Ένα 12χρονο ορφανό κορίτσι από το Μπαγκλαντές «έρχεται» στη Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσει τη βίαιη ιστορία επιβίωσης και ενηλικίωσής της. Μέσα από αυτήν, μας συστήνει τον τόπο της, τον μοναδικό κόσμο που γνώριζε μέχρι πρότινος, μία νησίδα λάσπης μέσα στον ποταμό Βραχμαπούτρα, η οποία σιγά-σιγά εξαφανίζεται.
«Συνοδοιπόρος» της στο ταξίδι αυτό, που ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια, υπήρξε ο σκηνοθέτης και παραγωγός ‘Αγγελος Ράλλης, που μέσα από την καθημερινότητα της νεαρής Αφρίν, κινηματογράφησε το ιδιαίτερο φαινόμενο -αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής. Το ντοκιμαντέρ του με τίτλο «Mighty Afrin: In the Time of Floods», κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο 25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
«Το ενδιαφέρον μου για το θέμα ξεκίνησε με αφορμή μία έρευνα που είχε κάνει η γυναίκα μου, που ασχολείται με την κλιματική αλλαγή και γνώριζε για κάποιες περιοχές παραπλεύρως του Βραχμαπούτρα, στα σύνορα του Μπαγκλαντές με την Ινδία, οι οποίες πλημμυρίζουν συνέχεια. Είναι ένα φαινόμενο που είναι σε έξαρση εδώ και πολλά χρόνια και με τις συνεχιζόμενες βροχές, τους μουσώνες και τους κυκλώνες πλήττεται η περιοχή και επηρεάζονται εκατομμύρια άνθρωποι», δηλώνει ο ‘Αγγελος Ράλλης στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το 2017 ο σκηνοθέτης πήρε την απόφαση να ταξιδέψει σε μία από αυτές τις νησίδες λάσπης και να καταγράψει τη ζωή μιας οικογένειας που ζει εκεί. Τότε όμως, συνάντησε την Αφρίν, ένα ορφανό παιδί, που έψαχνε στα λασπόνερα να βρει πράγματα αξίας και αποφάσισε να γίνει αυτή ο κεντρικός χαρακτήρας του ντοκιμαντέρ του. «Με εντυπωσίασε πολύ η προσωπικότητά της, γιατί τότε ήταν μόλις 12 ετών, αλλά ήξερε να κωπηλατεί και να ψαρεύει. Ένα πολύ δυναμικό παιδί, που δεν εγκατέλειπε ποτέ και δεν το έβαζε κάτω», εξηγεί ο κ. Ράλλης.
Σε μία περιοχή που -όπως λέει, έχει έκταση όσο περίπου η μισή Ελλάδα και ζουν εκατό εκατομμύρια άνθρωποι, υπάρχει πρόβλημα στέγης, μεγάλη φτώχεια και επιπλέον πλήττεται από την κλιματική αλλαγή. «Όταν η νησίδα πλημμυρίζει, οι άνθρωποι αυτοί και παιδιά σαν την Αφρίν, μεταμορφώνονται σε ήρωες, που αναλαμβάνουν δράση για να μεταφέρουν με τις σχεδίες τους τα ζώα τους μέσα σε σπίτια και σε οροφές, ό,τι φαγητό έχει απομείνει σε στεγνά μέρη και γενικότερα παλεύουν να επιβιώσουν. Προφανώς και έχουν αποκτήσει μία ανθεκτικότητα με το να ζουν καθημερινά στο νερό και στην πλημμύρα, αλλά χάνουν τις καλλιέργειες και τα ζώα τους, ενώ συχνά πεθαίνουν και οι ίδιοι από αρρώστιες. Μάλιστα, όταν το φαινόμενο επαναλαμβάνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα και πλημμυρίζει πάρα πολύ η περιοχή, αναγκάζονται να μεταναστεύσουν στις μεγάλες πόλεις προς την ενδοχώρα και εκεί να αγωνιστούν ξανά ώστε αποκτήσουν τα προς το ζην», επισημαίνει.
Το ταξίδι αυτό έκανε και η Αφρίν, που κατέληξε στην πρωτεύουσα της χώρας, Ντάκα. Έως τότε, δεν είχε φύγει ποτέ από τη νησίδα, εκτός από μία φορά, που είχε πάει σε ένα ιατρείο μερικές ώρες μακριά από εκεί, στην ηπειρωτική χώρα. Δίπλα της με την κάμερά του ήταν ο Άγγελος Ράλλης, για τα γυρίσματα που διήρκεσαν μία τετραετία.
Το ντοκιμαντέρ της άλλαξε τη ζωή
Ο Έλληνας σκηνοθέτης, δεν ήταν δύσκολο να προσεγγίσει την Αφρίν, αφού αποφάσιζε η ίδια για τον εαυτό της, σε αντίθεση με άλλα κορίτσια στην παραδοσιακή χώρα του Μπαγκλαντές, που δεν βγαίνουν συχνά έξω και συνήθως ασχολούνται με τις δουλειές του σπιτιού. Εκεί, δεν υπάρχουν σχολεία, αλλά ούτε και καμιά από τις ανέσεις που θεωρούνται δεδομένες στο μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου κόσμου. Χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και χωρίς πλοία, ο καθένας βασίζεται στα δικά του μέσα και ζει καλλιεργώντας και ψαρεύοντας.
«Ήταν πάρα πολύ δύσκολο να κατανοήσει τι θέλαμε να κάνουμε, ήταν μια μεγάλη συζήτηση που συνεχίζονταν για καιρό. Αυτό διότι η Αφρίν και γενικά τα παιδιά εκεί, δεν έχουν ερεθίσματα από κινηματογράφο, δεν υπάρχει τηλεόραση ούτε τίποτα άλλο ψηφιακό, οπότε ήταν γι’ αυτήν κάτι πρωτόγνωρο», λέει.
Με σύμμαχο και μεταφραστή το μοναδικό μέλος του κινηματογραφικού συνεργείου, έναν ντόπιο βοηθό σκηνοθέτη, ο Άγγελος Ράλλης έζησε στο δωμάτιο που του παραχώρησε ένας αγρότης, ενώ την περίοδο της πλημμύρας ήταν κι αυτός πάνω σε βάρκες για να μαγνητοσκοπεί με την κάμερα την Αφρίν, να σκηνοθετεί και να έχει επίσης το ρόλο του διευθυντή φωτογραφίας. «Τόσο λόγω του Covid, όσο και λόγω των ιδιαιτεροτήτων της περιοχής, ήταν δύσκολο να έρθει συνεργείο από την Ελλάδα ή το εξωτερικό. Στο 80% των γυρισμάτων που έγιναν στη νησίδα, ήμουν μόνος με τον βοηθό σκηνοθέτη», αναφέρει.
Η Αφρίν έκανε μία συμφωνία με τον σκηνοθέτη, ο οποίος προέρχεται από σπουδές και εργασία ως κοινωνιολόγος. Θα λάμβανε κάποιο οικονομικό αντάλλαγμα και βοήθεια και στη συνέχεια. «Το να δώσεις κάτι πίσω, ιδίως όταν κινηματογραφείς κοινότητες ή παιδιά ορφανά που δεν έχουν σχεδόν τίποτα, είναι πολύ σημαντικό. Όταν αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στη Ντάκα, εκεί όπου τελειώνει και το ντοκιμαντέρ, τη βοήθησα να ενταχθεί στο πλαίσιο μιας ΜΚΟ, όπου πηγαίνει σχολείο, μαθαίνει αγγλικά και θέατρο και έχει πολλά όνειρα και φιλοδοξίες», λέει με συγκίνηση ο κ. Ράλλης. Ο ίδιος, επισκέφτηκε το μέρος όπου ζει ακόμη και σήμερα η 17χρονη πλέον Αφρίν, είδε από κοντά τους ανθρώπους που διδάσκουν εκεί αλλά και την προσπάθεια που γίνεται να ενσωματωθούν μέσα στη συγκεκριμένη κοινότητα κι άλλα παιδιά από το δρόμο.
Η ταινία με το ζήτημα των κλιματικών προσφύγων, που αναδεικνύεται μέσα από τη σπαρακτική ιστορία της 12χρονης που αναζητεί καταφύγιο και ελπίδα σε έναν κόσμο που βυθίζεται, θα προβληθεί την Τρίτη 7 Μαρτίου στις 20:15 στο Ολύμπιον, ενώ η επαναληπτική προβολή θα είναι την Πέμπτη 9 Μαρτίου στις 12:30, στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης στην Αποθήκη 1 στο Λιμάνι. Όταν κάποια στιγμή θα ταξιδέψει ως τη Ντάκα του Μπαγκλαντές για να προβληθεί και εκεί, θα την απολαύσει και η ίδια η Αφρίν…