Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, την ώρα που η υφήλιος ετοιμαζόταν να γιορτάσει την έλευση της νέας χρονιάς, μία είδηση ακραίας ρατσιστικής βίας που συνέβη στην Πάτρα είδε το φως της δημοσιότητας: ένας Ρομά με νοητική στέρηση, μπήκε σε επιχείρηση αυτοκινήτων στην Πάτρα προκειμένου να πει τα κάλαντα.
Της Μαρίας Γιαννακάκη
Οι παριστάμενοι του ζήτησαν, κατ’ αρχάς, να πει τα κάλαντα γονατιστός, και στη συνέχεια, του πέταξαν εύφλεκτο υλικό στην μπλούζα, η οποία πήρε φωτιά. Ο 35χρονος προσπάθησε να σβήσει τη φωτιά, ευτυχώς με επιτυχία, ούρλιαζε και απειλούσε με προσφυγή στη Δικαιοσύνη.
Πώς η είδηση έγινε γνωστή; Ένας από την παρέα, τράβηξε τη «φάση» σε βίντεο και το ανέβασε ως story στο Instagram, με σχόλιο «Κάτσε όπως είσαι». Κάποιος το είδε και ενημέρωσε τοπική εφημερίδα η οποία το δημοσίευσε και αυτό προκάλεσε την παρέμβαση του Τμήματος αντιμετώπισης ρατσιστικής βίας.
Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ο τρόπος που η είδηση παρουσιάστηκε στα ΜΜΕ: τα περισσότερα σημειώνουν ότι ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης απουσίαζε την ώρα του συμβάντος, ας σημειώσουμε ότι πρόκειται για πολύ γνωστή επιχείρηση στην πόλη, χωρίς όμως να δίνονται διευκρινίσεις για το ποιοι ήταν οι παριστάμενοι και ποια η σχέση τους με την επιχείρηση. Ήταν πελάτες; Ήταν φίλοι του ιδιοκτήτη; Ήταν γείτονες; Αντίθετα το σύνολο των ΜΜΕ σημείωσε ότι ο 35χρονος Ρομά, παρά τις απειλές του για μηνύσεις στο βίντεο, όχι μόνο δεν έδωσε νομική συνέχεια στην ιστορία, αλλά την απέδωσε σε «καλαμπούρι» και «πλάκα» και έσπευσε να προσθέσει ότι δεν έχει καμία απαίτηση. Επίσης, επειδή παρά το μέγεθός της η Πάτρα είναι μία επαρχιακή πόλη, όπου οι άνθρωποι γνωρίζονται, είναι κοινό μυστικό ότι ο συγκεκριμένος άντρας είχε δοσοληψίες με την εν λόγω επιχείρηση και είναι πατέρας 11 παιδιών.
Κάποιος δύσπιστος θα μπορούσε και να υπονοήσει ότι η αλλαγή στάσης του 35χρονου ίσως είναι και αποτέλεσμα πιέσεων, όταν η πλακατζίδικη παρέα συνειδητοποίησε ότι το συμβάν ξέφυγε από τα όρια της γειτονιάς τους, με τον Εισαγγελέα να δίνει εντολή για διενέργεια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης, ενώ εισαγγελικές πηγές επισημαίνουν ότι ανεξάρτητα από τα δημοσιεύματα και την κατάθεση του Ρομά η υπόθεση θα διερευνηθεί εις βάθος, τόσο ως προς τη διάσταση της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, όσο και ως προς το ενδεχόμενο ρατσιστικής συμπεριφοράς.
Είναι αυτονόητο ότι τις τελικές απαντήσεις θα τις δώσει η δικαιοσύνη, ωστόσο αυτό που πρέπει να υπογραμμιστεί είναι πως η εξευτελιστική συμπεριφορά και η απόπειρα να βάλουν φωτιά σε έναν άνθρωπο, τον οποίο υποτίθεται ότι βοηθούν καθημερινά με σίδερα, τρόφιμα ίσως και χρήματα, μόνο ως «καλαμπούρι» δεν μπορεί να εκληφθεί, ανεξάρτητα από τον τρόπο που το εξέλαβε ο ίδιος αυτοβούλως ή κατόπιν πιέσεων.
Εξάλλου το συγκεκριμένο περιστατικό δε μπορεί να χαρακτηριστεί ως μεμονωμένο: έλαβε χώρα πολύ σύντομα μετά τον θανάσιμο πυροβολισμό του 16χρονου Φραγκούλη.
Πρόκειται για υποθέσεις με εμφανές ρατσιστικό κίνητρο, οι οποίες είναι κρίκοι σε μία μακρά αλυσίδα αντιτσιγγανικών περιστατικών. Αλήθεια, ποιος θυμάται τον Σαμπάνη ή το κοριτσάκι που συνέθλιψε η πόρτα του εργοστασίου στο Κερατσίνι σε μία κοινωνία, η οποία έχει εκπαιδευτεί με μία κουλτούρα ατιμωρησίας, με βαθιά χαραγμένη την πεποίθηση ότι όλες οι ζωές δεν έχουν την ίδια αξία. Άνθρωποι που όχι μόνο δεν επαναστατούν με τον κοινωνικό αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση των αδυνάμων και ενδεών, αλλά τη θεωρούν σχεδόν ως φυσική κατάσταση, ενώ την ίδια ώρα νοιάζονται για τα δικαιώματα των αγέννητων παιδιών.
Μία κοινωνία που αδιαφορεί για τα δράματα ενδοοικογενειακής βίας της διπλανής τους πόρτας, αλλά ζητά κρεμάλες και επαναφορά της θανατικής ποινής κάθε φορά που ένα αποτρόπαιο έγκλημα θα πλασαριστεί δραματοποιημένα, πάντα με όρους αστυνομικού δελτίου, από τα συστημικά ΜΜΕ που φροντίζουν να ανησυχεί για την ασφάλειά της ολοένα και περισσότερο, γιατί όσο περισσότερο φοβάται τόσο πιο εύκολα θα υποταχθεί στα καθησυχαστικά μηνύματα της διαφήμισης: «το μόνο προϊόν που εγγυάται άμεσα και ορατά αποτελέσματα» (Πιερ Μπουρντιέ, «Για την τηλεόραση», εκδόσεις Πατάκη).
Άραγε και η πλακατζίδικη παρέα της Πρωτοχρονιάς ήταν ανάμεσα στους ανθρώπους που μαζεύτηκαν μπροστά από το σπίτι της φερόμενης ως παιδοκτόνου στην πόλη τους απαιτώντας την εσχάτη των ποινών;
Απέναντι στο ρατσιστικό έγκλημα, όλες οι εξουσίες, η καθεμία στην ανεξάρτητη λειτουργία της και από την διακριτή θέση της στο Κράτος Δικαίου, οφείλουν να μάχονται για την προστασία όλων των πολιτών που στοχοποιούνται λόγω των χαρακτηριστικών τους. Η προστασία κάθε πολίτη από τη ρατσιστική βία και τον ρατσιστικό λόγο δεν αποτελεί μόνο ατομικό δικαίωμα του πολίτη, αλλά και συλλογικό δικαίωμα για τη διαφύλαξη και την προστασία της κοινωνικής συνοχής. Γι’ αυτό και η οργή μας, κάθε φορά που οι θεσμοί αντί να είναι οι εγγυητές των δικαιωμάτων του συνόλου, υπηρετούν ρατσιστικές λογικές και γίνονται φορείς ρατσιστικού λόγου, ο οποίος απενοχοποιεί τη ρατσιστική βία και οδηγεί στο ρατσιστικό έγκλημα.
Μαρία Γιαννακάκη, μέλος Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., πρώην γ.γ. Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων