Αποψη της Δήμητρας Οικονόμου
2012 – Στον απόηχο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η Ελλάδα φαίνεται να διανύει την ύφεση που δημιουργήθηκε εξαιτίας των εγκληματικών στρατηγικών της σκληρής πολιτικής των Μνημονίων που ακολούθησαν τα τελευταία έτη οι ηγέτες της με την εφαρμογή αυστηρών μέτρων λιτότητας. Οι οικονομικοί δικτάτορες της ευρωζώνης στην οποία ανήκει η Ελλάδα, δεν επιζητούν μόνο την τιμωρία της διεφθαρμένης Ελλάδας, αλλά καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα σκοπεύοντας έτσι στην επιβολή των όρων της νέας τάξης πραγμάτων…
Σήμερα λοιπόν, παγιδευμένη η χώρα στα δίχτυα των αγορών και στις απειλές της ρευστότητας των τραπεζών του καπιταλιστικού συστήματος, ο Έλληνας πολίτης περνάει δια πυρός και σιδήρου για να μπορέσει να επιβιώσει. Στα πλαίσια αυτά, η κρίση που ακολουθεί θα είναι κυρίως εσωτερική, πνευματική, κοινωνική. Και εδώ προκύπτουν πολλά ερωτήματα.
Θα μπορούσε κανείς να πει πως είναι καιρός να φύγουμε από την εποχή του «ΕΓΩ» και να μεταβούμε στην εποχή του «ΕΜΕΙΣ», στην εποχή της αλληλεγγύης, του ηθικού και του δίκαιου. Είναι άραγε η λύση; Αφού το κράτος είναι εγκλωβισμένο στο φαύλο κύκλο του δανεισμού που προωθείται από τις κυβερνήσεις… Και αν ναι, τότε κατά πόσο είναι εφικτή από τη στιγμή που ο καθένας υποφέρει σε ατομικό επίπεδο;
Η Ελλάδα έρμαιο των οίκων αξιολόγησης, έχει περάσει στην κλασική περίπτωση όπου όλα τα κέρδη ιδιωτικοποιήθηκαν, και όλες οι απώλειες κοινωνικοποιούνται. Το ερώτημα που τίθεται είναι ποιός ο ρόλος του κρατικού και ποιός του ιδιωτικού τομέα;
Στο εσωτερικό της χώρας, επικρατεί η εγκληματικότητα, η βαριά και επώδυνη φορολογία, το ψαλίδισμα των μισθών και των συντάξεων της πείνας, οι απλησίαστες τιμές των προϊόντων, η επιβολή χαρατσιών που γδέρνουν τον Έλληνα ο οποίος δεν έχει τους πόρους να πληρώσει ούτε καν το ηλεκτρικό ρεύμα και οι κατασχέσεις. Η στέρηση φαρμάκων θέτει σε κίνδυνο την ίδια τη ζωή των πολιτών, το κλείσιμο των νοσοκομείων, των σχολείων και άλλων δημόσιων υπηρεσιών και ιδρυμάτων, μας θυμίζουν εποχές σκοταδισμού. Ότι χτίστηκε τόσα χρόνια με κόπο και ιδρώτα, σήμερα το βλέπουμε να γκρεμίζεται… Μαζί με αυτά, γκρεμίζονται και τα όνειρα των νέων παιδιών. Τα συσσίτια στους δρόμους, τα λουκέτα των επιχειρήσεων, οι αυτοκτονίες των ανθρώπων που αισθάνονται ντροπή για τα χρέη τους και δεν θέλουν να μεταφέρουν τα βάρη στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, η εκτόξευση της ανεργίας, καθώς και άλλες καταστροφικές πρακτικές που χρησιμοποιούνται ως πρόσχημα για τον ισολογισμό των λογιστικών εγγραφών, για την εξυγίανση των δημοσιονομικών και των ελλειμμάτων, αναδεικνύουν είτε την ανάγκη της προσαρμογής, είτε της άμεσης αλλαγής.
Στο εξωτερικό της χώρας, λόγω των πολιτισμικών διαφορών που παρατηρούνται, ο σύγχρονος Έλληνας καλείται να αντιμετωπίσει το αρνητικό κλίμα, τις προκαταλήψεις και τις εντυπώσεις που έχουν δημιουργηθεί, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να πάρει την απόφαση να αποδημήσει προς άλλες ήδη ανεπτυγμένες χώρες για εύρεση εργασίας και για την προσωπική του επιβίωση. Δηλαδή ο Έλληνας που δέχεται αφόρητες οικονομικές πιέσεις και ένα ψυχολογικό πόλεμο, αδυνατεί να υπερασπιστεί το πιο λογικό και ανθρώπινο: τα δικαιώματά του! Για όλα αυτά βέβαια δεν φταίει ο πολίτης, αλλά το σύστημα που τα θρέφει.
Ο άνθρωπος εργάζεται για να επιβιώσει, για να δημιουργήσει και για να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, αξιοποιώντας το σύνολο των φυσικών και νοητικών ικανοτήτων του. Και πώς μπορεί στην σημερινή κοινωνία να εφαρμόσει το αυτονόητο δικαίωμά του υπό αυτές τις συνθήκες;
«Καθένας έχει δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελμά του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες δουλειάς και να προστατεύεται από την ανεργία. Όλοι, χωρίς καμία διάκριση, έχουν το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα δίκαιης και ικανοποιητικής αμοιβής, που να εξασφαλίζει σε αυτόν και την οικογένεια του συνθήκες ζωής άξιες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας» . Αυτά αναφέρει χαρακτηριστικά το Άρθρο 23 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (1948).
Για να μπορέσει όμως ο άνθρωπος να εργαστεί, προϋποθέτει να ζει σε ένα ασφαλές , υγιές κοινωνικό και οικονομικό αναπτυξιακό περιβάλλον, που μόνο αυτό φαίνεται να μην υφίσταται σήμερα στην Ελλάδα. Πώς όμως θα μπορέσει να επέλθει ανάπτυξη από τη στιγμή που η υποθηκευμένη χώρα χρωστάει στους δανειστές της, στα κράτη της Ευρώπης, στην ΕΚΤ πολλά δις ευρώ; Συνεπώς κινδυνεύει και ολόκληρη η οικονομική υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφού ακολουθείται μια αλυσιδωτή αντίδραση οικονομικών επιπτώσεων και δυσχερειών, με αποτέλεσμα να οδηγείται μακροπρόθεσμα ή βραχυπρόθεσμα, σε διάλυση. Και όπως ακριβώς προβλέπουν και οι επενδυτές, σε διάσπαση του κοινού, ενιαίου νομίσματος. Αυτόματα συνεπάγεται επιπλέον φτώχεια, μεγαλύτερη ανεργία και γενικευμένη κοινωνική κρίση, φυσικά χάριν της κερδοσκοπίας των ολίγων.
Αν κάνουμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή θα διακρίνουμε κάποιες ομοιότητες με τη σημερινή κοινωνία που τείνει να καλλιεργηθεί. Οι δούλοι στο παρελθόν δεν είχαν κανένα δικαίωμα, όπως να διαθέτουν περιουσία, να δημιουργήσουν οικογένεια, να συνάπτουν δικαιοπραξίες κτλ., θεωρούνταν περίπου «ομιλούντα εργαλεία» και είχαν κατά κανόνα μικρότερη αξία από κατοικίδια ζώα. Στην κατάσταση του δούλου περιέπιπτε κάποιος ως σκλάβος κατόπιν αιχμαλωσίας σε πόλεμο, αρπαγής σε επιδρομές ή πειρατείες, πώλησης από τους γονείς ή άλλους συγγενείς, καταδίκης λόγω σοβαρών εγκλημάτων, αδυναμίας αποπληρωμής χρεών, αλλά και ως απόγονος δούλων γονέων.
Και τελικά γεννιέται το κύριο ερώτημα: Αυτή είναι η Ελλάδα του 2012; Αυτή είναι η Ευρώπη που οραματίζονται; Μήπως επιστρέφουμε βίαια σε σκοτεινές περιόδους ενός μοντέρνου Ευρωπαϊκού πολιτισμού και μήπως τελικά η πολυπόθητη ανάκαμψη αργήσει πολύ να έρθει;
Τι αντιφατικές εικόνες…
Ίσως αυτά να είναι τα πραγματικά θέματα που πρέπει να απασχολήσουν τους ισχυρούς της παγκόσμιας κοινότητας και τις κυβερνήσεις των ισότιμων κρατών μελών της Ευρωζώνης. Καλό θα ήταν λοιπόν, να μην μετριέται η ανθρώπινη ύπαρξη μόνο σε νούμερα προς χρήση των πλούσιων τεχνοκρατών του Ευρωπαϊκού Βορρά, αλλά να βγει προς τα έξω το αληθινό πνεύμα και η ουσιαστική, η βαθύτερη αξία της ψυχής του ανθρώπου, υπερβαίνοντας ακόμα και τους ίδιους τους εαυτούς μας. Γιατί πάνω από όλα, είμαστε όλοι άνθρωποι. Και στο συγκεκριμένο «πείραμα της Ελλάδας» που διεξάγεται ακόμα, μπορούμε αναμφίβολα να ισχυριστούμε πως ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ.