Tις γερμανικές προτάσεις για μια αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας παρουσιάζει μέσω της εφημερίδας Handelsblatt ο Γερμανός υπ. Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ. Κι αυτό εν μέσω οικονομικής και ενεργειακής κρίσης λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Δημοσιονομική πειθαρχία και σε ευρωπαϊκό επίπεδο μετά από τα δύσκολα χρόνια της πανδημίας και για την οικονομία, ζητά ο Γερμανός υπ. Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ από τους Φιλελευθέρους μέσω συνέντευξής του στην οικονομική εφημερίδα Handelsblatt. Παρουσιάζει έτσι ένα πρώτο σχεδιάγραμμα των βασικών θέσεων της νυν γερμανικής κυβέρνησης για μια μεταρρύθμιση του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας.
Όπως σημειώνει στο πρωτοσέλιδό της η οικονομική εφημερίδα, «τo Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποτελεί τη βάση για τη συνοχή του ευρώ. Ωστόσο αυτοί οι κανόνες μετρούν ήδη 25 χρόνια και πρέπει να αναθεωρηθούν. Η κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί η μεταρρύθμιση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις θέσεις της γερμανικής κυβέρνησης» με τον Φιλελεύθερο υπ. Οικονομικών να τονίζει ότι «η Γερμανία παραμένει υπέρμαχος της πολιτικής δημοσιονομικής σταθερότητας».
Όχι νέα χρέη άνω του 3% του ΑΕΠ ετησίως
«Απαιτείται ένας αξιόπιστος και φιλόδοξος δρόμος για την απομείωση του χρέους» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γερμανός υπουργός σημειώνοντας μάλιστα ότι «επί της αρχής η γερμανική κυβέρνηση είναι σύμφωνη» με τις προτάσεις του.
Σχηματικά λοιπόν σύμφωνα με τον Κρίστιαν Λίντνερ θα πρέπει αρχικά να διατηρηθούν οι ισχύοντες ευρωπαϊκοί κανόνες περί δημόσιου χρέους: Τα κράτη-μέλη λοιπόν δεν θα πρέπει να δημιουργούν νέα χρέη ξεπερνώντας το 3% του ΑΕΠ ετησίως, ενώ το συνολικό ποσοστό δημόσιου χρέους δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 60%.
Όπως παρατηρεί η οικονομική εφημερίδα, μετά και την περίοδο της πανδημίας, το δημόσιο χρέος σε πολλές χώρες εκτοξεύθηκε, με την πλειοψηφία των κρατών-μελών έκτοτε να «παραβιάζουν» τους κανόνες για το χρέος (κανόνες του Μάαστριχτ). «Πολλές χώρες είναι τόσο βαριά χρεωμένες που δεν είναι σαφές πώς θα μπορούσαν να μειώσουν τα επίπεδα του χρέους τους κάτω από το όριο του Μάαστριχτ δηλαδή στο 60% του ΑΕΠ. Το ποσοστό χρέους στην Ελλάδα είναι 185%, στην Ιταλία είναι 150%» παρατηρεί η οικονομική εφημερίδα.
Ο Κρίστιαν Λίντνερ ζητά επιπλέον μέσω της Handelsblatt οι λεγόμενοι μεσοπρόθεσμοι στόχοι για το ετήσιο διαρθρωτικό έλλειμα να γίνουν υποχρεωτικοί για τα κράτη-μέλη κάτι που δεν ισχύει μέχρι τώρα. Όπως αναφέρει ο Κρ. Λίντνερ: «Μέχρι στιγμής οι σχετικές αποφάσεις βασίζονταν στη διακριτική ευχέρεια της Κομισιόν (…) Η πρότασή μου αποσκοπεί στο να καταστήσει δεσμευτικούς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους».
Σύμφωνα με την πρόταση Λίντνερ «τα κράτη-μέλη δεν θα πρέπει να εμφανίζουν στους προϋπολογισμούς τους διαρθρωτικό έλλειμμα άνω του 0,5% ετησίως ή τουλάχιστον να προσεγγίζουν σταδιακά τον στόχο αυτό». Το διαρθρωτικό έλλειμμα αποτελεί με «εργαλείο» για την κατάστρωση ενός βιώσιμου δημοσιονομικού σχεδιασμού. Όπως και για τη Γερμανία όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση ο Κρίστιαν Λίντνερ υποστηρίζει επίσης την ιδέα σταθερά ισοσκελισμένων προϋπολογισμών μακροπρόθεσμα.
Αναμένονται «σκληρές» διαπραγματεύσεις το φθινόπωρο στην ΕΕ
Επισήμως οι ιδέες Λίντνερ αναμένεται να συζητηθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο το φθινόπωρο, ενώ η συζήτησή τους δεν αναμένεται εύκολη. Υπάρχουν ήδη διαφορετικά «στρατόπεδα» εντός της ΕΕ ως προς το ζήτημα της μεταρρύθμισης του Συμφώνου Σταθερότητας, με τη Γερμανία να απορρίπτει την ιδέα χαλάρωσης των ευρωπαϊκών κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Οι διαπραγματεύσεις αναμένονται «σκληρές», σημειώνει η οικονομική εφημερίδα, εφόσον για την όποια πρόταση της Κομισιόν περί μεταρρύθμισης του Συμφώνου απαιτείται συμφωνία και των 27 κρατών-μελών και έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Σύμφωνα με δηλώσεις του Ιταλού Επιτρόπου Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι θα πρέπει να αναζητηθεί ισορροπία μεταξύ μιας ρεαλιστικής απομείωσης του δημόσιου χρέους αλλά και «των τεράστιων επενδυτικών αναγκών» σε όλες τις χώρες της ΕΕ.
Με πληροφορίες από: DW – Δήμητρα Κυρανούδη, Βερολίνο (Handelsblatt)