«Η απάντηση είναι μία και κατηγορηματική: ο Γεραπετρίτης δεν ήξερε και ο Κοντολέων δεν είπε τίποτε από αυτά».
Αυτό δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, κληθείς να σχολιάσει σημερινά πρωτοσέλιδα, ειδικότερα δε, τις αναφορές ορισμένων εξ αυτών σε εκείνον.
Ενοχλημένος, όπως ανέφερε, από τη «διπλή και βαριά χυδαιότητα εκ μέρους ορισμένων», επεξήγησε, μιλώντας στο ραδιόφωνο του Σκάι τους δύο λόγους αυτής: «Πρώτα από όλα έχουμε μια μυστική συνεδρίαση, από την οποίαν υποτίθεται πως δεν διαρρέουν πληροφορίες εκ των έσω. Αυτό εκμεταλλεύτηκαν όσοι εξύφαναν σχέδιο σπίλωσης, δεδομένου ότι δεν μπορεί να υπάρξει αποκάλυψη του τι ειπώθηκε». Και, δεύτερον, «εδώ ειπώθηκε το α και κατεγράφη για πολιτικούς λόγους το -α, για τέτοια περίπτωση χαλκείου μιλάμε».
Υπό τη διευκρίνιση δε, ότι από τη στιγμή που κατέστησαν δημόσια όλα -οι χυδαιότητες, όπως τις χαρακτήρισε ο υπουργός Επικρατείας- για λόγους δικής του αυτοπροστασίας απαντά: Ο Π. Κοντολέων ρωτήθηκε ρητώς αν ο Γ. Γεραπετρίτης γνωρίζει οτιδήποτε για τα θέματα των επισυνδέσεων και «η απάντησή του ήταν ότι δεν γνώριζε απολύτως τίποτε και καθόλου. Ο κ. Κοντολέων είπε το αυτονόητο, ότι με τον κ. Γεραπετρίτη συζητήσαμε κάποιες φορές για θέματα νομοθετικής πρωτοβουλίας που αφορούσε την ΕΥΠ».
Συνεχίζοντας, ο υπουργός Επικρατείας σημείωσε πως, όπως μιλά «με όλους τους υπουργούς και υπηρεσίες για τα θέματα νομοθετικού προγραμματισμού, έτσι ελάχιστες φορές μίλησα και με τον κ. Κοντολέοντα». Παρότι, λοιπόν, ο κ. Κοντολέων δήλωσε πως ο υπουργός δεν γνώριζε για τις νόμιμες επισυνδέσεις, «η αντιπολίτευση συνήγαγε ότι γνώριζε τα των παρακολουθήσεων».
Με έμφαση, επίσης, τόνισε ότι «ο κ. Κοντολέων ρωτήθηκε ειδικώς για μένα: “Ο Γεραπετρίτης γνώριζε τα των επισυνδέσεων;” Και η απάντησή του ήταν “ποτέ και καθόλου”. Αυτήν την κατηγορηματική απάντηση έδωσε, κάντε αντιπαραβολή με τα πρωτοσέλιδα».
Συνεχίζοντας, ο υπουργός Επικρατείας επανέλαβε: «Δεν ήταν δουλειά μου να γνωρίζω, δεν φθάνουν εδώ (σ.σ.: στο Μέγαρο Μαξίμου) πληροφορίες για το ποιοι παρακολουθούνται. Αυτό που φθάνει από την παρακολούθηση είναι μόνο το περιεχόμενο κάποιας συνομιλίας, εάν έχει προκύψει ένα θέμα που άπτεται της εθνικής ασφάλειας».
Ειδικώς για την παρακολούθηση του τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, «εγώ κατόπιν εντολής του πρωθυπουργού κάλεσα τον κ. Ανδρουλάκη για να τον ενημερώσω ότι υφίσταται αυτή η νόμιμη παρακολούθηση και για να τον παραπέμψω στο διοικητή».
Ταυτοχρόνως, σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο Γ. Γεραπετρίτης δήλωσε: «Εγώ αντιλαμβάνομαι απολύτως την κατάσταση του κ. Ανδρουλάκη και εγώ αν ήμουν στη θέση του θα ήθελα να μάθω επακριβώς το λόγο, και από την πρώτη ημέρα από τον κατ’ εξοχήν αρμόδιο, το διοικητή της ΕΥΠ […] το θέμα κλείνει με έναν τρόπο: να ενημερωθεί ο κ. Ανδρουλάκης και στη συνέχεια αξιολογεί ο ίδιος».
Επίσης, συνέχισε, «καταλαβαίνω απολύτως το θυμό του κ. Ανδρουλάκη, είναι πρόβλημα όταν ένας αρχηγός υφίσταται αυτού του τύπου τη βάσανο». Σε κάθε περίπτωση, «είναι πρόβλημα όλα τα παράνομα λογισμικά που δεν συνδέονται με την κυβέρνηση, είναι ένα οικουμενικό πρόβλημα». Και στο «δια ταύτα», «δουλεύουμε πολύ, ακούμε την αντιπολίτευση και θα ακούσουμε και την Εξεταστική Επιτροπή στις προτάσεις της για να φτιάξουμε ένα ορθολογικό, αποτελεσματικό πλαίσιο».
Ερωτηθείς για την παρακολούθηση των επικοινωνιών του Στέργιου Πιτσιόρλα, αφού διευκρίνισε πως δεν γνωρίζει οτιδήποτε για το θέμα, παρά μόνο ό,τι διαβάζει, παρατήρησε πως από τις δηλώσεις του ιδίου (του πρώην υπουργού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) «αυτό που προκύπτει είναι ότι υπήρξε νόμιμη επισύνδεση του κ. Πιτσιόρλα, κατά το χρόνο που ήταν πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ και υφυπουργός στην προηγούμενη κυβέρνηση. Τίθεται ένα μείζον πολιτικό ζήτημα προφανώς, το οποίο αφορά το λόγο, κυρίως όμως αφορά και τη διάψευση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή ότι δεν παρακολουθούνταν πολιτικά πρόσωπα κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας».
Στο ερώτημα αν η παρούσα Εξεταστική Επιτροπή θα μπορούσε να ασχοληθεί και με την υπόθεση Πιτσιόρλα, απάντησε πως «η εντολή της Εξεταστικής Επιτροπής είναι πολύ συγκεκριμένη και αφορά την παρακολούθηση του κινητού του κ. Ανδρουλάκη. Δεν μπορεί να επεκταθεί παρά μόνον αν η Επιτροπή το ζητήσει. Η αίσθησή μου είναι ότι θα πρέπει να παραμείνουμε σε αυτήν την παρακολούθηση, δεν αποκλείω σε κάποια άλλη στιγμή να υπάρξει και μια ευρύτερη έρευνα», κατέληξε με νόημα. «Αυτό που έχει αξία» είναι η διαπίστωση των χρόνων παθολογιών, υπογράμμισε.
Για τα παράνομα λογισμικά, τέλος, συμπέρανε λέγοντας: «Το είπε ο πρωθυπουργός, το επανέλαβα και εγώ στη Βουλή τη Δευτέρα και την Τρίτη, έχουμε την πρόθεση στη νομοθετική πρωτοβουλία που θα φέρουμε τους αμέσως επόμενους μήνες να είμαστε πολύ πιο αυστηροί από οποιοδήποτε ευρωπαϊκό πλαίσιο. Φθάνοντας έως και την καθολική απαγόρευση της εμπορίας τέτοιων κακόβουλων λογισμικών, τα οποία μπορεί να βρίσκονται στη διάθεση ιδιωτών ή και κρατών, όχι κατ’ ανάγκη των πιο δημοκρατικών».