Τον Ιανουάριο του 2008, λίγους μήνες πριν από το κραχ της Lehman Brothers, ο τότε πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ εκτιμούσε ότι οι τριγμοί στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά ήταν ήπιοι και παροδικοί και προεξοφλούσε ταχεία επιστροφή στην «κανονικότητα».
Το 2009, λίγους μήνες μετά την κατάρρευση της Lehman και τον Αρμαγεδώνα στην Wall Street, o Ζαν Κλοντ Τρισέ έκανε και πάλι διάγνωση εξομάλυνσης. Ελεπε παγίωση και επιτάχυνση της ανάκαμψης στην ευρωζώνη, δεν έβλεπε την κρίση χρέους που ερχόταν με φόρα από την Ελλάδα, και αντί να μειώσει τα επιτόκια τα αύξησε.
Το 2011, με το πρώτο ελληνικό Μνημόνιο να πνέει ήδη τα λοίσθια και την κρίση χρέους να κλονίζει πια και Ισπανία και Πορτογαλία, ο Τρισέ ξαναείδε φως στο αναπτυξιακό τούνελ. Με ισχυρή γερμανική πίεση αύξησε δύο φορές τα ευρωπαϊκά επιτόκια μέσα σε τέσσερις μήνες, επιτάχυνε την κρίση χρέους, βάθυνε την ύφεση, και χρειάστηκε να έρθει ο Μάριο Ντράγκι με το “whatever it takes” για να σωθεί ό,τι μπορούσε πια να διασωθεί από τον ευρωπαϊκό Νότο.
Δεν ήταν το μοναδικό λάθος της θητείας Τρισέ. Εχει καταγραφεί όμως ως το ιστορικό του λάθος στα εγχειρίδια της νομισματικής πολιτικής. Kαι το ερώτημα που σαρώνει σήμερα τις αγορές και εκτοξεύει ξανά τα spreads της ευρω-περιφέρειας (με πρώτα εκείνα της Ελλάδας) είναι εάν η Κριστίν Λαγκάρντ είναι έτοιμη να επαναλάβει το ίδιο λάθος: Να συνθηκολογήσει με τα «γεράκια» της ΕΚΤ, να πάει by the book κόντρα στον πληθωρισμό που καλπάζει, και να ακολουθήσει το μοντέλο της Fed με επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων από τον Ιούλιο ρισκάροντας νέα ύφεση στην ευρωζώνη και νέα κρίση χρέους στις ασταθείς οικονομίες του Νότου.
Η οικονομική ορθοδοξία λέει πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος – κατά τα βασικά των εγχειριδίων της οικονομίας ο πληθωρισμός αντιμετωπίζεται μόνον με αυξήσεις επιτοκίων και ύφεση. Αυτό κάνει τώρα η Αμερική με την Fed να αποτολμά, μέσα σε μια νύχτα, την μεγαλύτερη εφάπαξ αύξηση επιτοκίων από το 1994, κατά 0,75%. Στην πράξη, η Fed και ο πρόεδρός της Τζερόμ Πάουελ ρισκάρουν το remake του μεγάλου πειράματος Βόλκερ: Του αμερικανού κεντρική τραπεζίτη Πολ Βόλκερ που, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, για να χτυπήσει τον πληθωρισμό που έτρεχε με 15% διπλασίασε μέσα σε έναν χρόνο τα επιτόκια. Τα ανέβασε πάνω από το 20%, έριξε τον πληθωρισμό στο 4% και προκάλεσε δύο αλυσιδωτές υφέσεις και την εκλογική ήττα του Τζίμι Κάρτερ.
Κατά την JPMorgan το νέο πείραμα Πάουελ έχει 85% πιθανότητες να οδηγήσει την αμερικανική οικονομία σε ύφεση και κατά το Bloomberg έχει εξίσου ισχυρές πιθανότητες να οδηγήσει στο πολιτικό τέλος του Τζο Μπάιντεν.
Κατά την πρόσφατη ιστορία επίσης, και κατά τις αγορές, το ρίσκο στην Ευρώπη είναι πολλαπλάσιο. Η οικονομία της είναι πολύ πιο ευάλωτη από την αμερικανική, πολύ πιο εξαρτημένη από την Ρωσία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, και εκτεθειμένη σε δομικές παθογένειες. Οι ατελείς μηχανισμοί μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και η ημιτελής τραπεζική ένωση αφήνου εκτεθειμένες τις πιο αδύναμες οικονομίες και μπορούν εύκολα να μετατρέψουν μια χρηματοπιστωτική τρικυμία σε νέα κρίση δανεισμού.
Η προοπτική και μόνον μιας αύξησης των επιτοκίων του ευρώ κατά 0,5% οδήγησε τις αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων πάνω από το 4%, εκτίναξε τα επιτόκια των ελληνικών δεκαετών τίτλων στο 4,7% και έφερε τα spreads των ελληνικών ομολόγων έναντι των γερμανικών μια ανάσα από τις 300 μονάδες. Κοινώς, έκλεισε την πόρτα των αγορών στην Ελλάδα και έφερε τριγμούς στην Ιταλία – την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Στην Φραγκφούρτη σήμανε συναγερμός, η ΕΚΤ συνεδρίασε εκτάκτως και η Λαγκάρντ υποσχέθηκε άμεση δράση με νέο μηχανισμό συγκράτησης των spreads, ήτοι αντιμετώπισης του λεγόμενου κατακερματισμού.
Η υπόσχεση, προσώρας, δεν έπεισε ούτε τις αγορές, ούτε όσους διατηρούν νωπές ακόμη τις μνήμες του πειράματος Τρισέ. Μεταξύ αυτών, δεν έπεισε και τον «wahetver it takes» Μάριο Ντράγκι. Ο ιταλός πρωθυπουργός κράτησε καθαρές και επιδεικτικές αποστάσεις από την απόφαση της ΕΚΤ για αυξήσεις επιτοκίων και έστειλε το μήνυμα δια του Φραντσέσκο Τζιαβάτζι, ενός εκ των βασικών οικονομικών του συμβούλων:
«Η άνοδος των επιτοκίων και των spreads», δήλωσε ο Τζιαβάτζι, «θα πλήξει ευθέως την ιδιωτική κατανάλωση – κι αυτό δεν θα γίνει τώρα, θα το δούμε σε μερικούς μήνες. Η ΕΚΤ χρησιμοποιεί την αύξηση των επιτοκίων για να ρίξει τον πληθωρισμό, αλλά χρησιμοποιεί λάθος εργαλείο. Διότι στην Ευρώπη δεν έχουμε πληθωρισμό που τροφοδοτείται από την ζήτηση, όπως συμβαίνει στις ΗΠΑ. Ο πληθωρισμός στην Ευρώπη είναι συνέπεια της έκρηξης του κόστους του φυσικού αερίου, και όχι του οικονομικού κύκλου».
Μπορεί να είναι και το μήνυμα – συναγερμός ενώπιον της απειλής επανάληψης ενός ιστορικού λάθους…