Τη βεβαιότητα της επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με την αυτοδυναμία να παραμένει το διακύβευμα των εκλογών της Κυριακής, πιστοποιεί η έρευνα της Public Issue και του Γιάννη Μαυρή που δημοσιεύει η “Αυγή”. Σημειώνεται ότι η νέα Βουλή δείχνει πως θα είναι επτακομματική.
Τα ποιοτικά στοιχεία της έρευνας, όπως α) η συνεχώς διογκούμενη διαφορά στην παράσταση νίκης, β) το ότι τα κατώτατα όρια του ΣΥΡΙΖΑ δεν εφάπτονται με τα ανώτατα όρια της Ν.Δ. και γ) η εκτίμηση ότι η κατεύθυνση της χώρας δεν είναι σωστή, επιβεβαιώνουν τη νίκη της Αριστεράς. Ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα, που είναι ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης ή μη, παραμένει ζητούμενο, με την πλειοψηφία των πολιτών να μην πιστεύουν ότι οι κάλπες θα βγάλουν αυτοδυναμία.
ΣΥΡΙΖΑ 35% – Ν.Δ. 30%
Στην εκτίμηση της πολιτικής επιρροής των κομμάτων η Public Issue δίνει στον ΣΥΡΙΖΑ 35% και στη Ν.Δ. 30% (και τα δύο κόμματα έχουν υποχώρηση από 0,5% το καθένα σε σχέση με τη μέτρηση της περασμένης εβδομάδας). Για την τρίτη θέση μάχονται τέσσερα κόμματα, με το Ποτάμι να έχει το πλεονέκτημα. Συγκεκριμένα, το Ποτάμι έχει 7%, η Χρυσή Αυγή 6,5%, το ΚΚΕ 6% και το ΠΑΣΟΚ 5,5%. Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες φαίνεται ότι περνούν το όριο του 3%, καθώς λαμβάνουν 3,5%. Αντίθετα, το ΚΙΔΗΣΟ (με 2,5%), ο ΛΑΟΣ (με 2%) και η ΔΗΜ.ΑΡ. (με 0,5%) δεν υπερβαίνουν το όριο. Τα υπόλοιπα κόμματα λαμβάνουν συνολικά 1,5%.
Με βάση αυτά τα ποσοστά ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπαιρνε στη Βουλή 144 έδρες, η Ν.Δ. 80, το Ποτάμι 19, η Χρυσή Αυγή 17, το ΚΚΕ 16, το ΠΑΣΟΚ 15 και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες 9.
Οι αναποφάσιστοι
Επισημαίνεται ότι η αδιευκρίνιστη ψήφος βρίσκεται στο 18%, ενώ εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολιτική προέλευσή της, από την οποία συναρτάται σε σημαντικό βαθμό και η πολιτική επιρροή των κομμάτων. Με βάση την ψήφο των αναποφάσιστων στις βουλευτικές εκλογές του 2012, οι σημερινοί αναποφάσιστοι είναι: Ν.Δ. 26%, χωρίς γνώμη 23%, λευκό – άκυρο – αποχή 16%, ΠΑΣΟΚ 11%, ΣΥΡΙΖΑ 6%, Ανεξάρτητοι Έλληνες 6%, ΔΗΜ.ΑΡ. 4%, ΚΚΕ 2%, Χρυσή Αυγή 1%, ενώ στα υπόλοιπα κόμματα κατανέμεται το εναπομείναν 5%.
Όρια επιρροής κομμάτων: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν χάνει την πρωτιά
Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα όρια της εκλογικής επιρροής των κομμάτων, καθώς αποσαφηνίζουν το τοπίο για την πρώτη θέση. Ο ΣΥΡΙΖΑ κυμαίνεται από 33% έως 37% και η Ν.Δ. από 28% έως 32% – στοιχείο που αποδεικνύει ότι, σε αντίθεση με την αυτοδυναμία, έχει κριθεί η πρώτη θέση.
Στα κόμματα που διεκδικούν την τρίτη θέση, το Ποτάμι κινείται από 6% έως 8%, η Χρυσή Αυγή από 5,5% έως 7,5%, το ΚΚΕ από 5% έως 7% και το ΠΑΣΟΚ από 4,5% έως 5,5%.
Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες κυμαίνονται μεταξύ 2,5% και 4,5%, ενώ το ΚΙΔΗΣΟ από 1,5% έως 3,5%, που σημαίνει ότι μπορεί να διεκδικήσει το 3%, σε αντίθεση με τον ΛΑΟΣ που οριακά θα έφτανε το όριο εισόδου στη Βουλή (έχει 1% έως 3%).
Την εικόνα της πολιτικής υπεροχής του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει εμφατικά η παράσταση νίκης που «χτυπάει κόκκινο». Συγκεκριμένα βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο που έχει φτάσει σε προεκλογικές περιόδους. Στις βουλευτικές του 2012 ήταν 58% – 34% υπέρ της Ν.Δ., ενώ στις ευρωεκλογές του 2014 ήταν 38% – 43% υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.
Σήμερα, σύμφωνα με την έρευνα της Public Issue, η παράσταση νίκης του ΣΥΡΙΖΑ «σκαρφάλωσε» στο ιστορικά υψηλό του 75%, ενώ της Ν.Δ. έπεσε στο ιστορικά χαμηλό του 13%. Από τον Δεκέμβριο η παράσταση νίκης βαίνει ογκούμενη υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ (με εξαίρεση την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου). Στις 4 τελευταίες έρευνες της Public Issue ο ΣΥΡΙΖΑ είχε 68% – 66% – 70% και τώρα φτάνει στο 75%, ενώ η Ν.Δ. είχε 20% – 22% – 16% και 13% αντίστοιχα.
Αυτοδυναμία
Παρά την πολιτική υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ, στους πολίτες έχει διαμορφωθεί η άποψη ότι δεν θα προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση από τις εκλογές. Σήμερα το 73% εκτιμά ότι δεν θα προκύψει αυτοδυναμία και το 22% ότι θα υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Σημειώνεται πάντως ότι το ποσοστό εκείνων που βλέπουν αυτοδυναμία αυξάνεται διαρκώς, ενώ εκείνων που θεωρούν ότι δεν θα προκύψει αυτοδυναμία μειώνεται. Μέσα σε σχεδόν τρεις εβδομάδες το ποσοστό εκείνων που δεν βλέπουν αυτοδυναμία έπεσε από το 81% στο 78% και τώρα στο 73%. Αντίστοιχα, το ποσοστό εκείνων που πιστεύουν ότι θα βγει αυτοδυναμία ανέβηκε από το 15% στο 17% και έφτασε σήμερα στο 22%.
Πάντως συνολικά οι πολίτες δεν θέλουν μονοκομματικές κυβερνήσεις. Κυβερνήσεις πολυκομματικές και συνεργασίας θέλει το 74%, αυτοδύναμη – μονοκομματική το 22%, οικουμενική το 1%, ενώ το 3% δεν έχει γνώμη. Στους ψηφοφόρους της Ν.Δ., που παραδοσιακά ήταν υπέρ των μονοκομματικών κυβερνήσεων, οι απόψεις έχουν αλλάξει: το 83% θέλει κυβερνήσεις συνεργασίας, το 15% μονοκομματικές και το 1% δεν έχει άποψη. Στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ το 56% είναι υπέρ των πολυκομματικών κυβερνήσεων συνεργασίας, το 40% υπέρ των μονοκομματικών κυβερνήσεων και το 4% δεν έχει άποψη.
Στραβά αρμενίζει το καράβι
Σε κάθε περίπτωση οι κυβερνήσεις -είτε πολυκομματικές είτε αυτοδύναμες- έχουν να αντιμετωπίσουν την ριζωμένη πεποίθηση των πολιτών ότι η χώρα βαδίζει σε λάθος κατεύθυνση και επομένως χρειάζεται αλλαγή. Σήμερα το 70% πιστεύει ότι τα πράγματα πηγαίνουν σε λάθος κατεύθυνση και το 20% σε σωστή. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό που έχει διαπιστωθεί από τις βουλευτικές εκλογές του 2012 και μετά (όταν ήταν 86% – 10%). Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε με σχεδόν 5% τις ευρωεκλογές του 2014, το 56% θεωρούσε ότι η χώρα πηγαίνει σε λάθος κατεύθυνση και το 32% σε σωστή…
Η αίσθηση ότι η χώρα πορεύεται λάθος «κολλάει» και με το αυξημένο ενδιαφέρον του κόσμου για τις εκλογές. Το 74% που δηλώνει ότι ενδιαφέρεται για τις εκλογές (έναντι του 26% που δεν ενδιαφέρεται) είναι το διαχρονικά υψηλότερο ποσοστό της δεκαετίας, δηλαδή από τις βουλευτικές εκλογές του 2004.
Τέλος, στην ερώτηση για το ποιος είναι ο καταλληλότερος πρωθυπουργός, τόσο ο Αντ. Σαμαράς (που προηγείται) όσο και ο Αλ. Τσίπρας ενδυναμώνουν το πρωθυπουργικό προφίλ τους. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε 5 μονάδες από τον Δεκέμβριο στην ερώτηση για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό και ο πρόεδρος της Ν.Δ. 4 μονάδες. Έτσι ο Αλ. Τσίπρας είναι στο 35% (είχε 30% πριν από ένα μήνα) και ο Αντ. Σαμαράς στο 45% (από 41%). Το 20% των ερωτηθέντων απάντησαν «κανένας από τους δύο», ενώ τον Δεκέμβριο την απάντηση αυτή έδιναν το 28% των ερωτηθέντων.
Η έρευνα της Public Issue είναι τηλεφωνική, διενεργήθηκε την περίοδο 16 – 21 Ιανουαρίου, με τηλεφωνικές συνεντεύξεις σε δείγμα 1.010 ατόμων.