Ήταν το 2012 –εν μέσω της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης– όταν ο τέταρτος (τότε) πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου Μπερνάρ Αρνό* αποφάσισε να “μεταναστεύσει” φορολογικά από την Γαλλία στο γειτονικό Βέλγιο, δυσαρεστημένος με την φορολογική πολιτική της γαλλικής κυβέρνησης που είχε αποφασίσει να αυξήσει την συμμετοχή των πλουσίων στα κρατικά έσοδα. Επιδεικτικά και προσβλητικά ο βαθύπλουτος Αρνό αποφάσισε να κάνει αυτό που με μεγάλη ευκολία μπορεί να κάνει το διεθνές κεφάλαιο: να διαβεί τα σύνορα αναζητώντας τις καλύτερες δυνατές φορολογικές συνθήκες, την ώρα που τα χαμηλά και τα μεσαία κοινωνικά στρώματα είναι αναγκασμένα να καταβάλλουν περισσότερα απ΄ όσα τους αναλογούν.
Σύσσωμος ο γαλλικός Τύπος έψεξε την αμετροέπεια και τον κυνισμό του Monsieur Luis Vuitton, αποκαλώντας τον -μεταξύ άλλων- “πάπα της πολυτέλειας, άγριο θηρίο της αγοράς, φίλο του Νικολά Σαρκοζί” και “σύμβολο του εγωισμού των πλουσίων“. Η Liberation τον αντιμετώπισε ακόμα πιο τολμηρά. Με ένα από τα γνωστά “αιρετικά” της πρωτοσέλιδα τον “αποχαιρέτησε”, αφιερώνοντας του τον πηχυαίο τίτλο “Casse-toi riche con”– “Άντε χάσου πλούσιε μ@@@κα”.
Περίπου την ίδια εποχή, στην Ελλάδα των μνημονίων, του αντι-μνημονίου, και της πτωχοποίησης και με τον ΣΥΡΙΖΑ να επελαύνει προς την εξουσία, το οικονομικό επιτελείο της Κουμουνδούρου ξεδίπλωνε το (“συνεφώδες”, όπως αποδείχθηκε αργότερα) αφήγημά του, επισημαίνοντας πως όταν αναλάβει την διακυβέρνηση θα προχωρήσει, μεταξύ άλλων, και στην αύξηση της φορολογίας του εφοπλιστικού κεφαλαίου.
Το πρακτορείο Bloomberg δημοσίευσε, τότε, μια μεγάλη έρευνα σχετικά με την στάση των εφοπλιστών έναντι ενός τέτοιου ενδεχομένου, υποστηρίζοντας πως εάν σχηματιστεί αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα οι εφοπλιστές θα εγκαταλείψουν τη χώρα.
Η δήλωση που είχε κάνει, μάλιστα, ο γνωστός εφοπλιστής Βίκτωρ Ρέστης (εμπλακείς εκείνη την περίοδο με δυναμικό και επεκτατικό τρόπο και στα εγχώρια μίντια) προκάλεσε θόρυβο: “Δεν μπορείς να λες στους πλοιοκτήτες που έχουν ένα βαθμό φορολογικής ασυλίας σε όλο τον κόσμο “θα σε φορολογήσω”. Ναι, σίγουρα. Βρες με πρώτα”
Αγγλιστί, σύμφωνα με το Bloomberg: “You cannot squeeze and tackle a person that is in international shipping trade and finance and say, ‘I will tax you,’” said Restis, who controls a fleet of more than 200 vessels. “The answer is ‘sure, tax me. Find me.’”
Όπως σημείωνε, τότε, το news247.gr : Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι μέτοχος στον ΔΟΛ, είναι συνιδιοκτήτης της εφημερίδας “Πρώτο Θέμα”, πρώην μέτοχος στην ΙΜΑΚΟ, ιδιοκτήτης του “Porto Hydra”, Ιδιοκτήτης της ναυτιλιακής εταιρίας “Enterprise Shipping & Traiding”, υπό τον έλεγχο της οποίας βρίσκονται 98 πλοία ξηρού φορτίου και δεξαμενόπλοια. Κατέχει επίσης το 33% της ναυτιλιακής εταιρίας “Freeseas” αγόρασε το κρουαζιερόπλοιο “Delphin Voyager”, μπαίνοντας έτσι και στον τομέα της κρουαζιέρας.
Όχι με το ίδιο ύφος αλλά προς την ίδια κατεύθυνση, οι Έλληνες εφοπλιστές απαντούσαν μέσω του Bloomberg στις μύχιες προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Η “Καθημερινή” έγραφε τότε:
Μήνυμα προς την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να μην ανοίξει τον «ασκό του Αιόλου» εμμένοντας στη θέση του για αλλαγή του ισχύοντος φορολογικού καθεστώτος των ναυτιλιακών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα αποχωρήσουν από τη χώρα, έστειλαν Ελληνες πλοιοκτήτες με δηλώσεις τους στον Βlοomberg.
Ο κ. Γιώργος Οικονόμου, πρόεδρος της εταιρείας DryShips, σύμφωνα με τον Bloomberg δήλωσε ότι «τα γραφεία μιας ναυτιλιακής επιχείρησης μπορούν να βρίσκονται οπουδήποτε στον κόσμο, επομένως, αυτοί είναι που θα χάσουν ένα ποσοστό του ΑΕΠ, δεν είμαστε εμείς»
Ο κ. Τεντ Πετρόπουλος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Petrofin Research, σχολιάζοντας στον Βlοomberg τις δηλώσεις των δύο Ελλήνων διαχειριστών πλοίων, υποστήριξε ότι «κάθε κίνηση κατά της ναυτιλίας των Ελλήνων είναι στην πραγματικότητα σαν να πυροβολούμε τα πόδια μας». Από την πλευρά του ο γενικός γραμματέας της Ενωσης Τραπεζικών και Χρηματοοικονομικών Στελεχών της Ελληνικής Ναυτιλίας και Managing Director της εταιρείας XRTC Business Consultans κ. Γιώργος Ξηραδάκης δήλωσε στην «Κ» ότι «είναι εύκολο να κάνεις πολιτική αλλά βλακώδες να καταργείς κάτι που σου δίνει. Η ναυτιλία πάντα δίνει. Και καλό είναι να την σεβόμαστε και να παρακαλούμε να μείνει στη χώρα μας, πάντα δυνατή και να συνεχίσει να προσφέρει».
Όλα αυτά, ως εισαγωγή στις τελευταίες δηλώσεις του κορυφαίου εφοπλιστή Πάνου Λασκαρίδη που προκάλεσαν θύελλα, αφού προηγουμένως έφεραν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τον υπουργό Ναυτιλίας Γιάννη Πλακιωτάκη. Ο τελευταίος ήταν σαν να αντίκρυσε…εξωγήϊνους όταν οι Πορτογάλοι δημοσιογράφοι -στους οποίους παραχωρούσε συνέντευξη- του έδειξαν τις δηλώσεις του…”Πάνου” (όπως, με το μικρό του όνομα, αποκάλεσε τον ισχυρό εφοπλιστή).
Συγκεκριμένα, ο κ. Λασκαρίδης ανέφερε χαρακτηριστικά: «Οι εφοπλιστές δεν χρειάζονται την κυβέρνηση, το υπουργείο, την ΙΜΟ (International Maritime Organisation) και τον πρωθυπουργό».
Συμπλήρωσε δε ότι «μπορούν να χε…ν τον πρωθυπουργό, γι’ αυτούς δεν έχει καμία χρησιμότητα. Γιατί; Επειδή η ναυτιλία δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα. Δεν υπάρχει κάτι που μπορεί να κερδίσει ένας πλοιοκτήτης στην Ελλάδα. Δεν υπάρχουν φορτία, δεν υπάρχουν ναυλοσύμφωνα, τίποτα στην Ελλάδα».
Ο Πάνος Λασκαρίδης κατέληξε λέγοντας ότι: «Μόνο τα γραφεία των πλοιοκτητών είναι στην Ελλάδα. Το 80% των πλοίων τους έχουν ξένη σημαία. Δεν τους νοιάζει η ελληνική σημαία».
Η υπόθεση ελάχιστα αφορά τον υπουργό Ναυτιλίας. Ίσως μόνο για να αναδειχθεί η αμήχανη αντίδραση του ως μνημείο αφέλειας σχετικά με το πόσο στέρεες μπορεί να είναι οι σχέσεις ενός πολιτικού με έναν εφοπλιστή ή μεγαλοεπιχειρηματία που υποκινείται από το κέρδος. Θα άξιζε, πιθανώς, να του αφιερώσει κανείς το βιβλίο του Νίκου Μπογιόπουλου “Είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε”.
Πέρυσι, ο κ. Λασκαρίδης πρωταγωνίστησε σε μια πρωτοβουλία που ονομάστηκε “Η κίνηση των πλουσίων” και έτυχε μεγάλης προβολής. Την απηύθυνε στον ίδιο πρωθυπουργό, εναντίον του οποίου μίλησε τώρα με τον παραπάνω απαξιωτικό τρόπο.
Μιλώντας στο “Βήμα” ο επιτυχημένος και δραστήριος εφοπλιστής εστίασε στη σημασία της ευεργεσίας, μίλησε για τις ευθύνες και τις παραλείψεις του κράτους και την αναγκαιότητα ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο δε αδελφός του, Θανάσης Λασκαρίδης, μιλούσε στην “Καθημερινή” για την ίδια πρωτοβουλία και ερωτηθείς για τις σχέσεις με τις κυβερνήσεις είπε:
Ο πλούτος έχει πάντα ανοιχτές πόρτες στις κυβερνήσεις;
Ασφαλώς, ναι. Και στην Ελλάδα και παγκοσμίως. Εξαρτάται υπό ποίους όρους γίνεται αυτή η επαφή, τι σκοπό έχει, τι αποτέλεσμα έχει και τι αφήνει πίσω της στο πέρασμα του χρόνου. Στην Ελλάδα, τα τελευταία 20 χρόνια, αυτός ο συναγελασμός έχει ξεχειλώσει. Δεν πρέπει, δεν μπορεί να είναι τόσο στενός, δεν πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα του καθορισμού της πολιτικής, εξωτερικής, εθνικής, διορισμού προσώπων, από παρέες επιχειρηματιών. Αυτό είναι απεχθές. Αλλά γίνεται κάθε μέρα.
Αναρωτιέμαι περισσότερο παρά ρωτώ, αν μπορεί να περιοριστεί. «Να σας πω», απαντά ο κ. Λασκαρίδης. «Καθώς περνούν τα χρόνια, γερνούν και οι ολιγάρχες νονοί. Η επόμενη γενιά είναι λίγο πιο καλλιεργημένη, ή χορτασμένη, ή πιο ταξιδεμένη, ή έχει παιδιά και εγγόνια που δεν αποδέχονται τον τρόπο αυτό της συναλλαγής. Η άλλη παράμετρος είναι ότι όσο ανοίγει η χώρα οικονομικά και σε ξένους επενδυτές, αυτό το απόλυτο μονοπώλιο του “κάνω ό,τι θέλω” περιορίζεται».
Εάν κρίνει κανείς από τις δηλώσεις του Πάνου Λασκαρίδη, η “πιο καλλιεργημένη και χορτασμένη γενιά” αναζητείται.
Κακώς ορισμένοι ψέγουν την κυβέρνηση για όσα είπε ο κ. Λασκαρίδης. Πιθανώς ο ισχυρός εφοπλιστής να αισθάνεται πιο άνετα να πει όσα είπε, εκμεταλεύομενος τις σχέσεις του με την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό. Ίσως και με τα μίντια, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι οι απαξιωτικές εκφράσεις του “εξαφανίστηκαν”. Ο μέσος πολίτης, ασχέτως κομματικής τοποθέτησης, θα έπρεπε να προσβάλλεται από το γεγονός πως ένας ισχυρός του χρήματος απαξιώνει την ίδια την χώρα (πατρίδα;) και τον πρωθυπουργό ως θεσμό και εκλεγμένο (από τους πολίτες) κυβερνήτη. Οι Έλληνες πρέπει να αισθάνονται προσβεβλημένοι από τον επιτυχημένο κ. Λασκαρίδη, ακόμα κι αν η κυβέρνηση τους δεν αισθάνεται την ανάγκη να διαμηνύσει -έστω μέσω κύκλων- πως δεν δικαιούται να μιλά με τον τρόπο αυτό.
Ο ίδιος ο εφοπλιστής (διακριθείς για τις ευεργεσίες του, αν και ούτε αυτό του δίνει το δικαίωμα να…χ@@ει κανέναν) απάντησε με τον συνήθη τρόπο (διαβάστε εδώ την απάντησή του) : αναφέρθηκε σε “συρραφές”, “συκοφαντίες” και τα έβαλε με τους “ανεκδιήγητους” δημοσιογράφους. Ήσυχος, άλλωστε, επειδή στην Ελλάδα δεν θα κυκλοφορήσει κάποιο πρωτοσέλιδο, όπως της Liberation για τον Μπερνάρ Αρνό.
*Ο Αρνό είναι πρόεδρος του Οίκου Dior, του Οίκου Louis Vuitton και του ανήκουν περίπου 60 θυγατρικές εταιρίες, όπως τον Οίκο Fendi, Marc Jacobs, την αλυσίδα καλλυντικών Sephora, τη σαμπάνια Moet et Chandon, Veuve Cliquot και Mercier.