AΡΘΡΟ
του Αναστάσιου Λαυρέντζου
Στέλεχος Διαχείρισης Τραπεζικών Κινδύνων
Γιατί η Γερμανία να σώσει το ευρώ;
Λέγεται συνεχώς ότι η Γερμανία πρέπει να πληρώσει για να σωθεί το ευρώ. Γιατί όμως να πληρώσει; Για να διατηρήσει τα τρέχοντα επίπεδα εξαγωγών της λόγω των πλεονεκτημάτων που της δίνει το ενιαίο νόμισμα έναντι των άλλων χωρών της ευρωζώνης; Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με διαιώνιση των ανισορροπιών που έχουν δημιουργήσει την τρέχουσα εκρηκτική κατάσταση στην ευρωζώνη. Μήπως η Γερμανία πρέπει να πληρώσει όχι για να συνεχίσει να κερδίζει, αλλά πιο πολύ για να μην χάσει; Πιθανώς. Είτε το θέλουν οι Γερμανοί είτε όχι αποτελούν την άλλη όψη του νομίσματος (κυριολεκτικά και μεταφορικά) και άρα είναι και αυτοί μέρος του προβλήματος. Ας δούμε γιατί…
Προϊόντα έναντι εθνικής κυριαρχίας.
Η Γερμανία εξάγει περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες από ό, τι εισάγει. Με τον τρόπο αυτό στην ουσία οι μη Γερμανοί κάνουν καθαρές μεταβιβάσεις κεφαλαίων στη Γερμανία. Αν δεν μπορούσαν να παραγάγουν αυτά τα κεφάλαια (και δεν μπορούν, αλλιώς η Γερμανία δεν θα είχε εμπορικό πλεόνασμα) θα έπρεπε να τα δανειστούν. Όταν μια χώρα “τρέχει” ένα εμπορικό πλεόνασμα σημαίνει με άλλα λόγια ότι είναι ένας καθαρός δανειστής του υπόλοιπου κόσμου.
Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Συχνά είναι καλό και για τον δανειολήπτη και για τον δανειστή. Το κλασικό, και ένα από τα μακροβιότερα παραδείγματα, είναι αυτό του δανεισμού των ΗΠΑ από τη Βρετανία, που διήρκεσε από το 1870 έως λίγο πριν από τον Α’ ΠΠ. Αυτή η σχέση δανειστή-δανειολήπτη ήταν επωφελής για τις δύο πλευρές. Στις ΗΠΑ, τα κεφάλαια επενδύθηκαν παραγωγικά στη γεωργία, γεγονός που σύντομα τις κατέστησε έναν από τους πιο ευημερούντες γεωργικούς παραγωγούς στον κόσμο. Από την άλλη μεριά, η Βρετανία όχι μόνο κέρδισε κεφαλαιακές αποδόσεις υψηλότερες από ό,τι αν επένδυε στο εσωτερικό, αλλά είδε και το κόστος διαβίωσης να μειώνεται λόγω των φθηνών εισαγωγών τροφίμων από τις ΗΠΑ.
Η πρόσφατες γερμανικές επενδύσεις δεν λειτούργησαν έτσι. Κάποιες υπήρξαν παραγωγικές (π.χ. αυτοκινητοβιομηχανίες στη Βραζιλία, στην Τσεχία και στο Μεξικό) αλλά πολλές χρησιμοποιήθηκαν για να επιτρέψουν σε άτομα και κυβερνήσεις να ξοδεύουν περισσότερα από αυτά που κέρδιζαν. Σήμερα είναι φανερό ότι πολλοί από τους παραλήπτες αυτών των δανείων αδυνατούν να τα αποπληρώσουν. Έτσι, σε αντίθεση με την προηγούμενη βρετανική / αμερικανική εμπειρία, όπου και οι δύο πλευρές κέρδισαν, τώρα και οι δύο πλευρές έχουν χάσει. Αυτό είναι κάτι που οι γερμανικές ελίτ δεν θέλουν να το αποδεχτούν ή για να το αποδεχτούν ζητούν κάποιο αντίτιμο: δηλαδή τη “δήμευση” των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των περιουσιακών στοιχείων των “πτωχευμένων” εταίρων τους. Με άλλα λόγια οι Γερμανοί, μπλοφάροντας σε κάποιο βαθμό, επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν το πλεονέκτημά τους για να αποκτήσουν τον πολιτικό και οικονομικό έλεγχο της Ευρώπης. (σ.σ. Ίσως όχι τόσο άδικα, αφού και οι εταίροι της Γερμανίας έχουν κάνει τα δικά τους σφάλματα.) Αυτό θα ήταν βέβαια το ιδανικό σενάριο για τους Γερμανούς: θα είχαν καλύψει τις ζημιές τους πλειστηριάζοντας και αγοράζοντας οι ίδιοι (σε φθηνές τιμές) την κυριαρχία και την περιουσία των χωρών του Νότου, όπως μια τράπεζα πλειστηριάζει ένα ακίνητο του οποίου το δάνειο δεν πληρώνεται. Όμως τα έθνη και τα κράτη δεν υπόκεινται στις συνήθεις εμπορικές πρακτικές και ένα τέτοιο εγχείρημα δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται. Εδώ βεβαίως φαίνεται πόσο πολύτιμη για τα γερμανικά σχέδια υπήρξε η ελληνική περίπτωση: σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες του Νότου, τα προβλήματα της Ελλάδας οφείλονται κυρίως στην χρεοκοπία του κομματοκρατούμενου ελληνικού κράτους, η οποία θα επήρχετο έτσι κι αλλιώς, και απλώς επιταχύνθηκε στο περιβάλλον του ευρώ. Με την περίπτωση όμως της “αμαρτωλής” Ελλάδας που εκχώρησε γρήγορα και συνοπτικά όλα αυτά που είναι ζητούμενα για τους υπόλοιπους, δημιουργήθηκε το προηγούμενο που οι Γερμανοί τώρα επιδιώκουν να επεκτείνουν στην Ευρώπη (προσαρμόζοντάς το βέβαια κατά περίπτωση).
Έχουν κάπου δίκαιο οι Γερμανοί;
Μια άλλη πτυχή εμφανίζεται εάν αναλογιστούμε τι θα είχε συμβεί στην Γερμανία αν αυτές οι καθαρές εξαγωγές ήταν μικρότερες. Οι εργάτες και τα εργοστάσια δεν θα παρέμεναν οπωσδήποτε ανενεργά. Περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες θα παράγονταν για επενδύσεις και για κατανάλωση εντός της Γερμανίας. Από την αύξηση των επενδύσεων η Γερμανία θα είχε γίνει πιο παραγωγική, και επειδή οι Γερμανοί θα μπορούσαν να καταναλώνουν περισσότερο θα είχαν ένα υψηλότερο επίπεδο διαβίωσης. Στην πραγματικότητα αυτές οι μεγάλες εξαγωγές αποτελούν μια επιδότηση από τους Γερμανούς σε πολλούς από τους εμπορικούς τους εταίρους. Προφανώς αυτό είναι το στοιχείο που κάνει τον απλό Γερμανό αρνητικό στην παροχή βοήθειας προς τους άλλους εταίρους και το οποίο στο πλαίσιο του εγχώριου πολιτικού παιγνιδιού επιτρέπει στους γερμανούς πολιτικούς να αναπτύσσουν την ανάλογη ρητορεία. Από τη μια οι απλοί πολίτες «έχουν το δίκαιο τους». Από την άλλη οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Γερμανίας αξιοποιούν την κατάσταση αυτή για να προωθήσουν τους στόχους τους.
Η ανισορροπία της Ευρώπης δημιουργεί στρεβλώσεις και στη Γερμανία.
Η ιστορία δεν τελειώνει εδώ, αλλά ούτε και τα κακά νέα για τους Γερμανούς. Αυτά που παράγει μια οικονομία μπορούν γενικά να διαιρεθούν σε δύο κατηγορίες: εμπορεύματα που είναι αντικείμενο διεθνών συναλλαγών και εμπορεύματα που δεν είναι. Αυτές οι κατηγορίες – εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων αγαθών, όπως αποκαλούνται– δεν είναι βεβαίως σαφώς διακεκριμένες μεταξύ τους, αλλά ορισμένα αγαθά ανταλλάσσονται πολύ πιο εύκολα διεθνώς από άλλα. Η τεχνητά συμπιεσμένη ισοτιμία του νομίσματος (ευρώ) είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση παραγωγικών πόρων (εργατικών κυρίως) από τον τομέα των μη εμπορεύσιμων στον τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών. Οι πόροι αυτοί είναι πιο παραγωγικοί εκεί όσο η νομισματική ισοτιμία παραμένει στο τρέχον χαμηλό επίπεδο. Αν αυτό αλλάξει, π.χ. με επιστροφή στο μάρκο, η Γερμανία θα πρέπει να υποστεί τις ζημιές που θα προκύψουν από την επανακατανομή των πόρων (ανεργία και μειωμένα έσοδα τουλάχιστον για ένα σημαντικό διάστημα).
Προς μια νέα Ευρώπη: η κατάληξη του εγχειρήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Στο πλαίσιο που περιγράψαμε, ήδη στην Ευρώπη έχει ξεκινήσει η μεγάλη διαπραγμάτευση. Μια διαπραγμάτευση για τον επιμερισμό των ζημιών, για την ανακατανομή της εθνικής κυριαρχίας και εν τέλει για τη μορφή που θα λάβει στο μέλλον η Ευρώπη. Στην διαπραγμάτευση αυτή η Ελλάδα δεν μετέχει. Συμμετέχουν κυρίως οι μεγάλοι παίκτες: από τη μια μεριά η Γερμανία και οι δορυφόροι της (Αυστρία, Φιλανδία) και από την άλλη οι μεγάλοι του Νότου (Ιταλία, Ισπανία), με τη Γαλλία να προσπαθεί να μετριάσει τα κέρδη της Γερμανίας και να βελτιώσει τις δικές της απολαβές. Στους επόμενους μήνες θα δούμε ποια θα είναι η νέα ισορροπία που θα διαμορφωθεί στην Ευρώπη. Ελπίζουμε μέχρι τότε η Ελλάδα να παραμείνει όρθια και να επωφεληθεί από τις εξελίξεις.
Twitter: @LavrentzosA
Email: [email protected]