Eurogroup, δηλαδή εάν υπάρχει συνέχεια με τον covid-19, μια υφεσιακή κατάσταση για την Ευρώπη, να μην προσμετρώνται οι καταστάσεις αυτές στην επίτευξη των πλεονασμάτων. «Καμία απόφαση για δέσμευση της χώρας δεν έχει ληφθεί. Αντιθέτως, το Eurogroup με απόφασή του έχει ουσιαστικά εξαιρέσει για το 2021 ο,τιδήποτε σχετικά με επίτευξη δημοσιονομικών στόχων», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Απαντώντας στη βασική κριτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση βύθισε τη χώρα στην ύφεση προ κορονοϊού, ο Γ. Γεραπετρίτης κατηγόρησε την αξιωματική αντιπολίτευση ότι «πρωτοπορεί στην αξιοποίηση θεωρητικών αφαιρέσεων». Όμως, συνέχισε, ο ύπατος κριτής αξιολόγησης μιας οικονομίας δεν είναι άλλος από τις αγορές και παρέθεσε τρία στοιχεία:
-Η χώρα δανείστηκε με 1,58% επιτόκιο στο δεκαετές ομόλογο, που είναι το χαμηλότερο στη δεκαετία, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ δανειζόταν το Μάρτιο του 2019 με κοντά 4% επιτόκιο, δηλαδή έχουμε πέσει στο 1/3.
-Ο δείκτης οικονομικού κλίματος βρίσκεται στο καλύτερο σημείο εν μέσω πανδημίας, και πολύ καλύτερος από το μέσο όρο της Ευρώπης
-Και το κυριότερο, η Eurostat κατέγραψε ύφεση για την Ελλάδα στο 0,9% όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 3,8%. Η υφεσιακή κατάσταση της Γαλλίας στο πρώτο τρίμηνο ήταν 5%, της Ισπανίας 4%, της Γερμανίας 2,2%. Η Ελλάδα είχε ένα πολύ δυνατό αναπτυξιακό φορτίο, το οποίο ήταν στην εκκίνησή του το πρώτο τρίμηνο, το οποίο βεβαίως ανακόπηκε από την πανδημία, αλλά «βάσιμα μπορούμε να πιστεύουμε σε συνδυασμό με την πρόσφατη έξοδο στις αγορές, ότι υπάρχει μεγάλη δυναμική στην ελληνική οικονομία».
Όλες οι ευρωπαϊκές στατιστικές, και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μας βάζουν περίπου στο μέσο όρο της ευρωπαϊκής ύφεσης, είπε ο κ. Γεραπετρίτης , για να προσθέσει: «Η εκτίμηση είναι ότι μολονότι η Ελλάδα έχει πολύ μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό, παρά ταύτα επειδή υπάρχει δυναμική της ελληνικής οικονομίας, θα καταφέρουμε να περιορίσουμε τις ζημιές».
Κληθείς να δώσει τις εκτιμήσεις του για τις προοπτικές της εθνικής οικονομίας, κατέθεσε την προσωπική του αίσθηση, ότι κανείς δεν μπορεί να μιλήσει με ασφάλεια, κάθε διεθνής οικονομικός φορέας κάνει και μια διαφορετική εκτίμηση. Σε κάθε περίπτωση, «η δική μας θέση είναι ότι πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για οποιοδήποτε ενδεχόμενο», τόνισε.
Αναφορικά με την Κοινοτική ενίσχυση, διευκρίνισε ότι τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης θα απελευθερωθούν την τριετία 2021- 2024, άρα, όπως και να έχει, θα πρόκειται για μια «ένεση» που δεν έχει άμεσο χαρακτήρα, διευκρίνισε, και για το λόγο αυτό, θα πρέπει είτε με δικούς μας πόρους είτε με πόρους που λαμβάνουμε τώρα από την Ε.Ε., ιδίως το πρόγραμμα SURE για την ενίσχυση της εργασίας, να στηρίξουμε την ελληνική οικονομία ως πρόγραμμα – γέφυρα.
Επανέλαβε την κυβερνητική δέσμευση ότι τα χρήματα αυτά θα δοθούν με ένα συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο, με τους εξής βασικούς άξονες: «Τα χρήματα δεν θα πάνε στον ‘αέρα’, είναι μια τεράστια ευκαιρία για την ελληνική Πολιτεία να μπορέσει να ανασυγκροτηθεί οικονομικά, να αλλάξει το παραγωγικό της μοντέλο. Τα χρήματα πρέπει να το διαχειριστούμε με το βλέμμα στις επόμενες γενεές», εν αντιθέσει με ό,τι συνέβη κατά το παρελθόν.
Τουρισμός και κορονοϊός
Στο θέμα, τουρισμός – προστασία από τον κορονοϊό, ο υπουργός Επικρατείας καθησύχασε τους κατοίκους τουριστικών προορισμών και τους εργαζόμενους στον τουρισμό ότι «έχουν ήδη ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα», τα οποία και παρέθεσε εν συνεχεία: Στα νησιά έχουν αναπτυχθεί 450 κλίνες, οι οποίες θα είναι διατεταγμένες μόνο για τον covid και μπορούν να αναπτυχθούν ως τον αριθμό των 700. Υπάρχουν 20 κλίνες ΜΕΘ και μπορούν να αναπτυχθούν ως 70. Έχουν προβλεφθεί ξενοδοχεία καραντίνας στο απευκταίο σενάριο. Έχουν γίνει 1.100 προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στα νησιά. Συμπερασματικώς, «υπάρχει ένα απόλυτο και, εκτιμώ, ασφαλές πρωτόκολλο για όποιον κίνδυνο υπάρξει στα νησιά μας».
Ερωτηθείς αν εξετάζεται το σενάριο να επιστρέψει η καθημερινή ενημέρωση από τους κ.κ. Χαρδαλιά και Τσιόδρα δεδομένου και του παρατηρούμενου εφησυχασμού, ο Γ. Γεραπετρίτης απάντησε πως σε αυτή τη φάση δεν είναι αναγκαίος, υπάρχει άλλωστε καθημερινή γραπτή ανακοίνωση. Αναγνώρισε ότι διαπιστώνεται ένα επίπεδο κοινωνικού εφησυχασμού, όμως η προφύλαξη θα πρέπει να παραμένει και είναι θέμα κοινωνικής ευθύνης ιδίως τώρα που ανοίγουμε και προς τους επισκέπτες μας από το εξωτερικό, υπογράμμισε. Άρα, «πρέπει να υπάρξει πολύ μεγαλύτερη ατομική και συλλογική ευθύνη», σημείωσε εμφατικά. Σε κάθε περίπτωση, τα κρούσματα είναι χωροταξικά εντοπισμένα, δεν είναι διάχυτα στην κοινότητα και τα μέτρα θα έχουν περισσότερο χαρακτήρα τοπικό παρά καθολικό, συμπέρανε.
Επαγγελματική δουλειά από το ΥΠΕΞ
Στα εθνικά θέματα και ιδίως στο θέμα της οριοθέτησης των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών γίνεται μια δουλειά εξαιρετικά επαγγελματική από ένα επιτελείο του υπουργείου Εξωτερικών με υψηλή τεχνογνωσία, η οποία «καταφέρνει να έχει σημαντικά αποτελέσματα». Η συμφωνία με την Ιταλία αποτελεί, άλλωστε, υπόδειγμα διαπραγμάτευσης, ενώ σε ό,τι αφορά με την Αλβανία υπάρχουν ακόμη τεχνικά ζητήματα που παραμένουν εκκρεμή. Με την Αίγυπτο, επειδή υπάρχει και η επικάλυψη με το ανυπόστατο τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, «υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ευαισθησία», αλλά «η βούληση της ελληνικής κυβέρνησης είναι να υπάρχει καθολική λύση στα των ΑΟΖ. Είναι μια μοναδική ευκαιρία, στη συγκυρία που βρισκόμαστε, να επιλύσουμε όλα τα προβλήματα με τις περιφερειακές γειτονικές μας χώρες», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας και συμπλήρωσε: «Η Ελλάδα έχει πολύ αξιόπιστη εξωτερική πολιτική, έχει συμμάχους στην Ευρώπη και διεθνώς, πρέπει να αξιοποιήσουμε τη συγκυρία. Αισιοδοξώ ότι και με την Αλβανία και με την Αίγυπτο θα προχωρήσουμε στην οριοθέτηση».
Στο ερώτημα αν το πλοίο που έφθασε ως τις ακτές της Λιβύης ήταν «πρόβα» για άλλα τουρκικά σχέδια, απάντησε ότι η Τουρκία πολλές φορές δοκιμάζει τις αντοχές των γειτόνων της, πλην όμως «εμείς είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την οποιαδήποτε κρίση. Έχουμε χτίσει ενεργές συμμαχίες, τόσο σε επίπεδο Ε.Ε. όσο και σε επίπεδο περιφερειακό (…) Σιωπηλά, αλλά συντεταγμένα, στη διάρκεια της σημερινής διακυβέρνησης έχουμε ενισχύσει την επιχειρησιακή μας δύναμη». Ταυτοχρόνως, ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε ότι δεν είναι σίγουρος ότι η Τουρκία έχει εξυφάνει σχέδιο στρατηγικής κλιμάκωσης, πάντως υπάρχει ένα σχέδιο που έχει να κάνει με τις έρευνες. Έχει επενδύσει τεράστια κεφάλαια, ίσως τα μεγαλύτερα παγκοσμίως, στις έρευνες στη θάλασσα και έχει δοθεί η άδεια στην τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίων να κάνει τις έρευνες της, κάτι που θα ενεργοποιηθεί ουσιαστικά προς τον Σεπτέμβριο, προς το χρονικό εκείνο πεδίο θα έχουμε την όποια κλιμάκωση από την Τουρκία, εκτίμησε. Αλλά «και η ίδια η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι η Ελλάδα δεν είναι η Ελλάδα των παρελθόντων ετών. Η Τουρκία γνωρίζει ότι δεν έχει απέναντί της έναν αδύναμο κρίκο της διπλωματίας, αλλά έναν πολύ ισχυρό παίκτη και για αυτό δύσκολα θα προβεί σε οποιοδήποτε απονεννοημένη πράξη. Υπάρχει ένα συγκεκριμένο, διαβαθμισμένο πρωτόκολλο το οποίο θα ενεργοποιηθεί για τη διασφάλιση της κυριαρχίας μας», διαβεβαίωσε κλείνοντας.
Το πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης
Στο τελευταίο ερώτημα γιατί, παρά τη σχετική αναφορά από τον πρωθυπουργό χθες στη Βουλή, η κυβέρνηση δεν εξετάζει το ενδεχόμενο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες για σειρά θετικών για εκείνην λόγων, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε ως εξής: «Ο πρωθυπουργός δεν είναι ο συμβατικός πολιτικός», άλλωστε, συνέχισε, υπάρχουν δύο τύποι πολιτικής σκέψης: «η πρώτη λέει ότι το μεγάλο σου πολιτικό κεφάλαιο πρέπει να το εξαργυρώνεις με εκλογές για να ισοπεδώνεις τον αντίπαλο, ακόμη και αν οι εκλογές επιβαρύνουν τη χώρα. Αυτή είναι η συμβατική σκέψη που δυστυχώς έχει ισχύσει στα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα. Υπάρχει και μια δεύτερη πολιτική σκέψη, η οποία νομίζω ότι διατρέχει τον πρωθυπουργό και την παρούσα διακυβέρνηση: να επενδύσουμε το μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο σε μεγάλες μεταρρυθμίσεις, τώρα που είμαστε από θέση ισχύος, τώρα που έχουμε χτίσει κεφάλαιο εμπιστοσύνης με τον ελληνικό λαό, να προχωρήσουμε σε μεγάλες αλλαγές που θα αλλάξουν την κοινωνία, το κράτος, θα μας φέρουν σε μια νέα εποχή. Αν είναι να αναλώσουμε το πολιτικό μας κεφάλαιο θα το κάνουμε για μεταρρυθμίσεις και όχι για πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη».