“Ακόμη και αν οι βουλευτές της ΝΔ, πιθανώς και του ΚΙΝΑΛΛ, ψηφίσουν το χουντικών αναφορών νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, δε θα μπορέσει να υπάρξει στην πραγματική κίνηση της ζωής, των συλλογικοτήτων που δικαιούνται να διαδηλώνουν, να συνέρχονται, να συναθροίζονται, για να αμφισβητούν και αποκρούουν στοιχεία μίας πολιτικής αντιδημοκρατικής, αντικοινωνικής”, εκτίμησε ο αρμόδιος Δημόσιας Διοίκησης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην ΚΕΑ του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Φώτης Κουβέλης, μιλώντας στο ραδιοσταθμό “Στο Κόκκινο”.
Είναι πολλές οι ευθέως αντισυνταγματικές διατάξεις του νομοσχεδίου για τις διαδηλώσεις που φέρνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, τόνισε ο κ. Κουβέλης. Επαναφέρει λογικές της ζοφερής πραγματικότητας καθώς βρίσκεται σε πάρα πολλά σημεία σε αντιστοιχία με το νομοσχέδιο της Δικτατορίας (που δεν υλοποιήθηκε, όπως και από καμία άλλη κυβέρνηση για 45 χρόνια μετά την πτώση της Χούντας). Εισάγει με τρόπο απαράδεκτο ένα «ιδιώνυμο» έγκλημα, για την παρουσία σε διαδηλώσεις που δεν έχουν πάρει έγκριση ή δεν έχουν συμμορφωθεί με τις υποδείξεις των αστυνομικών Αρχών, τιμωρώντας τους διαδηλωτές με ποινή φυλάκισης ενός έτους. Έχουμε ευθεία παράβαση των διατάξεων του Συντάγματος, που προστατεύει και υπερασπίζεται, διαμορφώνει υποχρέωση σεβασμού του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, του δικαιώματος των συναθροίσεων. Παρά τους 158 βουλευτές της ΝΔ, παρά τον αμφιρρέποντα λόγο του ΚΙΝΑΛΛ, στην Βουλή πρέπει όχι μόνο να αμφισβητηθεί το νομοσχέδιο, αλλά και να απογυμνωθεί, αν δεν μπορεί να καταψηφιστεί.
Γιατί πολλές φορές, υπογράμμισε, οι νόμοι κρίνονται και από την αντοχή τους, την συμπεριφορά των ίδιων των πολιτών, την κοινωνία. Ακόμη και αν γίνει νόμος από την πλειοψηφία της ΝΔ, ενδεχομένως και με την προσθήκη κάποιων ψήφων του ΚΙΝΑΛΛ, δεν θα μπορέσει να υπάρξει στην πραγματική ζωή, την πραγματική κίνηση της ζωής, των συλλογικοτήτων, που δικαιούνται να διαδηλώνουν, να συνέρχονται, να συναθροίζονται, για να αμφισβητούν και αποκρούουν στοιχεία μίας πολιτικής αντιδημοκρατικής, αντικοινωνικής.
Το παρόν νομοσχέδιο πρέπει να αποσυρθεί, τόνισε ο κ. Κουβέλης. Για την απόσυρσή του ή καταψήφισή του από το μεγαλύτερο μέρος της Βουλής, αναδεικνύεται η δημοκρατική ευθύνη που πρέπει ο καθένας να έχει. Δεν ξέρω εάν οι βουλευτές του ΚΙΝΑΛΛ θα κρατήσουν αυτή την στάση. Όσοι αυτοαναφέρονται στο Κέντρο», το Προοδευτικό Κέντρο», την Σοσιαλδημοκρατία, την Κεντροαριστερά, πρέπει να αντιληφθούν ότι σήμερα, αυτή την περίοδο, πρέπει να υπάρχει από την μία μεριά πόλος προοδευτικής πολιτικής που πρέπει όχι μόνο να απωθεί, αποκρούει τέτοιες ρυθμίσεις, αλλά και να παράγει πολιτική με προοδευτικό πρόσημο και περιεχόμενο. Η αμφίρροπη στάση, η ενδιάμεση στάση, διαμορφώνει συνθήκες ώστε να μπορεί ο βαθύτατα και βαρύτατα συντηρητικός νεοφιλελευθερισμός να περπατά. Και να περπατά με τις συμπάθειες όλων αυτών που αυτοαναφέρονται ως «προοδευτικοί».
Ο κ. Κουβέλης αναφέρθηκε εκτενώς, στο πρώτο μέρος της συνέντευξης, στις επιθέσεις που δέχεται η Δικαιοσύνη από κυβερνητικά στελέχη της ΝΔ. Εκτός της πρόσφατης ανακοίνωσης της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, όπως είπε, αξίζει να δει κανείς και την ανακοίνωση του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για το ίδιο θέμα, της στοχοποίησης δικαστικών λειτουργών από πολιτικούς (και εν προκειμένω ειδικά της εισαγγελέα Διαφθοράς κα Τουλουπάκη από τον αντιπρόεδρο της ΝΔ και υπουργό Άδωνι Γεωργιάδη).
Την περασμένη Παρασκευή, ανέφερε ο κ. Κουβέλης, κινηθήκαμε προς τον Εισαγγελέα ΑΠ κ. Πλιώτα καταθέτοντας αναφορά για το απαράδεκτο και παράνομο γεγονός της χρήσης παρανόμως καταγραφείσας προφορικής συνομιλίας, που κατατέθηκε από τον κ. Σ. Μιωνή στην προκαταρκτική επιτροπή για τον Δ. Παπαγγελόπουλο. Αυτά απαγορεύονται τόσο από τον Ποινικό Κώδικα όσο και από τον ν. 4624/2019. Τίθενται δύο ζητήματα παρανομίας: αυτού που κατέγραψε την συνομιλία, της επιτροπής που δέχθηκε προϊόν παράνομης συμπεριφοράς, αλλά και με την διακίνηση της απομαγνητοφώνησης ως «φέιγ βολάν»
Αυτά δεν είναι δευτερεύοντα ζητήματα, πλήττουν ευθέως τους δημοκρατικούς θεσμούς της Δικαιοσύνης, τόνισε ο κ. Κουβέλης, θίγουν καίρια τον δικαιικό μας πολιτισμό. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο θεσμικό αλλά και πολιτικό και η αντιμετώπιση πρέπει να γίνει και στα δύο επίπεδα. Και η ίδια η πολιτική, όπως εκφράστηκε στην προκαταρκτική επιτροπή, επετέθη στους θεσμούς, στον δημοκρατικό θεσμό, προσέθεσε.
Μετά την αναφορά που καταθέσαμε με την γραμματέα της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ στον Εισαγγελέα ΑΠ, συνέχισε, διενεργείται προκαταρκτική εξέταση από Εισαγγελέα Πρωτοδικών για την καταγραφή και απομαγνητοφώνηση της προφορικής συνομιλίας. Απευθυνόμενοι στον Εισαγγελέα ΑΠ επισημάναμε ότι η βαρύτητα των πράξεων καθιστά αναγκαίο να υπάρξει κάθε πρωτοβουλία στο ανώτατο επίπεδο της εισαγγελικής Αρχής, δηλαδή από τον Εισαγγελέα ΑΠ, προκειμένου όσα συνέβησαν και τα όσα σχετικά με αυτά τα συμβάντα αποδεικτικά στοιχεία να υπαχθούν υπό την άμεση εποπτεία και ελεύθερη κρίση του. Ήδη πληροφορούμαι ότι η αναφορά μας έχει αξιολογηθεί και διαβιβαστεί στον Εισαγγελέα Εφετών που προΐσταται της Εισαγγελίας και του Εισαγγελέα Πρωτοδικών που διενεργεί την προκαταρκτική εξέταση. Υπάρχουν τρία ζητήματα: παράνομη καταγραφή συνομιλίας, παράνομη χρήση του περιεχομένου της παράνομης καταγραφής, η ανάγκη πραγματογνωμοσύνης της εισαγγελικής Αρχής για να διαγνωστεί η γνησιότητα, πιθανές επεμβάσεις και παραμορφώσεις της συνομιλίας.
Γιατί το κάναμε αυτό; Για να αναδείξουμε την αναγκαιότητα ελέγχου αυτών των πράξεων από την ίδια την Δικαιοσύνη, όπως εξήγησε. Αυτό είναι το θεσμικό αντίβαρο, που ελέγχει και δεν επιτρέπει, από την στιγμή που θα υπάρξει δικαιική κρίση, να προσβάλλεται το Δίκαιο, η νομιμότητα.
Ωστόσο, ο αντίκτυπος όλων αυτών έχει ήδη προκαλέσει πολιτική ζημιά, με καταγεγραμμένη την έλλειψη εμπιστοσύνης της ίδιας της κοινωνίας στην λειτουργία του θεσμικού μας συστήματος. Η αμεσότητα των ενεργειών της Δικαιοσύνης επιβάλλεται, γιατί πολλά «χάνονται μέσα στον χρόνο», το πολιτικό και θεσμικό τραύμα υπάρχει. Η μόνη επούλωση μπορεί να είναι με την έγκυρη, ανεξάρτητη, συστηματική παρέμβαση της Δικαιοσύνης. Δεν υπάρχει κάτι άλλο. Γι` αυτό και η παρέμβαση του Εισαγγελέα ΑΠ στις ευθείες επιθέσεις Γεωργιάδη στην υφιστάμενή του Εισαγγελέα Διαφθοράς κα Τουλουπάκη έπρεπε να είναι άμεση, όπως υπογράμμισε ο κ. Κουβέλης.