«Κατόπιν αιτήματος των ξένων υπηρεσιών» ο διοικητής της ΕΥΠ, Παναγιώτης Κοντολέων, παραδέχτηκε ότι παρακολουθούσαν τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες.
Η πρωτοφανής ομολογία από τον διοικητή της ΕΥΠ που αναμένεται να προκαλέσει αναταράξεις στο πολιτικό σύστημα, έγινε κατά της κλειστής συνεδρίασης της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Η κυβερνητική πλευρά εμφανίζεται να διαψεύδει αυτή την πληροφορία, την οποία, όμως, επισημαίνουν μέλη της επιτροπής από τα άλλα κόμματα.
Κατά τη συζήτηση που διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών, η αντιπροσωπεία της κυβέρνησης δέχεται επίμονες ερωτήσεις απ’ τα κόμματα της αντιπολίτευσης, και ειδικά από ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Ο κ. Κοντολέων, δεν διευκρίνισε σε ποια χώρα ανήκουν οι εν λόγω ξένες υπηρεσίες που έδωσαν την εντολή, και ποιοι ήταν οι λόγοι παρακολούθησης ενός οικονομικού συντάκτη που ερευνούσε τραπεζικά σκάνδαλα.
Υπενθυμίζεται ότι ο Γιάννης Οικονόμου μέχρι τώρα ισχυριζόταν ότι επρόκειτο για παρακολούθηση από ιδιώτη σε ιδιώτη. Μάλιστα έλεγε ότι «οι ελληνικές αρχές δε χρησιμοποιούν τέτοιου είδους λογισμικά».
«Εξαιρετικά προβληματικό» είχε χαρακτηρίσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου να γνώριζε η κυβέρνηση εάν παρακολουθείται ο δημοσιογράφος, Θανάσης Κουκάκης. Κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών στις 18 Απριλίου και ουσιαστικά υπαινίχθηκε ότι η κυβέρνηση δεν είχε καμία γνώση εάν ο κ. Κουκάκης παρακολουθείτο.
«Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση θα ήταν εξαιρετικά προβληματικό να γνωρίζω εγώ και η κυβέρνηση εάν αυτά που λέτε ισχύουν», είπε απαντώντας σε σχετική ερώτηση. Όπως υπογράμμισε υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία που ακολουθείται από το 2005 σε ότι αφορά τις επισυνδέσεις (παρακολουθήσεις) που είναι νόμιμη.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο υπουργός Επικρατείας και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού Γιώργος Γεραπετρίτης φέρεται να απέδωσε την τροπολογία για την ΑΔΑΕ, που μπήκε σφήνα σε άσχετο νομοσχέδιο μετά τις καταγγελίες του Θανάση Κουκάκη, ο οποίος ζήτησε εξηγήσεις, στο ζήτημα που είχε προκύψει στον Έβρο με τη μαζική ροή μεταναστών, κάτι που η κυβέρνηση τότε απέδιδε σε συντονισμένες κινήσεις της τουρκικής πλευράς. Επιπλέον, ο κ. Γεραπετρίτης φέρεται να επικαλέστηκε ζητήματα κατασκοπίας με αφορμή τις υποθέσεις στη Ρόδο, αλλά και τη φωτιά στη Λέσβο.
Κατά τη συζήτηση ο Γ. Κατρούγκαλος φέρεται να έθεσε ως ερώτηση τις καταγγελίες που ανέδειξε με ρεπορτάζ της η «Εφ.Συν.» για τα θέματα παρακολουθήσεων. Επ’ αυτών η κυβερνητική αντιπροσωπεία φέρεται να υποστήριξε πως αφορούν θέματα εθνικής ασφάλειας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γιώργος Κατρούγκαλος φέρεται να τόνισε ότι «όποιος παρακολουθούσε τον Κουκάκη, παρακολουθούσε και τον Ανδρουλάκη». «Πώς εξηγείται μόλις ο Κουκάκης καταλαβαίνει πως παρακολουθείται, να διακόπτεται η νόμιμη παρακολούθηση και λίγες μέρες μετά (όπως απέδειξε) ξεκίνησε η παρακολούθησή του με το Predator! Τόσο τυχαίο;» φέρεται να αναρωτήθηκε.
Εξάλλου, τονίστηκε απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ πως οι εκθέσεις των Google, Meta, Citizen Lab λένε πως δεν υπάρχει προηγούμενο προμήθειας αυτού του λογισμικού από ιδιώτη.
Ο Χ. Καστανίδης ζήτησε εξηγήσεις για τις συμβάσεις και τους ιδιώτες που έχουν προμηθευτεί spyware
Σύμφωνα με πληροφορίες, επισημάνθηκε από τον Χάρη Καστανίδη ότι η απόπειρα παγίδευσης του κινητού τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη συνιστά μείζον ζήτημα Δημοκρατίας και Διαφάνειας, καθώς στοχοποιήθηκε ο αρχηγός του τρίτου κόμματος και η παράταξη του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής. Η διαλεύκανση της υπόθεσης δεν είναι προσωπικό ζήτημα, αλλά αφορά στην ανάγκη διασφάλισης της δημοκρατίας και των θεσμών. Δεν είναι τυχαίο σε αυτή την πολιτική συγκυρία ότι μόνο ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής εντοπίστηκε ως πιθανό θύμα παγίδευσης, φέρεται να τόνισε ο βουλευτής.
Επίσης, ο κ. Καστανίδης, απευθυνόμενος στον Διοικητή της ΕΥΠ, φέρεται να ρώτησε αν ο κ. Κοντολέων γνώριζε τον πρωθυπουργό πριν από την τοποθέτηση του στη θέση του επικεφαλής της ΕΥΠ και αν είχε επαφές με πρόσωπα που κατονομάζονται σε δημοσιεύματα για spyware. Σε αυτό το σημείο, σύμφωνα με πληροφορίες αντέδρασε έντονα ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, Αθ. Μπούρας προσπαθώντας να σταματήσει τη ροή των ερωτήσεων.
Επιπρόσθετα, ο κ. Καστανίδης κατά πληροφορίες τόνισε ότι ο έλεγχος δεν μπορεί να εξαντληθεί στις συμβάσεις που φαίνονται στην οικονομική επιθεώρηση της ΕΥΠ. Με έμφαση φέρεται να ζήτησε να κατονομάσει ο κ. Κοντολέων τις απόρρητες συμβάσεις που έχουν υπογραφεί στο Κέντρο Τεχνολογικής Υποστήριξης Ανάπτυξης και Καινοτομίας, που έχει ειδικό ΑΦΜ και υπάγεται αποκλειστικά στον Διοικητή της ΕΥΠ, υπηρεσία που ιδρύθηκε το 2020.
Κατά τη συνεδρίαση, αναδείχθηκε και η διάσταση, που είχε δημόσια σε παλαιότερες δηλώσεις του θέσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου με αφορμή την υπόθεση Κουκάκη. Είχε μιλήσει τότε για ιδιώτες που κάνουν παρακολουθήσεις.
Η ΕΥΠ πρέπει να πει ποιοι είναι αυτοί οι ιδιώτες. Ερευνήθηκαν οι εν λόγω ιδιώτες; Αν όχι, είναι επικίνδυνοι, γιατί πώς θα προστατευτεί η πολιτική ζωή και οι πολίτες; Γιατί έμεινε αρρύθμιστο το τοπίο ώστε ο οποιοσδήποτε να χρησιμοποιεί ελεύθερα τόσο βαριά συστήματα παρακολούθησης και παγίδευσης; , φέρεται να τόνισε ο Χ. Καστανίδης.
Διαφωνία για τη διαδικασία
Η συζήτηση για το ζήτημα των παρακολουθήσεων πολιτικών και δημοσιογράφων, μετά τις βαρύτατες καταγγελίες του Νίκου Ανδρουλάκη, ξεκίνησε τελικά με τις τοποθετήσεις των βουλευτών, αφού ο πρόεδρος της Επιτροπής Αθ. Μπούρας αναγκάστηκε να υποχωρήσει στο θέμα της διαδικασίας, καθώς ήθελε η συζήτηση να ξεκινήσει με τις τοποθετήσεις των υπουργών, δηλαδή του υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκου Πιερρακάκη και του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη.
Υπήρξαν όμως έντονες αντιδράσεις από σύσσωμη την αντιπολίτευση ως προς τη διαδικασία, και έτσι μετά τους βουλευτές, ξεκίνησαν οι υπουργοί και ακολούθως ο επικεφαλής της ΕΥΠ Παναγιώτης Κοντολέων και ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, Χρήστος Ράμμος.
Χθες απεστάλη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) η προσφυγή του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, με την οποία ζητά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η ελληνική νομοθεσία που διέπει την άρση απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας (μυστικές παρακολουθήσεις) παραβιάζει το άρθρο 8 της Σύμβασης και συγκεκριμένα το δικαίωμα του κάθε πολίτη στην ιδιωτική του ζωή.
Πρόκειται για το νόμο 4790/2021 που ψηφίσθηκε στις 31 Μαρτίου 2021 και με το οποίο απαγορεύθηκε στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) να ενημερώσει το δημοσιογράφο ότι μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου 2020, είχε τεθεί υπό παρακολούθηση με την υπ’ αριθμ. Ε2402/2020 διάταξη της Εισαγγελέως της ΕΥΠ Βασιλικής Βλάχου.
Οι λόγοι της προσφυγής του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αναφέρονται σε έξι σημεία της νομοθεσίας και συγκεκριμένα στην απουσία ορισμένου ορισμού της έννοιας της εθνικής ασφάλειας και των κατηγοριών των πολιτών που μπορεί να αποτελέσουν υποκείμενα παρακολούθησης, στην έλλειψη ανώτατου ορίου διάρκειας της παρακολούθησης, στην έλλειψη ενημέρωσης του θιγόμενου πολίτη όταν έχει παύσει η παρακολούθηση, στο νομοθετικό κενό που υπάρχει αναφορικά με τις διαδικασίες που αφορούν στον τρόπο και στα μέσα παρακολούθησης αλλά και στην καταστροφή των συλλεχθέντων στοιχείων και στον έλεγχο διατήρησης τους και τέλος, στην απουσία οποιασδήποτε ένδικης προστασίας απέναντι σε μια τυχόν παράνομη ή καταχρηστική παρακολούθηση.
«Όλα τα ανωτέρω αποτελούν ασφαλιστικές δικλίδες που απαιτούνται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προκειμένου να επιτρέπεται η άρση απορρήτου ενός πολίτη για λόγους εθνικής ασφάλειας. Είναι γεγονός ότι το ΕΔΔΑ έχει διαπιστώσει παραβίαση του αρ. 8 της Σύμβασης σε περιπτώσεις όπου η νομοθεσία του κράτους μέλους προέβλεπε πολλές περισσότερες εγγυήσεις από αυτές που προβλέπει ο επίμαχος νόμος 2225/1994. Για αυτό το λόγο αναμένουμε ότι το δικαστήριο θα μελετήσει διεξοδικά την υπόθεση και θα διαπιστώσει ότι πράγματι υφίστανται σοβαρά κενά στην ελληνική νομοθεσία», δήλωσε ο δικηγόρος Ζαχαρίας Κεσσές, ο οποίος εκπροσωπεί το κ. Κουκάκη.
Το ΕΔΔΑ σε πρώτο στάδιο θα κρίνει το παραδεκτό της προσφυγής και, σε θετική περίπτωση, θα την εξετάσει στην ουσία, ζητώντας από την ελληνική κυβέρνηση να υποβάλει παρατηρήσεις επί του θέματος στις οποίες έχουμε με τη σειρά μας δικαίωμα να ανταπαντήσουμε.
«Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία μπορεί να διαρκέσει αρκετά δεδομένου του όγκου των υποθέσεων που χειρίζεται το ΕΔΔΑ, αλλά θεωρούμε πως το γεγονός ότι υπάρχει ήδη νομολογικό υπόβαθρο διευκολύνει σημαντικά το έργο του», ανέφερε ο κ. Κεσσές.
Με πληροφορίες από efsyn.gr, avgi.gr