Πριν από δύο εβδομάδες έλαβα ηλεκτρονική πρόσκληση για ψηφιακή συνάντηση ιστορικών των βαλκανικών χωρών, που ασχολούνται με την οικονομική ιστορία. Ο σύλλογός τους είχε συγκροτηθεί προ ετών. Αν και με ενδιέφερε να συμμετάσχω, δεν το κατόρθωσα, μιας και ήταν αναγκαίο να βρίσκομαι μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή στο Βελιγράδι.
Του Branco Milanovic*
Τώρα ξαφνικά λόγω καραντίνας η συνάντηση πραγματοποιήθηκε μέσω Διαδικτύου. Κι ακόμα κι εγώ, που βρισκόμουν χιλιάδες μίλια μακριά στην Ουάσιγκτον, μπορούσα να λάβω μέρος μαζί με άτομα από διαφορετικά μέρη του πλανήτη. Οντας στην Ουάσιγκτον, τους είπα τι μπορούσα να δω από το σπίτι μου (όχι και πολλά) και στις σύντομες καθημερινές μου βόλτες κατά μήκος της Λεωφόρου του Κονέκτικατ. Με ρώτησαν αν είναι ανοιχτά τα καταστήματα, αν υπάρχουν άνθρωποι στους δρόμους και αν γίνονται διαδηλώσεις. Επρεπε να ομολογήσω ότι δεν είχα ιδέα.
Εζησα τις ταραχές του περασμένου καλοκαιριού, τις διαδηλώσεις που σχετίζονταν με τις προεδρικές εκλογές, τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου, την ανάληψη καθηκόντων από τον νέο πρόεδρο Τζο Μπάιντεν – όλα συνέβησαν σε απόσταση 2 μιλίων από το σπίτι μου, αλλά δεν τα είδα. Εχω δώσει ομιλίες, συνεντεύξεις και διαλέξεις σε πανεπιστήμια και γυμνάσια και συμμετείχα σε ομάδες όχι μόνο στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου θα μπορούσα να το κάνω ούτως ή άλλως, αλλά και στην Κίνα, τη Νότια Κορέα, την Ιαπωνία, τη Μαλαισία, τη Ρωσία, την Τουρκία, την Αργεντινή, την Κολομβία και τη Βραζιλία. Εκανα συζητήσεις με ανθρώπους, που δεν θα μπορούσα ποτέ να συναντήσω προσωπικά. Οι άνθρωποι σε μακρινά μέρη γνωρίζουν ακριβώς όσα κι εγώ για το τι συμβαίνει στην Ουάσιγκτον, όπως γνωρίζω κι εγώ το τι συμβαίνει εκεί όπου ζουν.
Από την άλλη πλευρά, η άμεση εμπειρία μου για τον κόσμο στον οποίο ζω φυσικά έχει συρρικνωθεί, ίσως εξίσου εξαιρετικά. Υπό κανονικές συνθήκες, σίγουρα θα είχα συναντήσει τουλάχιστον μερικούς αυτόπτες μάρτυρες. Θα παραμείνει αυτού του είδους ο επίπεδος κόσμος και μετά την πανδημία; Πιστεύω ότι η σοβαρότερη έκβαση θα έχει να κάνει με μία μεγάλη αλλαγή στην παγκόσμια αγορά εργασίας
Η πανδημία θα φέρει μια σχεδόν ολοκληρωμένη παγκόσμια αγορά εργασίας. Θα δημιουργηθούν πολλές δουλειές για τον οποιονδήποτε έχει σύνδεση Wi-Fi οπουδήποτε στον κόσμο. Αυτά δεν είναι απαραιτήτως καλά νέα για όλους, όπως, λόγου χάριν, για τη μεσαία τάξη στις πλούσιες χώρες, που έχουν ήδη πληγεί από την παγκοσμιοποίηση. Υπάρχει μια διπλή ειρωνεία στην κατάστασή τους. Οχι μόνο θα πρέπει να ανταγωνιστούν, πιο ανοιχτά από ποτέ με ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να δεχθούν χαμηλότερους μισθούς σε δολάρια, αλλά και το πραγματικό βιοτικό επίπεδο αυτών που εργάζονται με τέτοιες αμοιβές, ας πούμε στην Ινδία ή τη Νιγηρία, θα είναι υψηλότερο από το πραγματικό βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων στην Καλιφόρνια, που απαιτούν υψηλότερο ονομαστικό μισθό. Επίσης, θα υπάρξουν τουλάχιστον δύο επιπλέον εξελίξεις.
Πρώτον, οι περιοχές όπου κάποιος θα ζει φθηνότερα θα γίνουν ελκυστικότερες ακόμα και εντός της ίδιας της χώρας. Οπως δείχνει το προηγούμενο παράδειγμα, όσοι διαβιούν σε περιοχές χαμηλού κόστους όχι μόνο θα έχουν πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό για μία θέση εργασίας, αλλά θα μπορούν να ζήσουν καλύτερα, αν και με περιορισμένες αμοιβές. Δεύτερον, η διαφορά της ώρας από κατάρα θα γίνει ευλογία. Ο προϊστάμενος στη βόρεια Καλιφόρνια θα μπορεί να ξυπνήσει με τη βεβαιότητα ότι το πρόβλημα που ανέκυψε στο τέλος της βάρδιας την προηγούμενη ημέρα, θα λυθεί από εργαζομένους στην Ασία ή την Ευρώπη: οι απαντήσεις θα περιμένουν στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή στο κινητό του.
* Επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πόλης της Νέας Υόρκης. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στους ιστοτόπους IPS – Journal (International Politics and Society) του Ινστιτούτου Φρίντριχ Εμπερτ και του Social Europe.