Το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει έρθει αντιμέτωπο από πολύ νωρίς με προβλήματα, με τον εκτελεστικό βραχίονα του μπλοκ να κρίνει ότι τα περισσότερα εθνικά σχέδια που έχουν υποβληθεί ως τώρα χρειάζονται δουλειά ακόμα για να εγκριθούν.
Τούτο αυξάνει τον κίνδυνο να καθυστερήσει η χορήγηση κονδυλίων σε κάποιες από τα κράτη μέλη.
Το σχέδιο που έχει υποβάλει η Γερμανία θεωρείται από αυτά που είναι κατώτερα των προσδοκιών, με την Ελλάδα και την Ισπανία να έχουν καταθέσει ως τώρα τα ισχυρότερα σχέδια, σύμφωνα με αξιωματούχους που γνωρίζουν τις συνομιλίες που έχουν λάβει χώρα. Κάποιες χώρες δεν έχουν καταθέσει ακόμα καμία πρόταση και άλλες έχουν μείνει πολύ πίσω, σημείωσαν. Η γερμανική κυβέρνηση βρίσκεται σε συζητήσεις με την Κομισιόν για να άρει κάποια από τα εμπόδια για την εφαρμογή του σχεδίου της, τόνισε ένας αξιωματούχος.
Εκπρόσωπος της Κομισιόν δήλωσε ότι το προσωπικό βρίσκεται σε «εξονυχιστικές συνομιλίες» με τα κράτη μέλη με στόχο την εκταμίευση κονδυλίων από τα μέσα του 2021, αλλά υπογράμμισε ότι είναι επίσης σημαντικό τα σχέδια αυτά να πληρούν τους βασικούς όρους του Ταμείου.
Εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης αρνήθηκε να κάνει κάποιο σχόλιο, ενώ εκπρόσωποι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών και της ισπανικής κυβέρνησης δεν απάντησαν.
Η αργή πρόοδος με το ταμείο των $750 δισ. απειλεί να επιβραδύνει την ανάκαμψη της ευρωζώνης. Για να δοθούν τα χρήματα αυτό το καλοκαίρι όπως έχει προγραμματιστεί, πρέπει να εγκριθούν οι προτάσεις τον Απρίλιο και κάποιες χώρες κινδυνεύουν να χάσουν την προθεσμία αυτή.
Καταδεικνύει πώς η Ε.Ε. έχει μείνει πίσω σε σχέση με άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες.
Στον αντίποδα, οι ΗΠΑ ενέκριναν αυτή την εβδομάδα δημοσιονομικό πακέτο τόνωσης $1,9 τρισ. Η οικονομία της Ε.Ε. αναμένεται να φτάσει στα προ πανδημίας επίπεδα το 2022, μία χρονιά μετά τις ΗΠΑ.
Τα εθνικά σχέδια υπόκεινται στην έγκριση της Κομισιόν και μιας σταθμισμένης πλειοψηφίας μελών της Ε.Ε. Οι πόροι που θα εκταμιευτούν πρέπει να χρησιμοποιηθούν μεταξύ άλλων για τη χρηματοδότηση περιβαλλοντικών και ψηφιακών έργων.
Οι συνομιλίες ανάμεσα στην Κομισιόν και τις κυβερνήσεις έχουν επικεντρωθεί στο τι θεωρείται πράσινη και ψηφιακή επένδυση, ενώ παράλληλα η Κομισιόν απαιτεί να δοθεί μεγαλύτερο βάρος στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.