Το «κρυφό σχέδιο» για την αναδιάρθρωση του χρέους
>> Τα νομικά και πολιτικά επιχειρήματα που έχει εκπονήσει ομάδα τεχνοκρατών υπό την καθοδήγηση κορυφαίου πανεπιστημιακού και πρώην πολιτικού που χαίρει της εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού
>> Χρονική επιμήκυνση, μείωση επιτοκίων, ρήτρα ανάπτυξης, περίοδο χάριτος αλλά και perpetual bonds στα «εργαλεία» που προτείνονται στους δανειστές.
>> Η διασύνδεση με την Lazard και το πολιτικό σκεπτικό του Μεγάρου Μαξίμου
Του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου
Από την εφημερίδα Επένδυση
Προ ημερών η Wall Street Journal έγραφε ότι «το μέλλον της Ευρώπης παίζεται στο 121 της Boulevard Haussmann στο Παρίσι». Εκεί είναι η έδρα της Lazard, της τράπεζας που διευθύνει ο –γνωστός και ως «αριστερός τραπεζίτης»- κ. Ματιέ Πιγκάς , και η οποία έχει αναλάβει σύμβουλος του υπουργού Οικονομικών κ. Γιάνη Βαρουφάκη στο θέμα της διαπραγμάτευσης για το ελληνικό χρέος αλλά και γενικότερα στις σχέσεις με τους δανειστές.
Αν, ωστόσο, η «μισή καρδιά» στην εκπόνηση του σχεδιασμού της διαπραγμάτευσης βρίσκεται στο Παρίσι, η «άλλη μισή» πάλλεται σε μεγάλο νομικό γραφείο των Αθηνών και στα γραφεία μιας πολύ μικρής ομάδας πανεπιστημιακών που έχουν σχεδιάσει το θεσμικό πλαίσιο της επαναδιαπραγμάτευσης της δανειακής σύμβασης και τις προϋποθέσεις αλλαγής των όρων αποπληρωμής του ελληνικού δημόσιου χρέους, το οποίο στις 30 Σεπτεμβρίου 2014 ανερχόταν (στοιχεία ΟΔΔΗΧ) στα 321,7 δις.
Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία έχει ανέλθει στο 180,5% του ΑΕΠ, ενώ σύμφωνα με μία μελέτη του Levy Institute μπορεί να αγγίξει το 205% μέχρι το 2016.
Κεντρικό πρόσωπο σ’ αυτή την προσπάθεια νομικής θωράκισης για την απομείωση του χρέους είναι κορυφαίος πανεπιστημιακός με μακρά και ενδιαφέρουσα πολιτική διαδρομή, το οποίο, παρότι δεν ανήκει στον ιδεολογικό χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, χαίρει της εκτίμησης και της εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα, με τον οποίο διατηρεί φιλική σχέση από την εποχή, ακόμα, που ξεκινούσε τα πρώτα πολιτικά του βήματα.
Πέραν του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης που έχουν συμπεριλάβει στον σχεδιασμό τους το συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, ειδικό ρόλο παίζει και ο υφυπουργός Εξωτερικών επί των Ευρωπαϊκών Υποθέσεων κ. Νίκος Χουντής, γνώστης των ισορροπιών στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών.
ΑΠΟ ΤΗ «ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ» ΣΤΗ «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΙΜΟΤΗΤΑ»
Η «Ε» παρουσιάζει, σήμερα, αυτό τον βασικό σχεδιασμό της κυβέρνησης και το νομικά συμπαγές σκεπτικό πάνω στο οποίο βασίζεται η επιχειρηματολογία που ήδη άρχισαν να διατυπώνουν –αρχής γενομένης από την συνεδρίαση του Eurogroup την περασμένη Τετάρτη- στα θεσμικά όργανα της Ε.Ε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Γιάννης Δραγασάκης και ο υπουργός Οικονομικών.
Ως βασικά στοιχεία στον σχεδιασμό αναφέρονται:
– Η έννοια της «βιωσιμότητας» του χρέους έχει δώσει τη θέση της στον θεσμικά και τεχνικά ορθότερο και αποδεκτό όρο της «διαχειρισιμότητας»,
– Η αρχική θέση περί διαγραφής τουλάχιστον του 50% του χρέους έχει μετεξελιχθεί σε ένα σχέδιο που περιλαμβάνει μια σειρά «εργαλεία» απομείωσης του, τα οποία, όμως, είναι συμβατά με τους ευρωπαϊκούς κανόνες
Η παραπάνω μετεξελιγμένη θέση θεωρείται –όπως το αποκαλούν οι νομικοί- «de lege lata», εφικτή, δηλαδή, μόνο εφόσον είναι συμβατή με το πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο (άρθρα 125 και 136 παρ. 3 της ΣΕΕ) και με το δίκαιο (αγγλικό) των δανειακών συμβάσεων.
Οι νομικοί εφιστούν, μάλιστα, την προσοχή στην ελληνική κυβέρνηση για την ανάγκη υπαγωγής των αιτημάτων μας στο ευρωπαϊκό δίκαιο, διότι, σε αντίθετη περίπτωση, απαιτείται (κάτι πολιτικά ανέφικτο) αλλαγή του πλαισίου του πρωτογενούς ευρωπαϊκού δικαίου και αλλαγή των όρων των συμβάσεων.
Και επισημαίνουν πως υπέρ των ελληνικών θέσεων μπορεί να λειτουργήσει η περίφημη «υπόθεση Pringle εναντίον Ιρλανδίας».
Ο Thomas Pringle είναι Ιρλανδός βουλευτής και είχε προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο του Δουβλίνου για το ιρλανδικό χρέος και τη διασύνδεσή του με τη διάσωση των τραπεζών. Το Ιρλανδικό High Court απηύθυνε προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και έτσι δημιουργήθηκε σχετική νομολογία, η οποία συνδράμει, τώρα, τις ελληνικές θέσεις.
Επί της ουσίας η «υπόθεση Pringle» προσέφερε το εξής επιχείρημα: «δεν επιτρέπεται η διάσωση κράτους-μέλους της Ευρωζώνης με την προσφυγή σε άλλα μέτρα εξωτερικής βοήθειας (bail out) από άλλο κράτος-μέλος. Δεν είναι επιτρεπτή η απευθείας ανάληψη μέρους του χρέους του κράτους τούτου από άλλο κράτος-μέλος, έστω και με την μορφή αγοράς ομολόγων από την πρωτογενή και τη δευτερογενή αγορά. Επιτρέπεται μόνο η απευθείας σύναψη δανείων, ως εάν το κράτος τούτο δεν μπορεί να δανεισθεί ελευθέρως από τις αγορές».
Θεμελιακή, επίσης, άποψη θεωρείται (και αυτό προκύπτει, άλλωστε, από τις υπό εξέλιξη αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις μεταξύ Αθήνας και εταίρων για την συμφωνία επί ενός προγράμματος για την ελληνική οικονομία) ότι: «κάθε χρηματοδοτική στήριξη κράτους-μέλους της Ευρωζώνης έχει ως προϋπόθεση την αντίστοιχη επιβολή ενός προγράμματος –όποια κι αν είναι η in concreto ονομασία του- εφαρμογής όρων δημοσιονομικής πειθαρχίας (conditionality)».
«ΑΝΕΦΙΚΤΗ Η ΔΙΑΓΡΑΦΗ»- ΠΟΙΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ Η ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ
Το πολυσέλιδο νομικό και πολιτικό κείμενο που είναι στα χέρια του στενού επιτελείου περί τον κ. Τσίπρα καταλήγει σε συγκεκριμένη πρόταση για την «διαχειρισιμότητα» του ελληνικού χρέους και, σύμφωνα με πληροφορίες της «Ε», έχει ήδη διακινηθεί προς την Lazard ώστε να το συμπεριλάβει στον τεχνικό σχεδιασμό της.
Τα συμπεράσματα και η πρόταση αναλύονται ως εξής:
1. Η αρχική θέση της Ελλάδας περί διαγραφής του χρέους είναι πρακτικώς σχεδόν ανέφικτη αφού απαιτεί κατάλληλη τροποποίηση βασικών άρθρων των ευρωπαϊκών συνθηκών και αφετέρου αποδοχή της έννοιας της διαγραφής από τους δανειστές, κατ΄ αντίστοιχη εφαρμογή των κανόνων του αγγλικού δικαίου και των δανεικών συμβάσεων,
2. Ως προς την πρόσφατη πρόταση του κ. Βαρουφάκη για τα perpetual bonds (ομόλογα εις το διηνεκές) επισημαίνεται ότι χρειάζεται τροποποίηση διατάξεων άρθρων και, επίσης, αποδοχή από τους δανειστές και τον EFSF.
Στα χέρια του πρωθυπουργού έχει φθάσει, πάντως, μία ολιγοσέλιδη αναφορά που περιγράφει, εν κατακλείδι, αυτό που οι νομικοί αποκαλούν «θεσμικώς ανεκτή διαδρομή» στην διαπραγμάτευση για το χρέος και η οποία περιγράφει τα εξής βήματα:
Πρώτον, απαιτείται η ύπαρξη δημοσιονομικού προγράμματος για την έναρξη οιασδήποτε συζήτησης για την «διαχειρισμότητα» του ελληνικού χρέους. Αυτό εξηγεί, άλλωστε, το γεγονός ότι ο αντιπρόεδρος κ. Δραγασάκης έχει εγκαίρως διατυπώσει τη θέση για ένα 4ετές δημοσιονομικό σχέδιο. Όπως επισημαίνεται στην πρόταση, κάτι τέτοιο μπορεί να είναι είτε το τρέχον πρόγραμμα, είτε ένα νέο πρόγραμμα υπό οποιαδήποτε ονομασία (αυτό εξηγεί, άλλωστε, την τακτική της κυβέρνησης αλλά και την απαίτηση του επικεφαλής της ΕΚΤ κ. Μάριο Ντράγκι για ένα πρόγραμμα – «a program» και όχι, κατ΄ ανάγκη, «the program».
Δεύτερον, είναι αποδεκτή, ύστερα από αναδιαπραγμάτευση και αντίστοιχη θετική στάση των δανειστών, μία χαλάρωση των όρων αποπληρωμής της δανειακής σύμβασης με την μορφή:
– Χρονική επιμήκυνση (η πρόταση του κ. Πιγκάς της Lazard είναι για 70 χρόνια) αποπληρωμής των δόσεων και μείωση των οφειλόμενων επιτοκίων,
– Χορήγηση βραχείας περιόδου χάριτος αποπληρωμής τοκοχρεωλυσίων (συζητείται διάστημα 3-5 χρόνια), εφόσον, βεβαίως, η Ελλάδα δεσμευθεί ρητώς ότι το αντίστοιχο χρέος παραμένει απαιτητό και η καθυστέρηση αποπληρωμής των τοκοχρεωλυσίων επιβαρύνεται με το συμβατικώς καθορισμένο επιτόκιο,
– Ανταλλαγή δανειακού χρέους έναντι ομολόγων με ρήτρα ανάπτυξης του ΑΕΠ, υπό καθεστώς συγκεκριμένης ωρίμανσης (maturity). Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα «εργαλείο» υποκατάστασης της δεύτερης δανειακής σύμβασης και αφορά τις δύο κοινοπρακτικές συμβάσεις δανείων με χώρες της Ευρωζώνης, της πρώτης ύψους 110 δις με την σύμπραξη του ΔΝΤ και της δεύτερης 130 δις με την μεσολάβηση του EFSF.
– Ειδικώς ως προς τα ελληνικά ομόλογα που απέκτησε και διακρατεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο πλαίσιο εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής, οι νομικοί θεωρούν κατ΄ αρχήν επιτρεπτή την ανταλλαγή τους με ομόλογα αόριστης διάρκειας (perpetual bonds) και μηδενικού επιτοκίου. Αυτό σημαίνει ότι η πρόταση του κ. Βαρουφάκη μπορεί να σταθεί μόνο για τα ομόλογα της ΕΚΤ και μόνο εφόσον κάτι τέτοιο γίνει δεκτό από τη διοίκησή της.