Οι κεντρικές τράπεζες στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη προκειμένου να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό έθεσαν στη μάχη τα επιτόκια. Η άνοδός τους κρίθηκε απαραίτητη καθώς διαπιστώθηκε ότι ο πληθωρισμός δεν ήταν παροδικό αλλά επίμονο φαινόμενο.
Παναγιώτης Λιαργκόβας
Είναι γνωστό όμως ότι η άνοδος των επιτοκίων μαζί με τον πληθωρισμό «σκοτώνει» και την οικονομία. Αυτό το βλέπουμε ήδη στην Γερμανία, το ΑΕΠ της οποίας μειώθηκε κατά 0,3% το α΄ τρίμηνο καταγράφοντας το δεύτερο συναπτό τρίμηνο συρρίκνωσης, ενώ είναι πολύ πιθανό να το δούμε και στις ΗΠΑ, που εκτός των επιπτώσεων των επιτοκίων, η οικονομία της είναι αντιμέτωπη και με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος.
Είναι νωρίς ακόμη να πούμε πόσο θα διαρκέσει η ενδεχόμενη ύφεση. Όμως, όλα δείχνουν ότι η Fed δεν πρόκειται να αυξήσει άλλο τα επιτόκια και το ίδιο θα κάνει και η ΕΚΤ σε μεταγενέστερο χρόνο. Σε αυτή την περίπτωση, η ύφεση δεν θα έχει βάθος, θα είναι πρόσκαιρη και θα οδηγήσει τον πληθωρισμό στα επιθυμητά επίπεδα, γύρω στο 2%. Το ερώτημα βέβαια είναι κατά πόσον θα επηρεαστεί η Ελλάδα από τις παραπάνω εξελίξεις.
Η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν σημαντικούς εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας, και η ύφεση που αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν αυτές οι χώρες προκαλεί ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Οικονομικοί δεσμοί, όπως οι εξαγωγές και οι επενδύσεις, μπορεί να επηρεαστούν από την αβεβαιότητα που δημιουργείται σε παγκόσμιο επίπεδο λόγω της ύφεσης. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία έχει δείξει σημαντική ανθεκτικότητα και δυναμισμό μετά τις απανωτές κρίσεις. Κατάφερε να διαφοροποιήσει την οικονομία της και να ενισχύσει τις εξαγωγές της σε άλλες αναδυόμενες αγορές.
Ο τουρισμός αποτελεί σημαντικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας. Παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν από την πανδημία του COVID-19, η Ελλάδα αντιμετώπισε με επιτυχία την κατάσταση και έδειξε ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Η χώρα έχει λάβει μέτρα για την ασφάλεια των τουριστών και την προώθηση της εγχώριας τουριστικής κίνησης. Τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά, με αύξηση του αριθμού των τουριστών και των εσόδων από τον τουρισμό.
Μπορεί τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου να δείχνουν μείωση των αφίξεων από Γερμανία και Γαλλία, όμως αυξήθηκαν κατά 159% οι αφίξεις από τις χώρες εκτός ευρωζώνης και από τις ΗΠΑ. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει επωφεληθεί από την παγκόσμια τάση για την αειφόρο ανάπτυξη και τη μετάβαση σε πράσινες τεχνολογίες. Έχουν γίνει σημαντικές επενδύσεις στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της αποκέντρωσης της ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης. Αυτό έχει ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιπλέον, έχουν γίνει επενδύσεις στην ανανέωση των υποδομών, όπως οι ενεργειακοί κλάδοι και οι ψηφιακές τεχνολογίες, που καθιστούν την Ελλάδα πιο ανθεκτική σε παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις.
Το ΑΕΠ αυξάνεται με ρυθμό σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές σημείωσαν απανωτά ρεκόρ, η ανεργία πέφτει και ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται. Είναι θέμα χρόνου να πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα και να δούμε τα επιτόκια δανεισμού να πέφτουν. Όλες αυτές οι εξελίξεις δεν σημαίνουν ότι τα πράγματα είναι ρόδινα. Σηματοδοτούν όμως μια αλλαγή. Μένει να φανεί στην πράξη εάν η παρατηρούμενη ανάκαμψη θα είναι ικανή να αντισταθμίσει οποιεσδήποτε αρνητικές εξωτερικές διαταραχές.
Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, Καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου