«Κέρδισε εκατομμύρια και ξόδεψε τα πάντα. Δεν ζήτησε φήμη, αλλά έγινε Μύθος, Βασιλιάς και Τσάρος. Τον καθοδηγούσαν στη ζωή η Αγάπη και η Ελευθερία.
Τραγουδούσε για τη Ζωή όπως του δόθηκε». Τα στοιχεία του χαρακτήρα του Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς, του αστέρα των «μπλουζ των Βαλκανίων», που τον ενέπνευσαν και τον ώθησαν να αφηγηθεί την ιστορία της ζωής ενός σύγχρονου Οδυσσέα στο νέο του ντοκιμαντέρ, περιγράφει με τέσσερις προτάσεις, σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Σέρβος σκηνοθέτης, Ζέλικο Μίρκοβιτς.
Ο Μίρκοβιτς, ο οποίος ζει και εργάζεται μεταξύ Σερβίας και ΗΠΑ, μιλά για το επερχόμενο ντοκιμαντέρ του «Ja sam Saban» (I am Saban), για τη γνωριμία του με τον θρυλικό καλλιτέχνη που ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο και τη δύναμη της μουσικής του, η οποία ενώνει ανθρώπους από τα Βαλκάνια, την υπόλοιπη Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
«Ο Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς, αποκαλούμενος “Βασιλιάς της μουσικής των Ρομά”, ήταν ο πιο γνωστός Ρομά τραγουδιστής της γενιάς του. Λατρεύτηκε σε όλα τα Βαλκάνια για τη βραχνή με λυγμό φωνή του. Στην τεσσάρων δεκαετιών καριέρα του έγραψε περίπου 700 τραγούδια και κυκλοφόρησε περισσότερα από 20 άλμπουμ», τονίζει ο Ζέλικο Μίρκοβιτς, από την πόλη της νότιας Σερβίας, Νις. Στην ίδια πόλη γεννήθηκε και πέθανε ο καλλιτέχνης, τον οποίο οι κριτικοί της εποχής θεωρούσαν τον πιο αυθεντικό τραγουδιστή της τζαζ, μπλουζ, σόουλ και λάτιν.
«Δύσπιστος έναντι της βιομηχανίας ψυχαγωγίας, η οποία αναμφίβολα συχνά τον εξαπατούσε, περιτριγυρισμένος από θρύλους, ήταν γνωστός για την απρόβλεπτη προσέγγισή του όσον αφορά τις υποχρεώσεις των συμβολαίων, συχνά ξεκινούσε συναυλίες και περιοδείες, αλλά εξαφανιζόταν από εκεί και εμφανιζόταν σε γάμους Ρομά εάν τα χρήματα ήταν καλά», αναφέρει ο σκηνοθέτης, ο οποίος γνώρισε τον Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς το 2006.
Γεννημένος το 1936 σε φτωχή οικογένεια, στην οποία κανείς δεν ήταν μουσικός, στα 19 του χρόνια ο Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς προσπαθεί να αποφύγει τη στρατιωτική θητεία, λόγω έρωτα, αλλά καταλήγει στο Goli Otok, το «Γυμνό Νησί», στη βόρεια Αδριατική που χρησιμοποιήθηκε ως τόπος εξορίας και φυλακή την περίοδο της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας. Εκεί ξεκίνησε η μουσική του καριέρα, εκεί δημιούργησε την πρώτη του μπάντα και τραγουδούσε τζαζ.
«Νομίζω ότι η μοίρα έπαιξε μαζί μου λίγο, ότι ήταν γραφτό να πάω στο Goli Otok και να γράψω αυτά τα τραγούδια. Δεν είχα καμία σχέση με τη μουσική, ήξερα μόνο να παίζω ποδόσφαιρο, μου άρεσε το ποδόσφαιρο και έπαιζα καλά», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του.
«Το περιοδικό “Time” τον κατέταξε μεταξύ των δέκα κορυφαίων τραγουδιστών μπλουζ στον κόσμο. Ήταν παθιασμένος τζογαδόρος, οπότε τραγουδούσε συχνά για να κερδίζει χρήματα ώστε να στοιχηματίζει. Χρησιμοποιούσε τα υπόλοιπα χρήματα για να βοηθήσει τους φτωχούς και τους άρρωστους στη συνοικία των Ρομά», υπογραμμίζει ο Ζέλικο Μίρκοβιτς, ο οποίος συλλέγει το υλικό για την ταινία εδώ και 10 χρόνια.
Τα θέματα και το πνεύμα των στίχων του, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη του ντοκιμαντέρ, προβάλλουν μια συγκεκριμένη άποψη για τον κόσμο, επιβεβαιώνοντας τις αξίες του ανθρώπου και της ζωής- πρωτίστως Ευτυχία, Αγάπη και Ελευθερία.
«Ο Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς είναι ο Οδυσσέας της Ελευθερίας. Η ζωή του θυμίζει το ταξίδι προς την πατρίδα του αρχαίου Έλληνα ήρωα μετά τον Τρωικό πόλεμο. Φαίνεται ότι όλα όσα συνέβησαν στον Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς έπρεπε να συμβούν με αυτόν τον τρόπο, έτσι ώστε να μπορέσει να γίνει παγκόσμιος μουσικός θρύλος και σύμβολο της αληθινής Ελευθερίας και της Αγάπης», σημειώνει.
«Ο Οδυσσέας ταξίδεψε τη θάλασσα με τους φίλους και τους συμπολεμιστές του περνώντας από τη μία πρόκληση στην άλλη, καθοδηγούμενος από την Αγάπη για την οικογένειά του και την Ελευθερία και προικισμένος με τη Σοφία και το Θάρρος ως κύρια όπλα του. Ο σύγχρονος Σάμπαν ταξίδεψε στη ζωή καθοδηγούμενος από την Αγάπη και την Ελευθερία, με τη Μουσική ως το μοναδικό όπλο του σε αυτό το ταξίδι», επισημαίνει ο Ζέλικο Μίρκοβιτς.
Η συνάντηση με τον Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς
Ως θαυμαστής της μουσικής του, ο Ζέλικο Μίρκοβιτς συνάντησε τον Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς το 2006 στο Νις. «Μίλησα με τον Σάμπαν για τη δυνατότητα δημιουργίας ενός ντοκιμαντέρ για τη ζωή του. Συμφώνησε και μου είπε: «Γιε μου, πρέπει να το τελειώσεις, εφόσον αρχίσεις τα γυρίσματα». Ήταν ήδη άρρωστος τότε «και αναβάλλαμε το πρότζεκτ μέχρι να επιστρέψει από μια χειρουργική επέμβαση. Δυστυχώς, πέθανε», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Όταν οι διοργανωτές του Φεστιβάλ Τζαζ Μουσικής στο Νις, Nisville Jazz Festival ανέλαβαν την πρωτοβουλία ανέγερσης μνημείου, αφιερωμένου στον Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς στη Νις, ο Μίρκοβιτς συμμετείχε από την αρχή στην πρωτοβουλία. Μόλις η χρηματοδότηση εξασφαλίστηκε, ο Ζέλικο Μίρκοβιτς άρχισε να κινηματογραφεί τη δημιουργία του αγάλματος στο εργαστήριο του γλύπτη Βλάντα Άσανιν.
Τα αποκαλυπτήρια του μνημείου έγιναν και όπως είχε συμφωνηθεί προηγουμένως με τους διοργανωτές του Nisville Jazz Festival, ο Ζέλικο Μίρκοβιτς άρχισε να παίρνει συνεντεύξεις από τους αποδέκτες του βραβείου Grand Prix Saban Bajramovic, ένα αντίγραφο του αγάλματος.
Το Φεστιβάλ προσέλκυε ολοένα και περισσότερους και σημαντικότερους μουσικούς από την περιοχή και απ’ όλο τον κόσμο, γι ‘αυτό ο Ζέλικο Μίρκοβιτς κατέγραψε με τον φακό του συνεντεύξεις τους για το έργο και την επιρροή του Σάμπαν. «Η ιδέα ενός δημιουργικού ντοκιμαντέρ ήταν εκεί όλη την ώρα και ήξερα ότι θα ολοκληρώσω το πρότζεκτ με τον τρόπο που ήθελα και με τον οποίο είχε συμφωνήσει ο Σάμπαν», τονίζει.
Όταν ο Ζέλικο Μίρκοβιτς άρχισε να ταξιδεύει στην Αμερική για διάφορα πρότζεκτ έπαιρνε μαζί του, τον φίλο του, Σάμπαν. Είχε ζητήσει από τον γλύπτη και τον διευθυντή του Nisville Jazz Festival, Ίβαν Μπλαγκόγιεβιτς να του δώσουν ένα αντίγραφο του βραβείου, ένα μικρό άγαλμα του Σάμπαν. «Έτσι ο Σάμπαν άρχισε να ταξιδεύει μαζί μου. Τον κινηματογράφησα στη γειτονιά των Ρομά στο Νις, στο Φεστιβάλ, αλλά και στη Νέα Υόρκη και σε άλλα ταξίδια μου, εκεί όπου γιορτάζουν ακόμη με τη μουσική του», εξηγεί.
Στο ντοκιμαντέρ, τα γυρίσματα του οποίου διακόπηκαν τον Απρίλιο λόγω της πανδημίας του νέου κορονοϊού και αναμένεται να ολοκληρωθούν έως το τέλος του 2021, περιλαμβάνονται συνεντεύξεις με τους διοργανωτές της συναυλίας του Μπαϊράμοβιτς στη Νέα Υόρκη, με φίλους και συνεργάτες του, με τον ιδρυτή του βρετανικού συγκροτήματος της Acid Jazz, Incognito, τα μέλη των Gipsy Kings, τον Γκόραν Μπρέγκοβιτς και μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις της «βασίλισσας της μουσικής των Ρομά» Έσμα Ρετζέποβα.
Τα γυρίσματα έγιναν σε Νέα Υόρκη, Βαρκελώνη, Μιλάνο, Ζάγκρεμπ, Μόσταρ, Βελιγράδι και Νις και επίσης παρουσιάζονται τοποθεσίες που συνδέονται με τη ζωή και το έργο του Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς, εστιατόρια, καζίνο και το Goli Otok.
«Πιστεύω ότι η μουσική του Σάμπαν και η ιστορία του θα βοηθήσει τους ανθρώπους, που ανακάμπτουν από την πανδημία. Πιστεύω ότι η αυτή η ιστορία θα φέρει πολλή αισιοδοξία και θα διαδώσει το πάθος του για Ελευθερία και Ζωή. Αυτό είναι που χρειαζόμαστε για να οικοδομήσουμε το μέλλον με Αγάπη, όχι Φόβο» υπογραμμίζει ο Ζέλικο Μίρκοβιτς, σκηνοθέτης, παραγωγός και ιδρυτής της εταιρείας κινηματογραφικών παραγωγών Optimistic Film.
«Η μουσική και η ζωή του δεν αναγνωρίζουν σύνορα. Όλα έρχονται από την Ψυχή και η Ψυχή είναι αιώνιος τόπος» επισημαίνει ο δημιουργός του ντοκιμαντέρ, σημειώνοντας ότι ο Σάμπαν Μπαϊράμοβιτς θα είναι ο πρώτος Ρομά μουσικός που θα έχει τη δική του θέση σε Μουσεία της Τζαζ και της Σόουλ στις ΗΠΑ.