Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες ο Κυριάκος Μητσοτάκης αισθάνεται μια μεγάλη αμηχανία. Πώς θα περάσει η επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου χωρίς να εκτεθεί ο ίδιος, αλλά και χωρίς να φέρει σε δύσκολη θέση τους στενούς του συνεργάτες που δυσκολεύονται να διαλέξουν ανάμεσα στους εξεγερμένους εγκλείστους και τις δυνάμεις του Στρατού και της Αστυνομίας που τους μακέλεψαν στις 17 Νοεμβρίου 1973
Του Δημήτρη Ψαρρά
Πριν από δύο χρόνια, στις 17 Νοεμβρίου 2020, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφθηκε τον χώρο του Πολυτεχνείου με ολιγομελή συνοδεία. Κανείς άλλος δεν βρισκόταν στην περιοχή. Υπήρξε άλλωστε αυστηρή απαγόρευση συγκέντρωσης άνω των 4 (τεσσάρων) ατόμων, με το πρόσχημα της πανδημίας. Και ο πρωθυπουργός δεν βρήκε τίποτα άλλο να πει παρά ότι «οι προτεραιότητες της ελληνικής κοινωνίας είναι η προστασία της Δημόσιας Υγείας, αλλά και η αλληλεγγύη προς τους συμπολίτες μας, ειδικά τους νέους οι οποίοι δοκιμάζονται από την οικονομική κρίση».
Η μεταπολιτευτική Δεξιά δεν χώνεψε ποτέ την υπόθεση της αντιδικτατορικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Οχι μόνο επειδή επρόκειτο για την κορύφωση μιας συλλογικής πολιτικής προσπάθειας στην οποία η ίδια απουσίαζε, αλλά κυρίως επειδή τα συνθήματα, ο τρόπος οργάνωσης και η προοπτική αυτού του κινήματος της νεολαίας αναφέρονταν σε μια νέα Ελλάδα, εντελώς διαφορετική από εκείνη που είχε χτίσει η προδικτατορική ΕΡΕ.
Ηδη τις μέρες εκείνες του 1973 και ενώ ο τελευταίος αρχηγός της προδικτατορικής ΕΡΕ Παναγιώτης Κανελλόπουλος επιχείρησε να συμπαρασταθεί στους εξεγερμένους, οι δύο ηγετικές μορφές της Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από το Παρίσι και ο Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ από τη Ρώμη, παρέμειναν σιωπηλές. Στις αναμνήσεις του, ο αυλάρχης του Γκλίξμπουργκ καταγράφει το τηλεφώνημα του τέως προς τον Καραμανλή, στο οποίο «ο Βασιλεύς του είπε ότι σκέπτεται να κάνει κάποια ανακοίνωση, διότι “αν αποφασίσουν οι Ελληνες να προσχωρήσουν στον κομμουνισμό, θα έχουν δίκαιο, εσείς παίζατε golf και εγώ το ίδιο, χωρίς να γίνεται τίποτα”. “Δεν έχετε άδικο”, απάντησε ο Καραμανλής». Και ποιο ήταν το αποτέλεσμα; «Μετά από πληροφορίες τις οποίες είχε ο Βασιλεύς από την Ελλάδα ότι το κίνημα εκτρέπεται του αρχικού του σκοπού και κατευθύνεται από άκρως αριστερά στελέχη, αποφάσισε να μην κάνει τίποτε».
Στη Μεταπολίτευση ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν διανοήθηκε ποτέ να επισκεφθεί τον χώρο της εξέγερσης, αλλά με την πολιτική του οξυδέρκεια φρόντισε να ορίσει ημερομηνία των πρώτων ελεύθερων εκλογών στις 17 Νοεμβρίου 1974, έτσι ώστε να στείλει το μήνυμα ότι τιμά εμπράκτως την πρώτη επέτειο. Η συνέχεια δεν ήταν βέβαια ανάλογη. Το πέρασμα της ηγεσίας της Ν.Δ. στον Ευάγγελο Αβέρωφ και στη συνέχεια στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη συνοδεύτηκε από τη συχνή άρνηση της κομματικής νεολαίας, της ΟΝΝΕΔ, να συμμετάσχει στις επετειακές εκδηλώσεις και στην πορεία, με επίκληση ποικίλων δικαιολογιών. Το κλίμα άλλαξε με την ανάδειξη στην ηγεσία της Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή, ο οποίος μάλιστα ήταν και κύριος ομιλητής σε σχετική κομματική εκδήλωση το 2004.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν μπορεί να ακολουθήσει την ίδια γραμμή. Ο πατέρας του είχε επιστρέψει στην Αθήνα στις 17.10.1973 μετά τη χορήγηση αμνηστίας από τη χούντα, αλλά τις μέρες του Πολυτεχνείου δεν έκανε καμιά κίνηση, ενώ και η κοινή του δήλωση με άλλους 4 ομοϊδεάτες βουλευτές λίγες μέρες αργότερα δεν έκανε καμιά νύξη στην εξέγερση και τη φονική καταστολή, αλλά διαμαρτυρόταν για «τις συλλήψεις και τα μέτρα περιορισμού πολιτικών ανδρών» («Deutsche Welle», 21.11.1973).
Στην ίδια γραμμή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει συγκεντρώσει δίπλα του όλους τους αρνητές της εξέγερσης που ακόμα και σήμερα επιχειρούν να αμαυρώσουν το αντιδικτατορικό κίνημα.
– Πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι βέβαια ο Αδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος έχει κάνει καριέρα με το «εύρημα» ότι δεν σκοτώθηκε κανείς μέσα στο Πολυτεχνείο, επομένως δεν μπορούμε να μιλάμε για «νεκρούς του Πολυτεχνείου».
– Βορίδης και Πλεύρης είναι πιο προσεκτικοί στις δηλώσεις τους, αλλά βέβαια τι να πει ο πρώτος που διατέλεσε αρχηγός της οργάνωσης Νεολαίας του Παπαδόπουλου και ο δεύτερος που πολιτεύτηκε ως διάδοχος ενός ναζιστή που υπηρέτησε τη χούντα;
– Οι τρεις τους προέρχονταν από το ΛΑΟΣ, που είχε βάλει στόχο να ξεπλύνει τη χούντα. Τι να πει κανείς για τον υφυπουργό Παιδείας Αγγελο Συρίγο, ο οποίος αφιέρωσε μια ομιλία του στη Βουλή (14.7.2022) στην απαξίωση όχι μόνο της αντίστασης στη χούντα αλλά και των αγώνων της Μεταπολίτευσης. Τον κάρφωσε βέβαια ο προεδρεύων ομοϊδεάτης του Χαρ. Αθανασίου, ο οποίος επιχείρησε να σταματήσει τις διαμαρτυρίες από την αντιπολίτευση με το επιχείρημα ότι «εδώ υπάρχουν αναθεωρητές της Ιστορίας σε μεγάλα γεγονότα και δεν τους φίμωσε κανείς». Αφού λοιπόν αρνούμαστε το Ολοκαύτωμα, γιατί να μην αρνηθούμε και το Πολυτεχνείο;
– Αλλά η πιο χαρακτηριστική περίπτωση συνεργάτη του Κυριάκου Μητσοτάκη που συκοφαντεί συστηματικά την εξέγερση είναι ο Κωνσταντίνος Λούλης, θαυμαστής και επισκέπτης του Παπαδόπουλου στη φυλακή, ο οποίος φτάνει να γράψει ότι το Πολυτεχνείο ενίσχυσε τη χούντα. Πρόκειται για τον άνθρωπο στον οποίο η οικογένεια έχει αναθέσει τα οικονομικά του «Ιδρύματος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης» και τον οποίο αναγκάστηκε να αποπέμψει από τη Γενική Γραμματεία Τουρισμού, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο διορισμός του στηριζόταν σε ανύπαρκτα πτυχία, αλλά βέβαια τον επανέφερε ως… σύμβουλο.
Με την άγνοια κινδύνου (και της Ιστορίας) που τον διακρίνει, ο κ. Γεωργιάδης προσπαθεί να δικαιολογήσει όλα αυτά, λέγοντας ότι τα ίδια έλεγε ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ο οποίος διατέλεσε και πρόεδρος της Ν.Δ. Αθελά του, ο σημερινός αντιπρόεδρος της Ν.Δ. εκθέτει τον πρωθυπουργό. Γιατί ο Αβέρωφ υπήρξε ο θεωρητικός της «γέφυρας» με τη χούντα, ενώ και κατά τη μικρή θητεία του στη θέση του αρχηγού επιχείρησε να στρέψει τη Ν.Δ. προς τα ακροδεξιά, επιστρατεύοντας τα πιο φθαρμένα κλισέ της μετεμφυλιακής περιόδου.
Εκεί οδηγεί σήμερα το κόμμα του ο κ. Μητσοτάκης και ο «επιτελικός» του περίγυρος.
πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών