Νέα στοιχεία από επίσημη αρχή φέρνουν σε εξαιρετικά δεινή θέση τις ελληνικές αρχές, καταρρίπτοντας τον ισχυρισμό τους ότι δε γνώριζαν ότι κινδύνευε το αλιευτικό σκάφος που πήρε μαζί του στον βυθό εκατοντάδες ανθρώπινες ζωές.
Όπως αποκαλύπτει το Documento, κατόπιν επικοινωνίας με την ιταλική ακτοφυλακή, στην οποία απηύθυνε συγκεκριμένα ερωτήματα, πήρε απαντήσεις που επιβεβαιώνουν ότι η αντίστοιχη ελληνική υπηρεσία είχε όλες τις λεπτομέρειες για τη συγκεκριμένη περίπτωση και γνώριζε ότι απαιτείται διάσωση.
Όπως αναφέρει η Ρώμη στην απάντησή της προς την εφημερίδα, η ιταλική ακτοφυλακή είχε λάβει e-mail το πρωί της Τρίτης 13 Ιουνίου που ανέφερε ότι υπήρχε πλοίο σε δυσκολία, χωρίς όμως να αναφέρεται η θέση του πλοίου, αλλά μόνο ο αριθμός ενός δορυφορικού τηλεφώνου. Μετά τον εντοπισμό και την επιβεβαίωση ότι το σκάφος βρισκόταν σε περιοχή ελληνικής αρμοδιότητας, το ιταλικό Επιχειρησιακό Κέντρο παρείχε όλες τις πληροφορίες που είχε για το πλοίο και την κατάστασή του στην ελληνική ακτοφυλακή και μάλιστα συνέχισε να ενημερώνει τη θέση του δορυφορικού τηλεφώνου και να μοιράζεται με τις ελληνικές αρχές τη θέση του πλοίου.
Η Ιταλική Ακτοφυλακή στην απάντησή της σε σχέση με το αλιευτικό που χάθηκε με εκατοντάδες επιβαίνοντες ανοιχτά της Πύλου αναφέρει ότι το Κέντρο Συντονισμού Θαλάσσιας Έρευνας και Διάσωσης της Ιταλίας:
- έλαβε email το πρωί της Τρίτης που περιέγραφε πλοίο που βρίσκεται σε κίνδυνο και έχει επάνω του περίπου 750 άτομα. Στο συγκεκριμένο μήνυμα δεν υπήρξε αναφορά στη θέση του πλοίου, αλλά παρατέθηκε αριθμός δορυφορικού τηλεφώνου που είχε άτομο το οποίο επέβαινε στο πλοίο
- προχώρησε σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον συγκεκριμένο αριθμό και στη συνέχεια ξεκίνησε την παρακολούθηση της θέσης του
- επιβεβαίωσε ότι το σημείο όπου βρισκόταν το συγκεκριμένο δορυφορικό τηλέφωνο βρισκόταν σε θαλάσσια περιοχή ελληνικής ευθύνης, 60 ναυτικά μίλια από την πλησιέστερη ακτή της Ελλάδας και 260 ναυτικά μίλια από την αντίστοιχη της Ιταλίας (αυτή η αναλογία τοποθετεί το σκάφος το μεσημέρι της Τρίτης σε μία περιοχή στο «ύψος» της Κρήτης νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου)
- ενημέρωσε το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή και ταυτόχρονα παρείχε όλες τις συλλεχθείσες πληροφορίες που θα ήταν χρήσιμες για επιχείρηση έρευνας και διάσωσης
- στη συνέχεια διατήρησε την ροή ενημέρωσης για το ακριβές σημείο όπου βρισκόταν το δορυφορικό τηλέφωνο
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τους Ιταλούς, ήδη η ελληνική πλευρά είχε στείλει σήμα σε παραπλέοντα εμπορικά σκάφη να κατευθυνθούν προς την περιοχή.
Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι κατά τους Ιταλούς η επιχείρηση που έπρεπε να υλοποιηθεί είναι αυτή της έρευνας και διάσωσης και όχι της «διερεύνησης» του αν ο κυβερνήτης του αλιευτικού επιθυμεί ή όχι βοήθεια.
Αναλυτικά η απάντηση της ιταλικής ακτοφυλακής
Όσον αφορά τα νέα σχετικά με το αλιευτικό σκάφος που βυθίστηκε στην περιοχή Έρευνας και Διάσωσης (SAR) της Ελλάδας, πρέπει να σημειωθεί ότι το Ιταλικό Συντονιστικό Κέντρο Θαλάσσιων Διασώσεων (IMRCC) ήταν δέκτης, το πρωί της 13ης Ιουνίου, ενός e-mail που ανέφερε την ύπαρξη ενός πλοίου σε δυσκολία, με περίπου 750 μετανάστες επιβιβασμένους. Δεν παρασχέθηκε θέση στην αναφορά, αλλά μόνο ο αριθμός ενός δορυφορικού τηλεφώνου που ήταν παρόν στο πλοίο.
Το Επιχειρησιακό Κέντρο της Ακτοφυλακής στη Ρώμη, έχοντας λάβει την επικοινωνία, ήρθε σε επαφή με τον αναγραφόμενο αριθμό, ενώ ταυτόχρονα ξεκίνησε τις διαδικασίες για τον εντοπισμό του δορυφορικού τηλεφώνου.
Έχοντας επιβεβαιώσει ότι το σκάφος ήταν στην περιοχή ευθύνης, για έρευνα και διάσωση, σε ελληνικά ύδατα, 60 ναυτικά μίλια από την ελληνική ακτή και 260 ναυτικά μίλια από την ιταλική ακτή, το Επιχειρησιακό Κέντρο –όπως ήταν αναμενόμενο- επικοινώνησε αμέσως με την Ελληνική Ακτοφυλακή, παρέχοντας της με όλες τις πληροφορίες που θα χρησίμευαν στις επιχειρήσεις διάσωσης.
Από εκείνη τη στιγμή, το Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο των ιταλικών θαλάσσιων διασώσεων συνεχίζει να ενημερώνει την τοποθεσία του δορυφορικού τηλεφώνου που βρισκόταν στο πλοίο, ενώ μοιράζεται τις επόμενες ώρες με τις αρμόδιες ελληνικές αρχές για έρευνα και διάσωση τη θέση της βάρκας στην περιοχή ενδιαφέροντος, όπου στο μεταξύ εκείνοι (σ.σ. οι Έλληνες) είχαν κατευθύνει μερικές εμπορικές μονάδες.