Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν εξέδωσε τη Δευτέρα (27 Μαρτίου) εκτελεστικό διάταγμα που περιορίζει την αγορά και χρήση ιδιωτικών λογισμικών κατασκοπείας από όλα τα κυβερνητικά παραρτήματα και υπηρεσίες των ΗΠΑ, ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος.
To διάταγμα απαγορεύει το λογισμικό που εγκυμονεί «σημαντικούς κινδύνους» για την ασφάλεια για τις Ηνωμένες Πολιτείες ή «σημαντικούς κινδύνους» εκτροπής από μια ξένη κυβέρνηση με στόχο την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με δελτίο τύπου της αμερικανικής κυβέρνησης.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η Άρτεμις Σίφορντ, Αμερικανίδα πολίτης η οποία σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times αλλά και ρεπορτάζ ελληνικών Μέσων. έπεσε θύμα διπλής παρακολούθησης (από ΕΥΠ και Predator) σχολιάζει θετικά την απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ, χαρακτηρίζοντας μάλιστα ανήκουστες τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα εν λόγω λογισμικά.
Ειδικότερα, στα μέσα Μαρτίου, οι New York Times είχαν αποκαλύψει ότι η Ελληνοαμερικανίδα, κα Σίφορντ, στέλεχος της Meta, που εργαζόταν πάνω σε ευαίσθητα θέματα, παρακολουθούνταν μέσω του λογισμικού Predator. Οι ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας φωτογραφίζονται ως ύποπτες για μαζική και παράνομη χρήση αυτού του spyware.
Στο διάταγμα του Τζο Μπάιντεν σημειώνεται επίσης ότι «ένας αυξανόμενος αριθμός ξένων κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο, επιπλέον, έχουν αναπτύξει αυτήν την τεχνολογία για να διευκολύνουν την καταστολή και να επιτρέψουν τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του εκφοβισμού των πολιτικών αντιπάλων και του περιορισμού της διαφωνίας, του περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης και της παρακολούθησης και στόχευσης ακτιβιστών και δημοσιογράφων. Η κατάχρηση αυτών των ισχυρών εργαλείων παρακολούθησης δεν περιορίστηκε σε αυταρχικά καθεστώτα. Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις αντιμετώπισαν επίσης αποκαλύψεις ότι παράγοντές τους έχουν χρησιμοποιήσει εμπορικό spyware για να στοχοποιήσουν τους πολίτες τους χωρίς την κατάλληλη νομική εξουσιοδότηση, διασφαλίσεις και εποπτεία».