Είναι αλήθεια πως η Ευρώπη έμαθε γρήγορα να ζει χωρίς ρωσικό αέριο. Τους τελευταίους μήνες του 2022, η Ευρώπη είχε μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο κατά πάνω από 70%. Στην Ελλάδα, του πρώτους μήνες του 2023, οι εισαγωγές ρωσικού αερίου που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση ήταν μηδενικές. Μειωμένη ήταν και η κατανάλωση ενέργειας την περίοδο Αύγουστος 2022 – Ιανουάριος 2023 κατά πάνω από 22%, σε σχέση με τον μέσο όρο 5ετίας, υπερβαίνοντας μάλιστα τον ευρωπαϊκό στόχο μείωσης (15%).
Του Χάρη Δούκα
Είναι λοιπόν πιθανό πως η κρίση του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, όπως την ξέραμε μέχρι τώρα, να πλησιάζει στο τέλος της. Από την άλλη, δημιουργούμε νέες εξαρτήσεις, στο υγροποιημένο φυσικό αέριο που έρχεται από την Αμερική κυρίως, αλλά και από άλλες χώρες, όπως το Κατάρ. Εδώ χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή. Είναι αδήριτη ανάγκη η ενεργειακή αυτονομία να αποτελέσει εθνικό στόχο. Να διαμορφωθούν δηλαδή οι συναινέσεις που θα αλλάξουν την (ενεργειακή) μοίρα της χώρας.
Σύμφωνα με σχετικά στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος, οι καθαρές εισαγωγές καυσίμων ξεπέρασαν τα 13 δις €, που αντιστοιχούν στο 65% του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών. Αν λάβει κανείς υπόψη του και τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, τότε, πάνω από το 77% του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών είναι ενεργειακό. Σημειώνεται ότι το έλλειμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών έφτασε τα 20 δις € το 2022 (κοντά στα 8 δις € ήταν το 2021).
Να λοιπόν γιατί η αναπτυξιακή και η οικονομική πολιτική της χώρας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ενεργειακή πολιτική. Μέχρι να προχωρήσει ο στόχος της ενεργειακής αυτονομίας, με όρους ενεργειακής δημοκρατίας, η οικονομία μας θα παράγει ελλείματα, καθιστώντας μας ευάλωτους στις αγορές και σε γεωπολιτικά παιχνίδια τρίτων χωρών.
Σε αυτή την κατεύθυνση της ενεργειακής αυτονομίας, η πρώτη προτεραιότητα για το ενεργειακό σύστημα της χώρας πρέπει αν είναι τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας.
Σήμερα, τα δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας είναι κορεσμένα. Το αποτέλεσμα της σημερινής κατάστασης των δικτύων είναι να μη μπορούν να προχωρήσουν μικρά και μεσαία έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Μόνο τα μεγάλα έργα προχωράνε, που συνδέονται στην υπερυψηλή τάση. Έτσι, η μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα, οι αγρότες, οι επιχειρήσεις και οι δήμοι δεν μπορούν να προχωρήσουν σε αυτοπαραγωγή από καθαρή ενέργεια, για να μειώσουν ταυτόχρονα το ενεργειακό τους κόστος. Η ισότιμη όμως πρόσβαση στον ηλεκτρικό χώρο είναι θεμελιώδες δικαίωμα ενεργειακής δημοκρατίας. Το Ταμείο Ανάκαμψης προτείνει 386 εκ. € για σχετικά έργα. Η πρόταση είναι ο προϋπολογισμός για αυτά τα έργα στο Ταμείο Ανάκαμψης να φτάσει το 1 δις €.
- Πού θα βρεθούν οι πρόσθετοι πόροι; Προγραμματίζεται να διατεθούν επιπρόσθετα χρήματα για την ενεργειακή μετάβαση, στο πλαίσιο του νέου άξονα REPowerEU, από τα αδιάθετα του ταμείου Ανάκμψης και Ανθεκτικότητας. Η χώρα μας μπορεί να αιτηθεί ένα σημαντικό ποσό από αυτά για τον εκσυγχρονισμό – ενίσχυση των δικτύων. Είναι μία ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει χαμένη.
Επιπλέον, η χώρα πρέπει να ενισχύσει τις ηλεκτρικές τις διασυνδέσεις. Συγκεκριμένα, μέσω κατάλληλων ηλεκτρικών διασυνδέσεων μπορεί η χώρα να αποτελέσει το κέντρο καθαρής ενέργειας, ενώνοντας ενεργειακά 3 ηπείρους: την Ασία (με τον “EuroAsia Interconnector”), την Αφρική (με το καλώδιο σύνδεσης της Αφρικής με την Κρήτη) και την Ευρώπη. Όσον αφορά στην Ευρώπη, η Ελλάδα μπορεί να επιδιώξει την κατασκευή (με χρήση πόρων από το Connecting Europe Facility και το Ταμείο Ανάκαμψης) μιας ηλεκτρικής λεωφόρου, που θα εξάγει πράσινο ρεύμα από τη χώρα μας στην Κεντρική Ευρώπη.
Το έργο αυτό θα μπορούσε να πάρει και γενικότερο ευρωπαϊκό χαρακτήρα με συνεργασία χωρών – μελών της ΕΕ, ώστε να απαντά και στην κριτική που έχει διατυπωθεί για απουσία διασυνδεσιμότητας των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης.
Με αυτό τον τρόπο, μπορεί η χώρα να μετατραπεί σε έναν ενεργειακό κόμβο παραγωγής και μεταφοράς καθαρής ενέργειας, αναβαθμίζοντας το ενεργειακό της “brand name”. Ο εθνικός αυτός στόχος είναι επιτεύξιμος, αν αντικατασταθούν τα υπάρχοντα πελατειακά δίκτυα και οι εδραιωμένες ιεραρχίες στασιμότητας και εξάρτησης της χώρας. Βεβαίως, η αυτονομία δεν πρέπει να λογίζεται ως απομόνωση. Το αντίθετο. Είναι η εξασφάλιση των εθνικών όρων και πόρων που καθιστούν περισσότερες τις ενεργειακές και οικονομικές μας επιλογές και τις διαπραγματευτικές μας δυνατότητες στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Αναπροσαρμόζοντας τις εθνικές μας δομές ενέργειας, μπορεί η χώρα να συνδεθεί και να επιδράσει αποτελεσματικότερα με τα ευρωπαϊκά και τα παγκοσμιοποιημένα δίκτυα.