Στην Αγγλία, όπου οι εταιρείες ύδρευσης είναι πλήρως ιδιωτικές, η τελευταία κατασκευή μεγάλης δεξαμενής υδάτων πραγματοποιήθηκε πριν τις ιδιωτικοποιήσεις
ΗΠαγκόσμια Τράπεζα έχει προβλέψει ότι μέχρι το 2025 τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού δεν θα έχουν πρόσβαση σε φρέσκο πόσιμο νερό. Το 2025 είναι σε λιγότερο από δύο χρόνια. Γι’ αυτό και το περιοδικό Fortune πρόσφατα αποκάλεσε το νερό «το πετρέλαιο του 21ου αιώνα». Το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει όλο και πιο συχνά, όλο και πιο επιτακτικά τα τελευταία χρόνια, είναι ένα: Σε ποιανού τα χέρια θα αφήσουμε αυτό το όχι απλώς πολύτιμο, αλλά αναγκαίο για τη ζωή μας αγαθό;
Τα επιχειρήματα είναι εκατέρωθεν πολλά και σε πρώτη ανάγνωση και θεωρητικό επίπεδο είναι όλα αρκετά πειστικά. Οι υπέρμαχοι της ιδιωτικοποίησης των εταιρειών ύδρευσης λένε ότι ο ανταγωνισμός και η υγιής επιχειρηματικότητα θα ανεβάσουν την ποιότητα της ύδρευσης, ενώ η εμπορευματοποίησή του θα βοηθήσει να διανεμηθεί καλύτερα στον πλανήτη. Η αλήθεια είναι ότι ο Καναδάς πετάει νερό, ενώ στην Αφρική οι άνθρωποι πεθαίνουν από τη δίψα. Η άλλη αλήθεια είναι ότι τα ίδια τα κράτη δεν έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματικά στη διαχείριση του νερού, ενώ οι υποδομές παλιώνουν και δεν υπάρχουν (ή δεν δίνονται) χρήματα για να αντικατασταθούν. Από την άλλη πλευρά, οι ενάντιοι στην ιδιωτικοποίηση έχουν πολλά επιχειρήματα, τα οποία τελικά συγκεντρώνονται σε ένα: Δεν μπορείς, λένε, να πουλάς για κέρδος κάτι το οποίο μας είναι απαραίτητο για να ζήσουμε. Και, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, το κράτος -ως φορέας του κοινού συμφέροντος- πρέπει να έχει τον έλεγχο του νερού.
Τα μοντέλα ιδιωτικοποίησης και οι χώρες που αντιστέκονται
Για να πάρουμε μια καλή ιδέα του τι συμβαίνει όταν το νερό ιδιωτικοποιείται πλήρως, θα πάμε στην αγαπημένη μας Αγγλία, τη χώρα που το μόνο που δεν έχει ιδιωτικοποιήσει έως τώρα είναι ο αέρας που αναπνέουν οι κάτοικοί της. Οι εταιρείες ύδρευσης στην Αγγλία και την Ουαλία είναι εντελώς ιδιωτικές. Αυτή είναι μια πολύ ασυνήθιστη πρακτική, καθώς ακόμη και στη Σκωτία το νερό είναι υπό τη διαχείριση του κράτους. Για την ακρίβεια, η Αγγλία είναι η μόνη χώρα στον κόσμο με πλήρως ιδιωτικοποιημένη ύδρευση. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, διαχειρίζονται το νερό σε μια σύνθετη βάση, μέσω συνεταιρισμών και συνεργασίας ιδιωτικών εταιρειών με το κράτος.
Σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία, το σύστημα λειτουργεί αποκεντρωμένα: Σε κάποιες πόλεις το νερό είναι σε ιδιωτικά χέρια, ενώ στην υπόλοιπη χώρα είναι δημόσιο. Αυτό το τελευταίο συμβαίνει σε πολλές χώρες του κόσμου, όπως και στις ΗΠΑ, πιθανώς με την ελπίδα ότι αν το μοντέλο λειτουργήσει αποτελεσματικά σε τοπικό επίπεδο, θα υπάρχει πάτημα για μια γενικότερη ιδιωτικοποίηση. Αν πάλι δεν λειτουργήσει καλά, μικρό και τοπικό το κακό. Οι υπέρμαχοι της πρακτικής αναφέρουν τη Μανίλα, το Βουκουρέστι και διάφορες πόλεις στην Κολομβία, το Μαρόκο, την Ακτή Ελεφαντοστού και τη Σενεγάλη, ως ιστορίες απόλυτης επιτυχίας. Ίσως σε μικρό και τοπικό επίπεδο να μπορεί να λειτουργήσει, αν και το κόστος της ύδρευσης σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις έχει ανέβει σημαντικά, δημιουργώντας κοινωνικά ζητήματα. Και βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι όλες αυτές οι πόλεις, με μοναδική εξαίρεση το Βουκουρέστι, ανήκουν στον Τρίτο Κόσμο, όπου πιθανότατα ως εναλλακτική οι κάτοικοι δεν θα είχαν καθόλου νερό.
Πώς αδυνατίζει η παρέμβαση του κράτους
Τι συμβαίνει, όμως, όταν το νερό ιδιωτικοποιείται σε μια ολόκληρη χώρα και η κυβέρνηση χάνει κάθε έλεγχο; Αυτό που έγινε στην Αγγλία, όπου η κυβέρνηση παρακαλάει κάθε καλοκαίρι τις εταιρείες ύδρευσης να πάρουν μέτρα για τον περιορισμό της κατανάλωσης και να απαγορεύσουν στους καταναλωτές να χρησιμοποιούν τις μάνικες για πότισμα και το πλύσιμο του αυτοκινήτου τους, αλλά εκείνες την αγνοούν και το κράτος δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα. Και όταν μια χώρα χτυπηθεί, ας πούμε, από ξηρασία, που είναι μια εθνική κρίση, και το κράτος δεν έχει κανέναν τρόπο να αντιδράσει, τότε υπάρχει προφανώς τεράστιο πρόβλημα.
Η βασική ιδέα πίσω από την ιδιωτικοποίηση είναι ότι παράγει κέρδος το οποίο διοχετεύεται στις υποδομές και δίνει νέες σωληνώσεις, πολλές δεξαμενές και καμία διαρροή. Αυτή δεν είναι η περίπτωση στην Αγγλία, όπου οι μέτοχοι των εταιρειών γίνονται όλο και πιο πλούσιοι, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των κερδών πηγαίνει στους ίδιους αντί για τις υποδομές. Η τελευταία φορά που κατασκευάστηκε μια μεγάλη δεξαμενή υδάτων ήταν πριν τις ιδιωτικοποιήσεις. Οι δεξαμενές είναι πανάκριβες και η αντικατάσταση των σωληνώσεων ώστε να σταματήσουν οι διαρροές θα κόστιζε δισεκατομμύρια. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έγινε και οι υποδομές παραμένουν ως είχαν πριν από μερικές δεκαετίες, με συνέπεια να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν τον αυξανόμενο πληθυσμό.
Στη Γαλλία μόλις 9.000 άνθρωποι παίρνουν νερό αποκλειστικά από ιδιωτικές εταιρείες και στην υπόλοιπη χώρα το κράτος έχει τον τελικό έλεγχο. Γι’ αυτό και στις περιόδους ξηρασίας, που χτυπούν πλέον όλο και συχνότερα την Ευρώπη, μπορεί να θέσει καθολικούς περιορισμούς. Το ζήτημα της παροχής νερού είναι κι εδώ πρόβλημα. Πολλά χωριά το καλοκαίρι μένουν χωρίς τρεχούμενο νερό και το κράτος στέλνει υδροφόρες για να τα εξυπηρετήσουν. Μπορεί να το κάνει, όμως. Αν το νερό δεν ήταν δημόσιο αγαθό, δεν θα μπορούσε· οι άνθρωποι απλώς θα έμεναν χωρίς νερό.
Οι διαρροές και η αποτυχία των ιδιωτικοποιήσεων
Οι διαρροές είναι ένα τεράστιο πρόβλημα σε όλη την Ευρώπη. Ούτε οι ιδιωτικές εταιρείες αλλά ούτε και οι κεντρικές και οι τοπικές κυβερνήσεις θέλουν να πληρώσουν το κόστος και να μπουν στη διαδικασία για την αντικατάσταση των αγωγών. Στην Ιταλία περίπου το 42% του νερού χάνεται από διαρροές στις σωληνώσεις, όπως ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση. Στην Αγγλία είναι περίπου 25%, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση. Στην Ιρλανδία, όπου το νερό ανήκει στο κράτος, το Δουβλίνο έχει τη χειρότερη επίδοση σε διαρροές στην Ευρώπη.
Οσο για τις τιμές, είναι δεδομένο ότι το νερό είναι φθηνότερο στις χώρες όπου είναι ιδιοκτησία του κράτους ή υπό τον έλεγχό του, καθώς η κάθε κυβέρνηση μπορεί να συγκρατήσει τις τιμές. Η Ιταλία έχει ένα υβριδικό σύστημα δημόσιας και ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Ο μέσος μηνιαίος λογαριασμός είναι 20 ευρώ. Στην Αγγλία είναι πάνω από 40 ευρώ. Στη δεκαετία που ακολούθησε την ιδιωτικοποίηση του νερού το κόστος αυξήθηκε κατά 46%, ενώ τα νοικοκυριά που είδαν τη βρύση να στεγνώνει επειδή τους έκοψαν το νερό αυξήθηκαν κατά 200%. Τι βλέπουμε σε όλα τα πιο πάνω; Σε μια πολύ γρήγορη ανάγνωση, ότι τα προβλήματα είναι κοινά, αλλά η ιδιωτικοποίηση αποτυγχάνει να τα επιλύσει. Το μόνο που κάνει είναι να αφαιρεί κάθε έλεγχο από το κράτος και να πλουτίζει τους μετόχους των εταιρειών. Και, βέβαια, ο έλεγχος του κράτους αποδεικνύεται κάτι παραπάνω από απαραίτητος σε περιόδους κρίσης, ενώ οι καταναλωτές έρχονται για τις ίδιες ουσιαστικά παροχές αντιμέτωποι με κολοσσιαίες αυξήσεις στους λογαριασμούς τους.
Αυξήσεις τιμών 400% Επιδημία χολέρας στη Ν. Αφρική
Είναι δύσκολο να υπολογιστεί πόσοι άνθρωποι εξυπηρετούνται, έστω και μερικώς, από τον ιδιωτικό τομέα στο θέμα της ύδρευσης. Η Παγκόσμια Τράπεζα θεωρεί ότι είναι περίπου 910 εκατομμύρια σε 62 χώρες. Από αυτούς, τα 310 εκατομμύρια είναι στην Κίνα και τα 55 στη Βρετανία. Στη Γερμανία, την Ουγγαρία, την Ιταλία, την Πολωνία, στο Μαρόκο, το Μεξικό, στη Μαλαισία, την Αλγερία και τη Νότια Αφρική ο μισός πληθυσμός παίρνει νερό από ιδιωτικές εταιρείες, αλλά τον τελικό έλεγχο διατηρεί το κράτος.
Από την άλλη πλευρά, η Ιαπωνία, οι σκανδιναβικές χώρες, ο Καναδάς, το Πακιστάν και η Αίγυπτος δεν έχουν καμία ιδιωτική εταιρεία στη διαχείριση του νερού. Επιπλέον η Νικαράγουα, η Ουρουγουάη και η Ολλανδία έχουν περάσει νόμους με τους οποίους απαγορεύεται η είσοδος ιδιωτών στην ύδρευση, ενώ και στην Ιταλία τον Ιούλιο του 2011 ένα δημοψήφισμα σταμάτησε την καθολική ιδιωτικοποίηση του νερού.
Οι ανησυχίες όσων είναι εναντίον των ιδιωτικοποιήσεων δεν είναι θεωρητικές. Στο Νέλσπρουιτ της Νότιας Αφρικής το νερό ιδιωτικοποιήθηκε το 1995. Μέχρι το 2000 οι τιμές είχαν ανέβει κατά 400%, με συνέπεια οι άνθρωποι να μην μπορούν να το πληρώσουν, να πίνουν από το παρακείμενο ποτάμι και να ξεσπάσει επιδημία χολέρας. Από τότε ο κόσμος διαμαρτύρεται και ζητάει να ακυρωθεί το συμβόλαιο με τη βρετανική εταιρεία Biwater, αλλά το ζήτημα δεν έχει επιλυθεί. Η περίπτωση αυτή καταδεικνύει ακόμη ένα ζήτημα: Όταν γίνει η ιδιωτικοποίηση, είναι πάρα πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αναστραφεί. Οι διακρατικές εμπορικές συμφωνίες, όπως η GATS και η NAFTA, παρέχουν στις εταιρείες πανίσχυρα νομικά όπλα και σε περίπτωση που μια κυβέρνηση θέλει να επανακρατικοποιήσει το νερό, οι αποζημιώσεις που πρέπει να πληρώσει στους ιδιώτες είναι απαγορευτικές.
Δύσκολη η αναστροφή
Η Παγκόσμια Τράπεζα σε κάποιες περιπτώσεις περιλαμβάνει τις ιδιωτικοποιήσεις στους όρους δανεισμού μιας χώρας. Αυτό έγινε στη Βολιβία. Το σύστημα ύδρευσης της χώρας ιδιωτικοποιήθηκε προκειμένου αυτή να μπορέσει να πάρει δάνειο από την Παγκόσμια Τράπεζα. Η εταιρεία που το αγόρασε, η Aguas del Tunari, αμέσως διπλασίασε τις τιμές. Για χιλιάδες νοικοκυριά αυτό σημαίνει ότι ο λογαριασμός του νερού έφτασε το ένα τέταρτο του μηνιαίου εισοδήματός τους. Όταν οι Βολιβανοί διαδήλωσαν για να διαμαρτυρηθούν, η κυβέρνηση τους αντιμετώπισε με καταστολή. Μία από τις θυγατρικές της Aguas del Tunari, η Bechtel, αποσύρθηκε τελικά λόγω της κοινωνικής πίεσης και αμέσως άρχισε να απειλεί τη Βολιβία, τη φτωχότερη χώρα της Λατινικής Αμερικής, με μηνύσεις για τεράστιες αποζημιώσεις, δεκάδων ή και εκατοντάδων εκατομμυρίων.
Οι ιδιώτες ζητούν 10,5 δισ. αποζημίωση από τον Καναδά
Οταν ο Καναδάς αρνήθηκε να δώσει νερό από λίμνες της βρετανικής Κολομβίας στην εταιρεία Sun Belt Water Inc. που δραστηριοποιείται στην Καλιφόρνια για να το μεταφέρει στην πολιτεία, η εταιρεία πήγε το θέμα στη NAFTA για διαμεσολάβηση, ζητώντας από τον Καναδά 10,5 δισεκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση. Οι εκτιμήσεις λένε ότι ο Καναδάς θα χάσει. Και ναι μεν το νερό παραμένει δημόσιο αγαθό, αλλά σύμφωνα με όσα έχουν υπογράψει όλες οι χώρες που ανήκουν στη NAFTA, άπαξ και ιδιωτικοποιείται ως υπηρεσία η ύδρευση, το νερό πρέπει να αντιμετωπίζεται όπως οποιοδήποτε άλλο εμπορεύσιμο αγαθό.
Η πόλη της Τσατανούγκα στο Τενεσί των ΗΠΑ προσπάθησε να πάρει πίσω το νερό, όταν η εταιρεία που το εκμεταλλευόταν είχε φτάσει τις τιμές σε δυσθεώρητα ύψη. Η πόλη βρέθηκε αντιμέτωπη με δικηγόρους και δημοσιοσχετίστες που κόστιζαν στην εταιρεία 5 εκατομμύρια δολάρια τον μήνα. Η υπόθεση έληξε με μια μείωση στις τιμές για δύο χρόνια, αλλά η πόλη δεν μπόρεσε ποτέ να πάρει πίσω το νερό της. Ακόμη και όταν επιτυγχάνονται, όμως, συμφωνίες για να συγκρατηθούν οι λογαριασμοί, το «μάρμαρο» το πληρώνει το κράτος. Όπως ακριβώς συνέβη και στα καθ’ ημάς στην περίπτωση της ΔΕΗ, τα κράτη αναλαμβάνουν να επιχορηγήσουν τους λογαριασμούς προκειμένου οι εταιρείες να μην χάσουν τα κέρδη τους και οι καταναλωτές να μην μείνουν χωρίς παροχές επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς. Αυτό, φυσικά, είναι αντίθετο με το ίδιο το πνεύμα της ελεύθερης αγοράς, η οποία θεωρητικά δεν θέλει καθόλου και πουθενά το κράτος, αλλά η ιδεολογία της δεν την εμποδίζει να παίρνει τα λεφτά του. Τα λεφτά μας δηλαδή.
Πρώτη δημοσίευση: ΑΥΓΗ