Οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση απαγορεύονται από σήμερα -με εξαιρέσεις-, καθώς το εμπάργκο που συμφωνήθηκε τον Ιούνιο τέθηκε πλέον σε ισχύ.
Μέρος δέσμης κυρώσεων προκειμένου να τιμωρηθεί η Ρωσία για τη στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία, το εμπάργκο τύποις ίσχυε ήδη αμέσως μετά την υιοθέτησή του, όμως επετράπη περίοδος προσαρμογής στα κράτη-μέλη της ΕΕ για να εφαρμόσουν σταδιακά την απαγόρευση.
Οι εξαιρέσεις αφορούν την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και την Τσεχία, τρία κράτη μέλη με υψηλό βαθμό εξάρτησης από το αργό της Ρωσίας που μεταφέρεται με αγωγούς, τόσο λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, όσο και της αδυναμίας τους να το υποκαταστήσουν άμεσα.
Ταυτόχρονα, τίθεται σε ισχύ όριο τιμής για το ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται με πλοία, μέτρο σχεδιασμένο για να πλήξει τα έσοδα της χώρας από τις εξαγωγές ενέργειας. Ορίστηκε στα 60 δολάρια το βαρέλι.
Το όριο τιμής συνδέεται με αποφάσεις της G7 για να μειωθούν τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές ενέργειας στην παγκόσμια αγορά, ιδίως σε χώρες όπως η Κίνα ή η Ινδία.
Δυνάμει του μέτρου , αν το ρωσικό αργό μεταφέρεται ή ασφαλίζεται ή χρηματοδοτείται ή οι μεταφορείς λαμβάνουν τεχνική υποστήριξη και υπηρεσίες από δυτικές εταιρίες, απαγορεύεται να πωλείται πάνω από τα 60 δολάρια το βαρέλι. Το όριο αυτό θα επανεξετάζεται ανά δύο μήνες, σύμφωνα με ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με βάση τις τιμές αναφοράς του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΔΟΕ).
Η Ουκρανία καλούσε το όριο αυτό να κατέβει ακόμη χαμηλότερα, να φθάσει στα 30 δολάρια το βαρέλι. Όμως η Δύση ανησυχούσε για το ενδεχόμενο η Ρωσία να αποσύρει από την αγορά τις ποσότητες που διαθέτει, προκαλώντας ελλείψεις και κατακόρυφη άνοδο των τιμών διεθνώς.
Τον Φεβρουάριο του 2023 εξάλλου τίθεται σε ισχύ ευρωπαϊκό εμπάργκο και όριο τιμής στα διυλισμένα πετρελαϊκά προϊόντα που διαθέτει στην αγορά η Μόσχα.
Οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες του ΟΠΕΚ+ αποφάσισαν σήμερα να διατηρήσουν τις ποσοστώσεις παραγωγής τους σε ένα κλίμα μεγάλης αβεβαιότητας, παραμονή της εφαρμογής νέων κυρώσεων που στοχοποιούν το ρωσικό αργό.
Οι εκπρόσωποι των 13 μελών του Οργανισμού Πετρελαιοεξαγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ) υπό το Ριάντ και οι δέκα σύμμαχοί τους υπό τη Μόσχα συμφώνησαν να διατηρήσουν το πλαφόν που είχε αποφασιστεί τον Οκτώβριο για μείωση της παραγωγής κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα έως το 2023.
Ανακοίνωση του ΟΠΕΚ+ επιβεβαίωσε τη διατήρηση της προηγούμενης απόφασης, που ελήφθη προκειμένου να στηριχθούν οι τιμές και είχε προκαλέσει την οργή του Λευκού Οίκου ο οποίος επιθυμούσε τη μείωση των τιμών στην αντλία.
Από τότε οι παγκόσμιες τιμές αναφοράς του μαύρου χρυσού έχουν χάσει έδαφος και κυμαίνονται μεταξύ 80 και 85 δολαρίων, μακράν των 130 δολαρίων και πλέον που είχαν φθάσει τον Μάρτιο μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Κάτι που, “εκ των υστέρων”, επιβεβαιώνει τη στρατηγική μας, ανέφερε το καρτέλ. “Ήταν η [σωστή] πορεία για να σταθεροποιηθούν οι αγορές”, υποστηρίζει.
Το επόμενο ραντεβού ορίστηκε για τις 4 Ιουνίου 2023, όμως ο οργανισμός δήλωσε έτοιμος να συγκληθεί “ανά πάσα στιγμή” προκειμένου να λάβει “επιπλέον άμεσα μέτρα” αν χρειαστεί.
Την Παρασκευή, οι χώρες της G7 και η Αυστραλία συμφώνησαν σε ένα πλαφόν, στα 60 δολάρια το βαρέλι, στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου που μεταφέρεται διά θαλάσσης, σε μια κίνηση που αποσκοπεί να στερήσει από τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν έσοδα διατηρώντας παράλληλα τη ροή του ρωσικού πετρελαίου στις παγκόσμιες αγορές.
Η Μόσχα είπε ότι δεν θα πουλήσει πετρέλαιο βάσει του πλαφόν και πως εξετάζει πώς θα απαντήσει.
Ο ΟΠΕΚ συγκλήθηκε διαδικτυακά χθες Σάββατο χωρίς τη Ρωσία και τους συμμάχους και δεν συζήτησε το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου, δήλωσαν πηγές που επικαλείται το πρακτορείο Reuters.
Το θέμα του πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου δεν συζητήθηκε ούτε στη σημερινή σύνοδο του ΟΠΕΚ+, ανέφεραν οι πηγές.
Ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ δήλωσε σήμερα πως η Ρωσία θα μπορούσε να μειώσει την παραγωγή παρά να προμηθεύσει πετρέλαιο βάσει του πλαφόν και είπε πως αυτή η παρέμβαση θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την αγορά.
Πηγές έχουν πει στο Ρόιτερς πως αρκετά μέλη του ΟΠΕΚ+ έχουν εκφράσει δυσαρέσκεια για το πλαφόν λέγοντας πως το μέτρο θα μπορούσε τελικά να χρησιμοποιηθεί από τη Δύση εναντίον οιουδήποτε παραγωγού.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είπαν πως το μέτρο δεν στοχεύει τον ΟΠΕΚ.